Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Αποσπασματικά για τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη Δρ. Νίκος Ορφανίδης, φιλόλογος – λογοτέχνης


Αλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929).
Κάθομαι και διαβάζω, ξανά και ξανά, το συνοπτικό βιογραφικό του Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη, πρώτα εκείνο το λιτό και τηλεγραφικό, έτσι όπως το βρίσκαμε στα παλιά, τα ξεχασμένα πια «Αναγνωστικά»1, αλλά και τα άλλα. Ένα λιτό σχεδόν βιογραφικό, στον ηλεκτρονικό τόπο αυτό. Επιλέγω αυτό του ΕΚΕΒΙ, ένα του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού ή κι ένα άλλο, συνοπτικό και αυτό, πάλι από τον ηλεκτρονικό τόπο2, όταν οι νεοφανείς πια της λογοτεχνίας, διάττοντες συνήθως, μας κατακλύζουν με όλα τα περί τον βίο τους μάταια και ψευδή του κόσμου τούτου. Αντιγράφω, λοιπόν, ενδεικτικά, για όσους συνηθίζουν να καταφεύγουν και στον ηλεκτρονικό τόπο:
«Γεννήθηκε στη Σκιάθο. Ο πατέρας του, ξάδερφος της μητέρας του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, με τον οποίον και διατηρούσε στενή φιλική σχέση κατάγοταν απ’ το Μυστρά, ενώ η μητέρα του από τη Σκιάθο. Στο νησί τελείωσε το δημοτικό σχολείο και στη συνέχεια μετέβη στην Αθήνα, όπου αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο σε ηλικία 21 ετών.
Γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ την οποία αποφοίτησε το 1881. Δίδαξε ως φιλόλογος σε σχολεία της Μέσης εκπαίδευσης και εργάστηκε ως δημοσιογράφος.
Από το 1872 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία σε έντυπα των Βλάση Γαβριηλίδη και Δημητρίου Κορομηλά, έγινε μέλος του Φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός» και εργάστηκε για μία εικοσαετία ως καθηγητής στη Μέση Εκπαίδευση. Το 1874 ανέλαβε τη δημοσίευση των πρακτικών της Ελληνικής Βουλής στην Εφημερίδα, ενώ παράλληλα διακωμωδούσε την πολιτική κίνηση από τις στήλες της σατιρικής εφημερίδας «Αγορά», την οποία εξέδιδε ο ίδιος.
Στα 1901νυμφεύτηκε την Βασιλική Φουλάκη, με την οποία έζησε εν παρθενία. Μετά το θάνατό της, στα 1914, βρέθηκε μακριά απ’ τα εγκόσμια και μόνη του ασχολία είχε τη συγγραφή ως και το 1919, οπότε πείστηκε από το δημοσιογράφο Στέφανο Δάφνη να τυπώσει τον πρώτο τόμο των διηγημάτων του.
Τιμήθηκε με το Αριστείο των γραμμάτων και των Τεχνών (1914). Το 1928 αναγορεύτηκε σε πρόσεδρον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Λίγο πριν από το θάνατό του εκάρη μοναχός με το όνομα Ανδρόνικος, ενώ στα 1929 άφησε την τελευταία του πνοή».
Δεν ξέρω, τι να σχολιάσω και που να σταθώ πρώτα, διαβάζοντας τα πιο πάνω επιγραμματικά και συνοπτικά του βίου του.3 Το ότι έζησε, για παράδειγμα, σχεδόν δια βίου, κατά τρόπον ασκητικόν, οιονεί μοναχός στο πολύβουο άστυ των Αθηνών; Ή μήπως το πως εκάρη μοναχός, στο τέλος πια της ζωής του;
«Λίγο πριν από το θάνατό του», αναγράφεται στο βιογραφικό του, «εκάρη μοναχός με το όνομα Ανδρόνικος…». Σαράντα τόσες μέρες όλες κι όλες, πριν κοιμηθεί. Ψάχνοντας αναλυτικότερα, βρίσκουμε πως «στις 16 Σεπτεμβρίου του 1929 εκπληρώνεται παλαιόν του όνειρο: Γίνεται μεγαλόσχημος μοναχός με το όνομα Ανδρόνικος. Η σύζυγός του Βασιλική είχε γίνει μοναχή επίσης, λίγο προ του θανάτου της, με το όνομα Αθανασία. Τα καλογερικά τους ονόματα παραπέμπουν στο ζεύγος των Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας. Εκάρη μοναχός απο τον μητροπολίτη Χαλκίδος Γρηγόριο στην εκκλησία των Τριών Ιεραρχών Σκιάθου και εγράφη στο μοναχολόγιο της Μονής του Ευαγγελισμού, παρέμεινε ωστόσο στο σπίτι της ανηψιάς του Αλεξάνδρας Χατζηραφτάκη».4
Και το σχόλιο του Παύλου Νιρβάνα:
«Πριν ντυθή το ‘αγγελικόν σχήμα’, υπήρξε αναχωρητής μέσα στην πολυθόρυβη πρωτεύουσαΗ μεταβολή ήτο εντελώς εξωτερική. Στο βάθος της ψυχής του τίποτε δεν είχε αλλάξει. Kάτω από το λαϊκό ένδυμα του καθηγητού, του διηγηματογράφου και του ακαδημαϊκού, ζούσε πάντα ο ασκητής. Kάτω από τον Αλέξανδρο Mωραϊτίδη, ο μοναχός Ανδρόνικος».5
Στέκομαι, ιδιαίτερα σ’ εκείνο το άλλο σχετικό συμπληρωματικό από τον Βίο του: «Στα 1901 νυμφεύτηκε την Βασιλική Φουλάκη, με την οποία έζησε εν παρθενία». Όπως οι παλιοί εκείνοι όσιοι και άγιοι της Εκκλησίας μας, σημειώνω. Μα «η Ορθοδοξία είναι κατ’ εξοχήν ασκητική», μας υποδεικνύουν οι Γέροντες.6
Κι ακόμα αντιγράφω το πιο κάτω:
«Από το 1907 ο Μωραϊτίδης εγκατέλειψε τη λογοτεχνική και δημοσιογραφική του δραστηριότητα και μετά το θάνατο της Βασιλικής (1914) αποτραβήχτηκε από τα εγκόσμια και ασχολήθηκε μόνο με τη συγγραφή και μετάφραση θεολογικών κειμένων, ως το 1919, οπότε πείστηκε από το δημοσιογράφο Στέφανο Δάφνη να τυπώσει τον πρώτο τόμο των διηγημάτων του».7
Τον σκέφτομαι, λοιπόν, τον Μωραϊτίδη στο κελλάκι του στην Αθήνα, όπως τον περιγράφει με ένα τρόπο παραστατικό ο Νιρβάνας, εκεί στο σπιτάκι του στην οδό Καποδιστρίου 14, στην Αθήνα, με εκείνη την κληματαριά απέξω, και μέσα τα εικονίσματά του και το καντηλάκι του.
«K’ εκεί μέσα, τριγυρισμένος από ιερές εικόνες, κάτω από το φως της ακοίμητης καντήλας, που φώτιζε τα χλωμά πρόσωπα των οσίων και των μαρτύρων και που φάνταζε στην ψυχή του σαν ένας ήλιος πνευματικών ουρανών, ο μεγάλος Xριστιανός, αποτραβηγμένος από την ζωή, που βούϊζε τριγύρω του, εψέλλιζε τις προσευχές του και, νέος υμνωδός της Εκκλησίας του Xριστού, συνέθετε, σε βυζαντινά μέλη, τα νέα τροπάρια των ηρώων της πίστεως».8
Στέκομαι, ακόμα, και στον καημό του, που έψαλλε στις αγρυπνίες, στον Άγιο Ελισσαίο, πάντοτε ως αριστερός μονάχα ψάλτης. Με δεξιό τον κυρ Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Πάντοτε. «Μα να μη μ’ αφήσει κι εμένα μια φορά να ψάλλω ως δεξιός ψάλτης!»9 έλεγε. Ανθρώπινα όλα αυτά και φυσικά. Χωρίς καμμιά κακία. Με παράπονο μονάχα. Ταπεινά και διακριτικά.
Στέκομαι, ακόμα, σ’ όλη εκείνη την περιπέτειά του να μάθει γράμματα και να υπηρετήσει ως φιλόλογος στα σχολεία. Τέλειωσε το Βαρβάκειο Γυμνάσιο στα 21 του χρόνια. Γιατί δεν υπήρχε Γυμνάσιο στη Σκιάθο. Και το Γυμνάσιο στη Χαλκίδα ήταν τριτάξιο. Και τη Φιλοσοφική Σχολή δέκα χρόνια αργότερα, στα 1881. Στα 31 του χρόνια.
Στην Αθήνα, φτάνει, λοιπόν, το 186610, για να τελειώσει τελικά, με διακοπές, το Γυμνάσιο, στα 1871. Μεγάλος πια. Εικοσιενός ετών. Όπως και ο Παπαδιαμάντης, σκέφτομαι. Κι ακόμα, την ίδια εποχή, φτάνει στην Αθήνα και ο άγιος Νικόλαος παπα – Πλανάς. Αλλά και ο άγιος Νεκτάριος. Σημειώνω ενδεικτικά τις ημερομηνίες: Το 1869, για πρώτη φορά, ο Παπαδιαμάντης, το 1870 ο άγιος Νικόλαος παπα – Πλανάς. Και το 1877 ο άγιος Νεκτάριος, για να ολοκληρώσει τις Γυμνασιακές του σπουδές, σε ηλικία 31 ετών.
Σύναξη, λοιπόν, εν Αθήναις, αγίων και ασκητών και μοναχών και ανθρώπων των ολονυχτίων αγρυπνιών και ακολουθιών, κατά την Κολλυβάδικη παράδοση. Από τη Νάξο ο άγιος Παπα-Πλανάς και από τη Σκιάθο ο Παπαδιαμάντης και ο Μωραϊτίδης. Δύο νησιά, που υποδέχθηκαν, στα χρόνια του λυσσώδους κατατρεγμού, τους Κολλυβάδες από το Άγιο Όρος, βιώνοντας και εισερχόμενοι έτσι ταπεινώς στην Κολλυβάδικη Ορθόδοξη Παράδοση11. Το εκκλησιαστικό ήθος. Αλλά και όλοι μαζί, από την περιφέρεια του Ελληνισμού, στο πολύβουο, και αλλότριο άστυ των Αθηνών.

1. Βλ. ενδεικτικά, όλες κι όλες πέντε τηλεγραφικές αράδες στο τέλος των σχολικών βιβλίων. «Εγεννήθη το 1850 και απέθανε το 1929 εις την Σκίαθον. Εσπούδασε Φιλολογίαν και υπηρέτησεν ως καθηγητής γυμνασίου. Ησχολήθη με την λογοτεχνίαν και την δημοσιογραφίαν, είναι δε εκ των κορυφαίων Ελλήνων διηγηματογράφων. Εις τα έργα του εκδηλώνεται η γνησία θρησκευτικότης του και η μεγάλη αγάπη του προς την πατρίδα και την Ελληνικήν φύσιν».
2. Βλ. στον ηλεκτρονικό τόπο, ekebi.gr, biblionet. gr, el.wikipedia.org
3. Ένα λεπτομερές χρονολόγιο του Βίου του Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη συναντούμε στο «μνημειώδες» Λεύκωμα Μωραϊτίδη, που ετοίμασε ο Φώτης Δημητρακόπουλος. Βλ. Φώτης Δημητρακόπουλος, Ο μοναχός Ανδρόνικος, Λεύκωμα Μωραϊτίδη, Ergo, Αθήνα 2002. Βλ. ακόμα όσα αναφέρει στη διατριβή της η Βαλερά – Κουνάβα Ροδάνθη, Αλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929Συμβολή στη μελέτη του διηγηματογραφικού του έργου. Αθήνα, Βιβλιογονία, 1996 και τη σχετική παραπομπή της για το θέμα στα έργα: Φραγκούλας Ιω. Ν., Αλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850- 1929). Βοστώνη, 1950. Φραγκούλας Ιω. Ν., «Βιβλιογραφία Αλέξανδρου Μωραϊτίδη», Σκιαθίτικα Β, 1979, σ. 225-287. Φραγκούλας Ιω. Ν., «Αλέξανδρος Μωραϊτίδης· Ο άνθρωπος – Ο λογοτέχνης», Σκιαθίτικα Γ, 1982, σ. 173 – 278. Τέλλος Άγρας, «Τα «Διηγήματα» του Μωραϊτίδη», στον τόμο Τριανταφυλλόπουλος Ν. Δ., Ομόπλουν πλοίον· Πέντε κείμενα για τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Αθήνα, Στιγμή – Γνώση, 1990, σ. 11-38.
4. Βλ. Φώτης Δημητρακόπουλος, ο.π. σ. 244.
5. Παύλος Νιρβάνας, «Ο μοναχός Ανδρόνικος», περ. Νέα Εστία, 1 Δεκ. 1929, σ. 996-997 και στον τόμο Φώτης Δημητρακόπουλος, ο.π. σ. 256.
6. «»Άκου παιδί μου», του είπε τότε ο Γέροντας. «Η Ορθοδοξία είναι ασκητική!»» Βλ. Στέφανος Δημόπουλος, «Γέροντας Γρηγόριος, Ανδρικές κουβέντες, Των Αγίων ο χορός, Εν Πλω, Αθήνα 2019, σ. 356.
7. «Τον Ιούλιο του 1907 πέφτει και σπάει στο Μέγα Σπήλαιο το δεξί χέρι και πόδι. Το ατύχημά του αυτό έγινε η αφορμή να πάψει πια, κατά σύσταση του πνευματικού του, μοναχού Δανιήλ Σμυρναίου του αγιογράφου Κατουνακιώτη, να γράφει κοσμικά διηγήματα και να ασχολείται με τη δημοσιογραφία…» «19 Μαΐου (1914) θάνατος της γυναίκας του Βασιλικής. Λίγες μέρες πριν πεθάνει πήρε το «αγγελικό σχήμα» και μετονομάστηκε Αθανασία μοναχή.», Φώτης Δημητρακόπουλος, ο.π., σ σ. 178 και 193.
8. Παύλος Νιρβάνας, ο.π. σ. 256.
9. Το παράπονο εκφράστηκε από τον ίδιο τον Μωραϊτίδη. Βλ. Γ. Βαλέτας, Παπαδιαμάντης: Η ζωή, το έργο του, η εποχή του και Ι. Φραγκούλα, Αλέξανδρος Μωραϊτίδης: Ο άνθρωπος ο λογοτέχνης, Αθήνα Ιωλκός, 1982, σ. 23 Βλ. και Γεωργίου Πρίντζιπα, «Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης για τον Παπαδιαμάντη, Αγάπη και γκρίνια στις σχέσεις των δύο αγίων των ελληνικών γραμμάτων. Στον απόηχο του εορτασμού». Θεολογία 3, 2013. Βλ. και ηλεκτρονικός τόπος, ecclesia. gr.
10. Βλ. Φώτης Δημητρακόπουλος, ο.π. σσ. 36-42.
11. Για τη σχέση του Μωραϊτίδη και του Παπαδιαμάντη με το κίνημα των Κολλυβάδων υπάρχει εκτενής αναφορά και αντίστοιχη αναλυτική σχετική βιβλιογραφία. Βλ. ενδεικτικά Ανέστη Γ. Κεσελόπουλου, Η λειτουργική παράδοση στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1994, όπως και Κωνσταντίνος Κουτούμπας, Η λειτουργική παράδοση στο έργο του Αλεξάνδρου Μωραϊτίδη, Διπλωματική εργασία, ΑΠΘ., Θεσσαλονίκη 2009, σσ. 50 – 56.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου