Κυριακή ΙΕ΄Ματθαίου - Αγάπης ανάβαση
(Ματθ. κβ΄35-46) (Β΄Κορ. δ΄6-15)
Αγάπης ανάβαση
Η σταυρόσχημη μορφή της αγάπης, δηλαδή η εκδήλωσή της προς τον Θεό και προς το συνάνθρωπο, αποκαλύπτει το κατ’ εξοχήν στοιχείο της αυθεντικότητάς της. Μια τέτοια αγάπη θεμελιώνεται ακριβώς στη σταυρωμένη αγάπη του Χριστού και γι’ αυτό αποκτά βάθος και ποιότητα. Άλλωστε, είναι αυτή η αγάπη που νίκησε και το θάνατο, τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, και άνοιξε τις διόδους της ζωής. Αυτή, λοιπόν, την αγάπη, στην πιο γνήσια μορφή της καλείται να εγκολπωθεί ο άνθρωπος στην καθημερινή του ζωή και να την αναγάγει σε βίωμα και εμπειρία. Στους ορίζοντές της, ο άνθρωπος σε καμιά περίπτωση δεν θα αισθάνεται στη ζωή του ότι κάτι του λείπει. Αντίθετα, θα νιώθει ότι τα έχει όλα γιατί αφήνει τον εαυτό του να είναι δεκτικός στη χάρη του Θεού που καταυγάζει όλο το είναι του.
Ο νομικός που πλησίασε τον Ιησού, σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τον Ιησού και γι’ αυτό του υπέβαλε το ερώτημα ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή. Ο Χριστός δεν απάντησε με περιστροφές αλλά ευθέως και σαφώς: «Να αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου, με όλη την ψυχή σου και με όλη τη διάνοιά σου. Αυτή είναι η πρώτη και πιο μεγάλη εντολή. Δεύτερη, εξίσου σπουδαία όμως, είναι ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». Διευκρινίζεται μάλιστα ότι σ’ αυτές τις δύο εντολές συνοψίζεται όλος ο νόμος.
Οι εύχυμοι καρποί της
Η αγάπη σ’ αυτές τις διαστάσεις που όρισε ο ίδιος ο Κύριος δεν έχει σε καμιά περίπτωση μονοσήμαντο και μονοδιάστατο χαρακτήρα, αλλά κινείται σ’ ένα άνοιγμα που καλύπτει τον ουρανό και τη γη. Η αγάπη προς τον Θεό είναι ακριβώς εκείνη που καθιστά ικανό τον άνθρωπο ν’ αγαπήσει το συνάνθρωπό του. Να αγαπήσει ακόμα και τον εχθρό του. Η αγάπη, βέβαια, προς τον Θεό, δεν συνιστά σε καμιά περίπτωση οποιοδήποτε ατομικό κατόρθωμα του ανθρώπου στη ζωή του, αλλά είναι αποτέλεσμα της Χάριτος του Θεού. Αυτό συμβαίνει όμως και με τη συνεργία του ανθρώπου, όταν δηλαδή ανοίγει χώρο στην καρδιά του για να ευδοκιμήσει στο γόνιμο έδαφός της η παρουσία της θείας αγάπης. Η αγάπη προς τον Θεό είναι κατορθωτή, επειδή «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς», σύμφωνα με τον Ιωάννη. Είναι η κίνηση που κάνει πρώτα ο Θεός που μας καθιστά ικανούς να του αντιπροσφέρουμε την αγάπη. Βέβαια, η ειλικρινής αγάπη προς τον Θεό καρποφορεί με την αγάπη που εκδηλώνεται και προς το συνάνθρωπο. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν μπορεί ο άνθρωπος να αγαπά τον Θεό και ν’ αποστρέφεται ταυτόχρονα την εικόνα του στο πρόσωπο του συνανθρώπου του. Είναι σαφής ο Ιωάννης όταν λέει: «εάν τις είπη ότι αγαπώ τον Θεόν…, όν ουχ εώρακε και μισή τον αδελφόν αυτού όν εώρακε», τότε χαρακτηρίζεται «ψεύστης». Η αγάπη του αδελφού συνιστά τον πιο εύχυμο καρπό της αγάπης προς τον Θεό και η αγάπη του πλησίον είναι προϋπόθεση της αγάπης προς τον Θεό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που ο ευαγγελιστής Λουκάς αμέσως μετά την απάντηση του Ιησού προς το νομικό με την πρόταξη της αγάπης, προχώρησε στη διήγηση της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη, μέσα από το βάθος της οποίας αναδύονται τα πιο αυθεντικά μηνύματα περί αγάπης.
Η αυθεντικότητά της
Η αγάπη για να είναι αληθινή και ποιοτική επιβάλλεται να είναι ολοκληρωτική. Να βγαίνει εκ βάθους καρδίας. Αυτό ακριβώς το ολοκληρωτικό δόσιμο διασφαλίζει και τους όρους της αληθινής ελευθερίας του ανθρώπου, αφού πλέον δεν θα δεσμεύεται από οποιεσδήποτε άλλες επιρροές και εξαρτήσεις που τον καθιστούν διασπασμένη και διχασμένη προσωπικότητα. Όπως ο Θεός μας αγάπησε χωρίς προϋποθέσεις, με κορύφωσή της τη σταυρική του θυσία, έτσι κι εμείς επιβάλλεται να του ανταποδίδουμε τη δική μας αγάπη. Είναι ακριβώς εδώ που σε καμιά περίπτωση δεν χωρούν οποιοιδήποτε συμβιβασμοί και υπολογισμοί, που στο βάθος τους νοθεύουν την αγάπη και στραγγαλίζουν την πνευματική ζωή. Άρρηκτα συνδεδεμένη με την κάθετη είναι και η οριζόντια εκδήλωση της αγάπης. Το ρηθέν υπό του Κυρίου «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» δείχνει ακριβώς ότι δεν μπορεί να είναι αποκομμένη η αγάπη προς τον Θεό από την αγάπη προς τον πλησίον και αντίστροφα.
Αγαπητοί αδελφοί, αυτή λοιπόν η σταυρόσχημη αγάπη, στην κάθετη και οριζόντια της μορφή, είναι και το κριτήριο για την πνευματική ωρίμανση και χριστοποίηση του ανθρώπου. Οι άγιες μορφές που παρελαύνουν ως νέφος στο στερέωμα της Εκκλησίας αναδείχθηκαν γιατί ακριβώς αγάπησαν πραγματικά και έμπρακτα τον Θεό και κατ’ επέκταη και το συνάνθρωπό τους. Ο Συμεών ο Θεοδόχος και η Άννη η προφήτιδα, τους οποίους τιμά σήμερα η Εκκλησία, ρίχνουν φως στο δρόμο της αγάπης, τον οποίο καλούμαστε κι εμείς ν’ ακολουθήσουμε στη ζωή μας. Γένοιτο.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος – Εκκλησία Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου