Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Μεταμόρφωση του Σωτήρος - Αλλαγὴ - μεταστοιχείωσις, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

                    

«Καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν» (Ματθ. 17,2)
 
Η σημερινὴ ἑορτή, ἀγαπητοί μου, ὀνομάζεται δεσποτική, διότι σήμερα ἑορτάζει ὁ Δεσπότης  Δεσπότης μὲ δέλτα κεφαλαῖο, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ ἐξουσιάζειτὸ σύμπαν, ποὺ κυβερνᾷ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη, τὰ ἄστρα, τοὺς γαλαξίες, ὅλο τὸν κόσμο. Μεταμόρφωσις! Σήμερα χρειαζόταν γλῶσσα Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου γιὰ νὰ ὑμνήσῃ πρεπόντως τὸ γεγονός. Ἀλλὰ καὶ γλῶσσα μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας νὰ εἴχαμε, πάλι δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ εἰσέλθουμε στὸ βαθὺ νόημα τῆς ἑορτῆς. Λίγα λόγια μόνο θὰ ποῦμε.
Κατὰ τὴν πίστι μας, ὁ Χριστὸς κατέβηκε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ καὶ φόρεσε σάρκα ἀνθρωπίνη ἀπὸ τὰ πάναγνα αἵματα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἔγινε ἄνθρωπος ὅπως εἴμαστε ἐμεῖς –πλὴν τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ σώσῃ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Γεννήθηκε στὴ Βηθλεέμ, ὅπως γνωρίζουμε, καὶ τὰ περισσότερα χρόνιατὰ πέρασε σ᾽ ἕνα μικρὸ καὶ ἄσημο χωριό, τὴ Ναζαρέτ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἐχθροί του, ἐμπαίζοντάς τον γιὰ τὴν καταγωγή του, τὸν ὠνόμαζαν περιφρονητικὰ «Ναζωραῖο»· «Ναζωραῖος» ἔγραφε καὶ ἡ ἐπιγραφὴ τοῦ σταυροῦ (Ἰω. 19,19).Ἔζησε φτωχὸς ὅσο κανείς ἄλλος. Ἐργαζόταν σὰν ξυλουργός, ἔφτειαχνε παράθυρα καὶ πόρτες, γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τὸν «ἐπιούσιο ἄρτο» (Ματθ. 6,11). Ἦταν τελείως ἄσημος. Ποιός φανταζόταν ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα αὐτοῦ τοῦ Ναζωραίου κρυβόταν ὁλόκληρη ἡ Θεότης;
Καὶ ὅμως ἦταν Θεός· τὸ ἀπέδειξαν τὰ θαύματά του,ἡ ἀπαστράπτουσα ζωή του, ἡ ὑπέροχη διδασκαλία του, κυρίως ὅμως τὸ σημερινὸ γεγονός.Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Κυρίου. Λίγες μέρες πρὸ τοῦ πάθους του ὁ Χριστός, γιὰ νὰ στηρίξῃτοὺς μαθητάς του –ποὺ θὰ τὸν ἔβλεπαν σὲ λίγο νὰ κρέμεται πάνω στὸ σταυρό πῆρε τὸν στενὸ κύκλο τῶν μαθητῶν, ὅπως ἀκούσαμε στὸ εὐαγγέλιο, τὸν Πέτρο τὸν Ἰάκωβο καὶτὸν Ἰωάννη. Κι ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πῆρε μαζί του τὸν Πέτρο γιὰ τὴ θερμὴ πίστι του, τὸν Ἰάκωβο γιὰ τὴ ζωντανὴ ἐλπίδα του, καὶ τὸν Ἰωάννη γιὰ τὴ φλογερὴ ἀγάπη του. Πῆρε ἰδιαιτέρως αὐτοὺς τοὺς τρεῖς, σύμβολο τῶν τριῶν μεγάλων ἀρετῶν τοῦ εὐαγγελίου, καὶ τοὺς ἀνέβασεσ᾽ ἕνα ψηλὸ βουνό –κατὰτὴν παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας εἶνε τὸ Θαβώρ, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Ἐκεῖ –πρὸς τιμὴν τῆς πατρίδος μας–Ἕλληνες μοναχοὶ ἔκτισαν ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως ἐπάνω στὰ ἐρείπια ἄλλου ναοῦ ποὺ εἶχε κτίσει ἡ ἁγία Ἑλένη ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἐκεῖ  συρρέουν ἀπ᾿ ὅλα τὰ μέρη οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἑορτάζουν τὴ Μεταμόρφωσι (μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο), ὅπως καὶ στὴν κορυφὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀπ᾽ ὅπου φαίνεται ὅλο τὸ Αἰγαῖο πέλαγος.
Ἐπάνω λοιπὸν στὸ Θαβὼρ ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητάς του «μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν» (Ματθ. 17,2). Ἔλαμψε δηλαδὴ τὸ πρόσωπό του σὰν τὸν ἥλιο, καὶ τὰ ῥοῦχα του, ποὺ εἶχε ὑφάνει μὲ τὰ ἅγιά της χέρια στὸν ἀργαλειὸ ἡ ὑπεραγίαΘεοτόκος, αὐτὰ τὰ ταπεινὰ καὶ φτωχὰ ῥοῦχαἄστραψαν καὶ ἔγιναν λευκὰ σὰν τὸ χιόνι (βλ. Μᾶρκ.9,3).
Τί θέαμα ἦταν ἐκεῖνο! Ἂν εἶν᾽ ὡραῖος ὁ ἥλιος τὴν αὐγή, ἀπείρως ὡραιότερο ἦταν αὐτὸ ποὺ ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τότε οἱ τρεῖς μαθηταί.Ἔμειναν ἔκθαμβοι. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό· ἔγινε καὶ κάτι ἄλλο, πολύ σπουδαῖο. Συγχρόνως παρουσιάστηκαν δύο μεγάλες προσωπικότητες τῆς παλαιᾶς διαθήκης· ὁ Μωϋσῆς, ποὺ εἶχε πεθάνει 1.500 χρόνια πρὸ Χριστοῦ, καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ εἶχε φύγει ἀπὸ τὸν κόσμο 800 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Αὐτοὶ οἱ δύο φάνηκαν νὰ συνομιλοῦν μὲ τὸ Χριστὸ γιὰ τὸ σωτήριο πάθος του (βλ. Ματθ. 17,3. Λουκ. 9,30-31). Αὐτὸ φανερώνει, πόσο πλανᾶται ὁ ὑλισμὸς ποὺ λέει πὼς ὁ ἄνθρωπος τελειώνει σὰν τὸ ζῷο. Ὄχι. Τὸ σῶμα φθείρεται, γίνεται «σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία» (Νεκρ. ἀκ., μακαρ.), ἀλλὰ ἡ ψυχὴ μένει ἀθάνατη. Καὶ ἀπόδειξις ἡ συνομιλία μὲ τοὺς δύο αὐτοὺς ἄνδρες, ποὺ δείχνει ὅτι ὁ Χριστὸς «ζώντων καὶ νεκρῶν κυριεύει» (ἑσπερ.),εἶνε ὁ Κύριος ζώντων καὶ νεκρῶν.Ὅταν ὁ Πέτρος εἶδε ὅλ᾽ αὐτά, τόσο ἐνθουσιάστηκε ὥστε εἶπε· Κύριε, νὰ φτειάξουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα μία γιὰ τὸ Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία –λησμονώντας τελείως τὸν ἑαυτό του. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε ἂν ὁ ἥλιος ἔκαιγε ἐκεῖ τὶς πέτρες κι ἂν τὸ χειμῶνα θὰ πέφτῃ χιόνι· ἕνα μόνο ἤθελε, ν᾽ ἀπολαμβάνῃ τὴ δόξα τῆς μορφῆς τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὥσπου νὰ πῇ ὅμως τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Πέτρος,τοὺς σκέπασε νεφέλη φωτεινή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀκούστηκε φωνή· «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5). Αὐτό, μὲ λίγα λόγια, εἶνε τὸ γεγονὸς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα.
Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, ἀγαπητοί μου, ἐκτὸς τῶν ἄλλων δείχνει ὅτι ὁ Χριστός,ποὺ ἀξίωσε τοὺς τρεῖς μαθητὰς νὰ δοῦν –ὅσο μποροῦσαν–τὴ δόξα του, ἔχει καὶ τὴ δύναμι νὰ μεταμορφώνῃ τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως μεταμορφώθηκε ὁ ἴδιος, ἔδειξε τὸ σῶμα του σὲ μία ἔκπαγλο μορφή, στὸ «ἀρχαῖον κάλλος» (Νεκρ. ἀκ., εὐλογ.), ἔτσιμπορεῖ νὰ μεταμορφώσῃ κ᾽ ἐμᾶς. Τὸ θέμα εἶ νε θεολογικό, κάπως δύσκολο, ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶνε ἡ οὐσία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς.Ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ, ἔπαθε ἀλλοίωσι· ἡ θεία εἰκόναποὺ ὑπῆρχε μέσα του ἀμαυρώθηκε, παραμορφώθηκε, ἔπαθε παραμόρφωσι. Τί θὰ πῇ παραμόρφωσις. Ὅπως λ.χ. μερικὰ ἀναρχικὰ στοιχεῖα στὴν Ἀθήνα πηγαίνουν τὴ νύχτα σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγάλματα τῶν ἡρώων τοῦ 1821 καὶ τὸ μουντζουρώνουν, τοῦ κόβουν τὴ μύτη ἢ τὰ αὐτιά, κάτι τέτοιο ἔπαθε καὶ ὁ ἄνθρωπος. Δὲν εἶνε πλέον ὅπως βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θείου καλλιτέχνου. Αὐτὸ βλέπουμε καὶ στὴ σημερινὴ κοινωνία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει φύγει μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ διατηρεῖ μόνο τὴν ἐξωτερικὴ μορφή· μέσα εἶνε θηρίο ἀνθρωπόμορφο, τὸ ἀγριώτερο ἀπ᾿ ὅσα γεννᾷ ἡ φύσις, ὅπως εἶπαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. Ἔγινε ἀπαίσιος. Ὁ Δαυῒδ θρηνεῖ καὶ λέει· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε· παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀ νο ήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς»(Ψαλμ. 48,13,21). Καὶ ὁἱερὸς Χρυσόστομος ἐρωτᾷ· Πῶς νὰ σὲ ὀνο-μάσω ἄνθρωπο, ὅταν ἐσὺ εἶσαι πονηρὸς σὰντὴν ἀλεποῦ, ἅρπαγας σὰν τὸ γεράκι, αἱμοβό-ρος σὰν τὸ λύκο, λαίμαργος σὰν τὸ χοῖρο, ἀσελγὴς σὰν τὸν τράγο, φαρμακερὸς σὰν τὴνὀχιά, ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα;…Ἀμαυρώθηκε μέσα μας ἡ θεία εἰκόνα.
Καὶ τώρα τί εἶνε ἀνάγκη· ἀπὸ τὴν παραμόρφωσι νὰ πᾶμε στὴ μεταμόρφωσι, νὰ ἐπανέλθουμε στὸ «ἀρχαῖον κάλλος» ποὺ εἴχαμε στὸν παράδεισο. Πῶς γίνεται αὐτό; Μυστήριο καὶ θαῦμα, ποὺ μπορεῖ νὰ κάνῃ μόνο ὁ Χριστός.Πῶς; Θὰ φέρω δυὸ - τρία παραδείγματαἀ-πὸ τὴ φύσι. Βλέπουμε μιὰ ἀηδιαστικὴ κάμπιανὰ μεταμορφώνεται καὶ νὰ γίνεται χρυσαλλίδα. Λένε ἐπίσης οἱ φυσικοί, ὅτι μέσ᾿ στὰ σπλάχνα τῆς γῆς ὑπάρχει κάρβουνο ποὺ μετὰ  ἀπὸ μεγάλη ἐπεξεργασία γίνεται –τί; διαμάντι. Ἐλᾶτε σεῖς νὰ τὸ ἐξηγήσετε. Θέλετε κι ἄλλο παράδειγμα; Πάνω στὴν κοπριὰ φυτρώνει ἕ-να ῥόδο ποὺ εὐωδιάζει. Πῶς γίνονται αὐτὲς οἱ μεταβολές, αὐτὲς οἱ μεταστοιχειώσεις;
Τὴ λέξι «μεταστοιχείωσις» ἀκοῦμε καὶ σὲ κάποιο τροπάριο τῆς ἑορτῆς (ἀπόστ. ἑσπερ.). Ἔ λοιπόν,αὐτὸς ποὺ κάνει τὴν κοπριὰ ῥόδο, τὸ κάρβουνο διαμάντι, τὴν κάμπια ὡραία πεταλούδα, αὐτὸς ποὺ κάνει τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ στὴ φύσι, αὐτὸς κάνει καὶ τὸ ἀκόμη μεγαλύτερο θαῦμα· παίρνει τὸν παραμορφωμένο ἄνθρωπο, τὸ θηρίο, τὸ τέρας, τὸ ῥάκος, τὸ βδέλυγμα, τὸ «ἔκτρωμα» ποὺ ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὸν παλαιὸ ἑαυτό του (Α΄ Κορ. 15,8), καὶ τοῦ δίνει μιὰ ἀπερίγραπτη ὡραιότητα. Ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπὸ τὸ «παρὰ φύσιν» καὶ πηγαίνει στὸ «κατὰ φύσιν», κι ἀπ᾽ τὸ «κατὰ φύσιν» φτερουγίζει στὸ «ὑπὲρ φύσιν», στὰ μεγάλα ὕψη· γίνεται ἐπίγειος ἄγγελος καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος.
Ἂς σκεφτοῦμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, σοβαρὰ ἐπάνω στὸ μεγάλο αὐτὸ μυστήριο. Τότε θὰ ἑορτάσουμε σωστὰ καὶ θὰ αἰσθανθοῦμε τὸ μυστήριο τῆς θείας Μεταμορφώσεως, ὅταν ὁ καθένας μας, ὄχι ταπεινολογώντας ἀλλὰ μὲ βαθειὰ συναίσθησι, πῇ· Χριστέ μου, ἐγὼ εἶμαι ἡ βρωμερὴ κάμπια, πάρε με καὶ κάνε με πεταλούδα· ἐγὼ εἶμαι τὸ μαῦρο κάρβουνο, πάρε με καὶ κάνε με διαμάντι· ἐγὼ εἶμαι ἡ κοπριὰ τοῦ διαβόλου, πάρε με καὶ κάνε με τριαντάφυλλο.Αὐτὴ τὴ δύναμι τῆς Μεταμορφώσεως βεβαιώνουν αἰῶνες ὁλόκληροι μὲ πλήθη ἁγίων. Μερικοὶ φωνάζουν «ἀλλαγή», «μετασχηματισμό», νέα κοινωνία μὲ ἰσότητα δικαιοσύνη ἐλευθερία. Ἀλλ᾽ αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ ἔρχεται μόνο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ.Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀλλάζει, ὅταν γίνῃ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Τὴ δύναμι αὐτὴ τὴν ἔχει ἕνας μόνο, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰςπάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναΐσκο Μεταμορφώσεως τοῦ Ὑψώματος 1020 Φλωρίνης τὴν 6-8-1983μὲ ἄλλο τίτλο.

Μεταμόρφωσις του Σωτήρος - Η φωνὴ απὸ τον ουρανὸ, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

         



«Αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5)
Ἂς ἀνεβοῦμε, ἀδελφοί μου, ἂς ἀνεβοῦμεκ᾿ ἐμεῖς σήμερα στὸ ὄρος Θαβώρ. Ὄχι σωματικῶς, ἀλλὰ ψυχικῶς· ἂς ἀνεβοῦμε νοερῶς, διὰ τῆς πίστεως. Καὶ τότε μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως θὰ δοῦμε τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

 
Ὡραία εἶνε ἡ ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου· ἀλλὰ πιὸ ὡραῖα εἶνε ὅταν ἀνατέλλει στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς καὶ φέγγει τὸ γλυκύ του φῶς. Ὡραῖα εἶνε τὰ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ· ἀλλὰ πιὸ ὡραῖαεἶνε τὰ πνευματικὰ ἀστέρια. Καὶ σήμερα κοντὰ στὸν πνευματικὸ ἥλιο, τὸ Χριστό, παρουσιάστηκαν πέντε ἄστρα . Τρία ἄστρα εἶνε οἱ μαθηταί· ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης.Αὐτοὶ οἱ τρεῖς, ὅπως λένε οἱ πατέρες, ἐκπροσωποῦν τὴν στρατευομένη Ἐκκλησία. Τὰ ἄλλα δύο ἄστρα εἶνε ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ εἶχαν φύγει πρὶν πολλὰ χρόνια ἀπὸ τὴ ζωή. Ἡ παρουσία τους ἀποδεικνύει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν πεθαίνει. Ὁ Μωυσῆς εἶχε ζήσει 1.500 χρόνια, ὁ δὲ Ἠλίας 850 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Καὶ ὅμως βλέπουμε σήμερα στὸ θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως νὰ συνομιλοῦν αὐτοὶ οἱ δύο μὲ τὸν Κύριο. Ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας ἐκπροσωποῦν τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία.
Στρατευομένη καὶ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία βρίσκεται ἐπάνω στὴν κορυφὴ τοῦ Θαβώρ.Ἐκεῖ, λέει τὸ εὐαγγέλιο, ἔλαμψε τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου «ὡς ὁ ἥλιος», καὶ τὰ «ἱμάτια α τοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς» (Ματθ. 17,2). Καὶ μέσα ἀπὸ τὴ νεφέλη τὴ φωτεινή, ποὺ τοὺς ἐπισκίασε, ἀκούστηκε κάποια γνώριμη φωνή. Ἡ φωνή, ποὺ κατὰ τὴ βάπτισι εἶχε ἀκουστῆ στὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἐπαναλαμβάνεται τώρα στὸΘαβώρ· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός,ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (ἔ.ἀ. 17,5). Εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Τί μᾶς συνιστᾷ ἡ φωνὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ; Νὰἔχουμε τὰ αὐτιά μας ἀνοιχτὰ γιὰ νὰ ἀκοῦμε τὸν Χριστό. Διότι ὁ Χριστὸς εἶνε ὄχι ἁπλῶς ἄνθρωπος, ἀλλὰ Θεός. Εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πρό-σωπα τῆς ἁγίας Τριάδος. Ἐφ᾿ ὅσον λοιπὸν ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, πρώτη ὑποχρέωσί μας εἶνε νὰ τὸν προσκυνοῦμε. «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ» . Δευτέρα δὲ καὶ σπουδαιοτέρα ὑποχρέωσί μας εἶνε νὰ ἐκ-τελοῦμε στὴ ζωή μας κατὰ γράμμα καὶ νὰ ἐφαρμόζουμε ὅλες τὶς ἐντολές του, μικρὲς καὶμεγάλες.
Κλεῖστε πρὸς στιγμὴν τὰ μάτια σας καὶ φανταστῆτε. Μπορεῖτε νὰ συλλάβετε, τί θὰ ἦταν αὐτὸς ὁ κόσμος, ἐὰν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ ἐφάρμοζαν τὴν ἐντολὴ τοῦ οὐρανοῦ «Αὐτοῦ ἀκούετε» (ἔ.ἀ.) ; Πώ - πώ τί θὰ ἦταν αὐτὸς ὁ κόσμος· παράδεισος θὰ ἦταν!
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Νὰ ἐκτελῆτε ὅ,τι λέει ὁ Χριστός. Ἐὰν γινόταν αὐτό, θὰ ἐκπληρωνόταν ἡ προφητεία ποὺ λέει· «Ἐὰν θελήσετε νὰμ᾽ ἀκούσετε, θὰ φᾶτε τῆς γῆς τὰ ἀγαθά· ἐὰν ὅμως δὲν θελήσετε καὶ δὲν μ᾽ ἀκούσετε, μάχαιρα θὰ σᾶς καταφάῃ»(Ἠσ. 1,19). Ἐὰν ἀκούγαμετὸ Χριστό, θὰ τρώγαμε, ὅπως λένε, μὲ χρυσᾶ κουτάλια.Τώρα, κόλασι ἔγινε ἡ γῆ. Καὶ ἔγινε κόλασι, γιατὶ στὴν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν ν᾽ ἀκούσουν τὸ Χριστό.Μοῦ ἔλεγαν, ὅτι ὡρισμένοι ἀκοῦνε τὸ ῥαδιόφωνο ὧρες ὁλόκληρες, ἀλλὰ ἂν καμμιὰ φορὰ βάλῃ κανένα κήρυγμα, ἔστω καὶ μικρὸ καὶ σύντομο, ἀμέσως μὲ μανία τὸ κλείνουν.
Δὲν θέλουν ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, μισοῦν τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου. Μοιάζουν αὐτοί, ὅπως λέει ὁ ψαλμῳδός, μὲ κάποιο φαρμακερὸ φίδι ποὺ λέγεται ἀσπίς. Ὅταν ὁ ἐπαοιδός, ὁ μάγος, παίζῃ μουσική, ὅλα τὰ φίδια μαζεύονται κοντά του καὶ τιθασεύονται. Ἀρέσκονται στὸ τραγούδι τοῦ θηριοδαμαστοῦ τὰ φίδια· ἀλλὰ ἕνα φίδι δὲν ἀκούει καθόλου.Κλείνει τ᾿ αὐτιά του καὶ φεύγει μακριά. Αὐτὸτὸ φίδι εἶνε ἡ ἀσπίς. «…Ὡσεὶ ἀσπίδος κωφῆς καὶ βυούσης τὰ ὦτα αὐτῆς»(Ψαλμ. 57,5) . Ἀσπίδεςεἶνε οἱ ἄνθρωποι αὐτοί. Μισοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Βρισκόμαστε στὴν ἐποχή, ποὺ προφήτευ-σε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Οἱ ἄνθρωποι, εἶπε ,στοὺς ἐσχάτους καιροὺς θὰ κλείσουν τ᾿ αὐτιά τους μὲ βουλοκέρι, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τῆς ἀληθείας, τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιά τους στοὺς μύθους, στὴ φωνὴ τοῦ διαβόλου(βλ. Β΄ Τιμ. 4,4). Τὸ πρωὶ δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Τὸ βράδι ὅμως, ἑκατομμύριαἄνθρωποι, ἀνοίγουν τὶς τηλεοράσεις καὶ τὰῥαδιόφωνα, γιὰ νὰ δοῦν καὶ ν᾿ ἀκούσουν ὅλες τὶς βλακεῖες, ὅλες τὶς ἀσχημίες, ὅλα τὰ ἄτοπα καὶ ἁμαρτωλὰ πράγματα.
Ἔχουν κλείσει λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι τ᾿ αὐτιάτους στὴ φωνή τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό.Μισοῦν καὶ καταδιώκουν τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου· ἂν ἦταν δυνατόν, νὰ τοὺς ἐξοντώσουν ὅλους, γιὰ νὰ μὴν ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στὴ γῆ. Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐποχὴζοῦμε, ἀγαπητοί μου.
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Μᾶς ἔδωσε αὐτιὰ ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἀκοῦμε τὸ λόγο του καὶ νὰ τὸν ἐφαρμόζουμε. Ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι στὴν ἐποχήμας ἔγιναν κουφοί, ἀδιάφοροι καὶ ἀναίσθητοι. Κλείνουν τ᾿ αὐτιά τους στὸ Θεό, καὶ τ᾿ ἀνοίγουν στὸν διάβολο. Ἀλλὰ μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, τῆς ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς, ὑπάρχουν, ναί ὑπάρχουν, καὶΧριστιανοὶ ποὺ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἄγνωστοι Χριστιανοί. Στὴν Ἀλβανία ἀχούρια ἔκαναν τὶς ἐκκλησιὲς οἱ ἄθεοι, καὶ ἔλυωναν τὶς καμπάνες, καὶ καταδίωκαν τοὺς Χριστιανούς· ἀλλὰ τὴ νύχτα οἱ πιστοὶ κατέβαιναν στὰ ὑπόγεια καὶ προσκυνοῦσαν τὶς εἰκόνες,καὶ τὴν Κυριακὴ ἄνοιγαν τὰ ῥαδιόφωνα ν᾿ ἀκούσουν τὴ θεία λειτουργία, καὶ ἔκλαιγαν.
Τώρα ἐμεῖς γίναμε ἀναίσθητοι. Καὶ ἂν ἐκκλησιαζώμαστε, τυπικὰ καὶ ἀδιάφορα ἐκκλησιαζόμαστε· χωρὶς αἴσθημα, χωρὶς συγκίνησι, χωρὶς ἀγάπη καὶ λατρεία πρὸς τὸ Θεό. Ἐνῷ στὶς χῶρες ὅπου καταδιώκεται ὁ χριστιανισμός, ὅσοι πηγαίνουν στὴν ἐκκλησία, πηγαίνουν πραγματικὰ γιὰ τὸ Θεό. Θὰ ἔρθουν ὅμως χρόνιακαὶ σ᾿ ἐμᾶς, ποὺ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία . Θὰ τιμωρηθοῦμε, γιατὶ περιφρονήσαμε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ.Τώρα δὲν μᾶς στοιχίζει τίποτε ὁ Χριστός.Διασκέδασι· πᾶμε στὰ πανηγύρια, ἀνεβαίνουμε στὸ βουνό, παίρνουμε καθαρὸ ἀέρα, ἀγναντεύουμε τὰ πελάγη. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀκίνδυνος χριστιανισμός. Ἀλλὰ ἔρχονται ἡμέρες,ποὺ τὸ νὰ εἶνε κανεὶς Χριστιανὸς θὰ στοιχίζῃ πάρα πολύ· καὶ τότε θὰ φανοῦν οἱ πραγματικοὶ Χριστιανοί.
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Ποιός λοιπὸν ἔχει αὐτὶγιὰ ν᾿ ἀκούσῃ; Ἕνας ποὺ εἶνε κουφός, ὅ,τιμουσικὴ καὶ νὰ τοῦ παίξῃς, Μπετόβεν νὰ παίξῃς, δὲν καταλαβαίνει καὶ δὲν αἰσθάνεται τίποτε. Ὅπως λοιπὸν ὁ κουφὸς δὲν εἶνε εἰς θέσιν ν᾿ ἀκούσῃ καὶ νὰ καταλάβῃ τίποτε κι ἀπὸτὴν πιὸ ὡραία μουσικὴ κι ἀπὸ τὸ καλύτερο βιολί, ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι σήμερα εἶνε κουφοὶ καὶ ἀδιάφοροι καὶ ἀναίσθητοι. «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θε-οῦ» (Λουκ. 11,28). Ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι; Ὑπάρχουν. Καὶ ἄντρες καὶ γυναῖκες, καὶ παιδιὰ καὶ γέροι, καὶ ἀγράμματοι καὶ ἐγγράμματοι καὶ ἐπιστήμονες. Λίγοι εἶνε, ὅμως ὑπάρχουν. Ἀλλὰἡ μικρὴ αὐτὴ ἡ μειοψηφία δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀπογοητεύῃ. Θὰ ἔρθῃ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία μὲ βροντὲς καὶ ἀστραπὲς θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος. Ὅταν θὰ πέφτουν κεραυνοὶ κιἀστροπελέκια, θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιά· τότε ὅμως θὰ εἶνε ἀργά. Τώρα δὲν ἀκοῦνε, ὅπως δὲν ἄκουγαν καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ Νῶε. Κανείς δὲν ἄκουγε τὸ Νῶε. Τὸν κορόϊδευαν. Ὅτανὅμως ἄνοιξαν οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦκαὶ πλημμύρησε ἡ γῆ, τότε ἄνοιξαν τὰ μάτια τους καὶ τ᾿ αὐτιά τους· ἀλλὰ ἦταν ἀργά. Θ᾿ ἀνοίξουν λοιπὸν τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος ὅταν θ᾿ ἀκούσουν τὶς βροντὲς καὶ τὶς ἀστραπὲς καὶ τὴ φοβερὴ καταστροφὴ τοῦ κόσμου,τότε ποὺ θὰ λαλήσῃ ὁ Θεός. Ἀλλὰ τί τὸ ὄφελος; Τότε δὲν θὰ ἔχῃ καμμία ἀξία.
Σήμερα λοιπόν, ποὺ ἑορτάζουμε τὴ Μεταμόρφωσι τοῦ Σωτῆρος, ἂς παρακαλέσουμε τὸ Θεό, ν᾿ ἀνοίξη τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος,ν᾿ ἀνοίξῃ τ᾿ αὐτιά μας, γιὰ νὰ ἀκούσουμε τὰλόγια τοῦ Χριστοῦ, νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε μικροὶ καὶ μεγάλοι. Κι ὅταν τὰ ἐφαρμόσουμε,τότε θὰ εἴμαστε ἄξιοι μακαρισμοῦ. Γιατὶ εἶπεὁ Κύριος «Μακάριοι», καλότυχοι, – ποιοί; Ὄχιοἱ πλούσιοι, ἀλλὰ «οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Εἴθε μεταξὺ τῶν ἐκλεκτῶν τῆς εὐλογημένης αὐτῆς μερίδος, ἐκείνων ποὺ ἀκοῦνε τὸλόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐφαρμόζουν, νὰ εἶστε κ᾿ ἐσεῖς ὅλοι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ ἀκοῦτε καὶ διαβάζετε τὰ λόγια αὐτά.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-