Παρασκευή 19 Απριλίου 2019
H προσευχή του Χριστού στη Γεσθημανή
π. Σιλουανού Πεπονάκη
«Η εν Γεσθημανή προσευχή του Χριστού είναι αναμφιβόλως η υψίστη πασών των προσευχών κατά την εσωτερικήν αυτής αξίαν και την κοσμοσωτήριον δύναμιν…Ως ιστορικόν γεγονός δεν διήρκεσεν επί μακρόν’ ως πνευματική όμως πράξις Θείας αγάπης έλαβεν αρχήν πρό καταβολής κόσμου (βλ. Α’ Πέτρ. α’ 20), και δεν παύει να ενεργή μέχρι σήμερον».
Αυτά γράφει ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος Σαχάρωφ στο βιβλίο του «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί», περί της Γεσθημανίου προσευχής του Ιησού.
Τό γεγονός αυτό, που αποτελεί κατά τον ίδιο μία από τις πολυτιμότερες αποκαλύψεις περί Θεού και ανθρώπου, εικονίζεται από τούς δύο μεγάλους καλλιτέχνες Μιχαήλ Αστραπά και Ευτύχιο στον κύκλο του Πάθους, στο νότιο τοίχο της νότιας κεραίας του Σταυρού στην εκκλησία της Παναγίας της Περιβλέπτου στην Αχρίδα, (σήμερα Άγιος Κλήμης). Είναι επιβλητική και κατέχει εξέχουσα θέση στον κύκλο αυτό.
Ο Κύριος, συνεχίζει ο μακαριστός γέροντας, συμπεριέλαβε σ’ αυτή την προσευχή πάν ό,τι εγένετο από της εμφανίσεως στην ζωή του Πρώτου Αδάμ μέχρι του εσχάτου ανθρώπου, ο οποίος πρόκειται να γεννηθή εκ γυναικός. Αυτός που έκτισε την Θεία κοσμική αρμονία δεν μπορούσε να μήν θλίβεται συναντώντας παντού την αφόρητη διαστροφή του πρωτόκτιστου κάλλους από τις αισχρές και εγκληματικές ανθρώπινες πράξεις. Όλοι γνωρίζουμε ότι όσο βαθύτερα αγαπάμε, τόσο οδυνηρότερα ζούμε και την ελάχιστη ακόμη σύγκρουση. Τί όμως αισθανόταν Αυτός, η προαιώνιος Αγάπη, όταν με τόσο μίσος απέρριψαν την μαρτυρία Του περί του Πατρός; Αυτός τον οποίο η Εκκλησία ονομάζει Ήλιον της Δικαιοσύνης, παρέδωκε Εαυτόν εις την πονηρά κρίση εκείνων οι οποίοι Τόν κατεδίκασαν σε θάνατο. Αυτός, η Υποστατική Αλήθεια, συκοφαντήθηκε, ατιμάστηκε αναιδώς, επλήγη ασπλάχνως και χλευάστηκε χυδαίως.
Γιά να προσεγγίσουμε συνειδητά έστω και λίγο για την κατανόηση του γεγονότος εκείνων των τραγικών ημερών για όλη την ιστορία του κόσμου, για να κατοπτεύσουμε υπαρκτικώς έστω και «δι’εσόπτρου εν αινίγματι» την οδό που διήλθε ο Χριστός, είναι αναγκαίο να υποστούμε πλήθος δοκιμασιών.
Τά διαδοχικά επεισόδια στην παράσταση τιτλοφορούνται’ «Η Προσευχή», «Η Ραθυμία», «Η Δευτέρα Προσευχή», και με χωρία, από το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο (39&40) σημειώνονται η προσευχή και ο λόγος του Χριστού προς τούς Μαθητές. Ο φωτεινός και καθάριος όγκος του Όρους των Ελαιών, με όμορφες συστάδες δέντρων και θάμνων προσφέρει με πλατιές καμπύλες τον ανήσυχο τόπο του δράματος. Ένα ζεύγος μικρών αγγέλων Του παραστέκεται εκφραστικό. Οι μαθητές κοιμούνται αποκαμωμένοι και ο Κύριος έρχεται δεξιά και απευθύνει το λόγο στον Πέτρο που ξυπνά ταραγμένος. Τό ίδιο και ο Ιωάννης απέναντι , και πιό πέρα ο άλλος μαθητής που απλώνει το χέρι και εγείρει τον κοντινό του στο κέντρο. Οι ζωηρές και πολύτροπες στάσεις των Αποστόλων αποδίδουν με φυσικότητα αλλά και με επιτήδευση πληθωρικού δραματικού τόνου, που μεταφέρουν με πλαστική αντήχηση οι πτυχές στα φορέματα την ταραχή και τον φόβο που αποτύπωσε ο ύπνος. Ξεχωρίζει η στάση του Πέτρου που ανακάθεται ξαφνιασμένος με τα νώτα στον θεατή.
Η προσευχή είναι ατελεύτητος δημιουργία ανωτέρα πάσης τέχνης ή επιστήμης. Διά της προσευχής εισερχόμαστε σε κοινωνία με το Άναρχο Όν. Ή αλλιώς η ζωή του όντως Όντος Θεού εισχωρεί εν ημίν διά του αγωγού της προσευχής. (Αρχιμ. Σωφρονίου’ Περί προσευχής). Ο Κύριος προσηύχετο μέχρι αιματηρού ιδρώτα όχι για την δική του αμαρτία, αλλά για την δική μας απώλεια. Παρ’ όλα αυτά και ο Ίδιος κατά την ανθρώπινη φύση Του έπρεπε να διέλθη τον αγώνα της πλήρους κενώσεως όπως αυτή ήταν στον ουρανό ήδη τετελειωμένη στην θεότητά Του εν σχέσει προς τον Πατέρα. Περί του «ποτηρίου» τούτου προσευχόταν ο Κύριος ως άνθρωπος. Δι’ Αυτού απεκαλύθφη εις ημάς ο χαρακτήρας του Θεού της Αγάπης. Η τελειότητα αυτής της αγάπης έγκειται στο ότι η αγάπη αυτή είναι ταπεινή, δηλαδή προσφέρεται άνευ επιφυλάξεως. Ο Πατήρ εν τή γεννήσει του Υιού κενούται ολοτελώς .Αλλά και ο Υιός επιστρέφει το πάν εις τον Πατέρα. Αυτή ακριβώς την πράξη της τελείας κενώσεως τέλεσε ο Κύριος εν τή σαρκώσει Αυτού εν τή Γεσθημανή και επί του Γολγοθά. (Αρχιμ. Σωφρονίου’ Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί).
«Η καθαρά προσευχή δεν δίνεται σε όσους μελετούν πολύ».(Αρχιμ. Σωφρονίου’ Περί πνεύματος και ζωής). «Όταν επισκεφθή τον άνθρωπο έστω και σκιά τις της Γεθσημανίου προσευχής, θραύονται τα δεσμά του εγωϊστικού ατόμου και εισάγεται ούτος εις νέαν μορφήν προσωπικού, υποστατικού είναι, κατ’ εικόνα της υποστάσεως του Μονογενούς Υιού…Εάν τις ενωθή μετ’ Αυτού διά της ομοιώσεως του θανάτου εν βαθεία υπέρ του κόσμου προσευχή και αφορήτω δίψη διά την σωτηρία των ανθρώπων, προγεύεται την ομοίωσιν της αναστάσεως». (Αρχιμ. Σωφρωνίου’ Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί).
H Έγερση του Λαζάρου και ο Θάνατος των Αγαπημένων
Ο θάνατος του Λαζάρου, του φίλου του Χριστού, μας παραπέμπει στο θάνατο αγαπημένων προσώπων.
Αυτό
το «εδάκρυσεν ο Ιησούς» (Ιω.11.35) δείχνει τον πόνο Του για το χωρισμό,
την τέλεια ανθρώπινή Του φύση, καθώς και το οδυνηρό τού θανάτου ως
αταίριαστο για τον άνθρωπο.
Μπροστά
στον τάφο του τετραήμερου ξεδιπλώνεται το εσωτερικό του Ιησού, που
χαρακτηρίζεται από αγάπη και στοργή για το πρόσωπο με την ιδιαίτερη και
μοναδική σχέση της φιλίας. Γι’αυτό δεν κρύβει τη λύπη και την ταραχή
Του.
«Ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν» (Ιω.11,33).
Στο μεγάλο πόνο αποκαλύπτουμε το βαθύτερο εαυτό μας, χωρίς μάσκα και χωρίς κοινωνικά καλουπώματα.
Η διήγηση του Ευαγγελίου για την έγερση του Λαζάρου είναι πέρα για πέρα αληθινή, όπως οποιοσδήποτε θάνατος αγαπημένου προσώπου.
Εκεί φαίνεται το γεγονός του θανάτου, τα αισθήματα των ζώντων, οι εσωτερικές τους καταστάσεις.
Φαίνεται
όμως και η υπέρβασή του, καθότι ο Ιησούς Χριστός, ο φίλος του Λαζάρου,
δεν είναι απλά ένας σπουδαίος δάσκαλος, ένας καλός φίλος ή ακόμη και
ένας με το χάρισμα της θαυματουργίας. Είναι « η ανάστασις και η ζωή» ,
καθώς το αποκαλύπτει στη Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου.
Γι’ αυτό «όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, κι αν πεθάνει, θα ζήσει».
Η
ανάσταση του Λαζάρου, μια βδομάδα πριν την ανάσταση του Κυρίου,
βεβαιώνει την κοινή ανάσταση όλων των κεκοιμημένων, που θα συμβεί στη Δευτέρα
Παρουσία. Μέχρι τότε ο θάνατος των αγαπημένων θα σχίζει την καρδιά, ο
πόνος θα συντρίβει την ύπαρξη και η ανάγκη για επικοινωνία θα γίνεται
αφόρητη. Ποιος είπε ότι το κλάμα για τον κεκοιμημένο μας είναι αμαρτία;
Αμάρτησε δηλαδή κι ο Χριστός έξω από τον τάφο τού φίλου Του; Δεν είναι
απάνθρωπο να καταπιέζουμε τα αισθήματά μας, βιώνοντας το μεγάλο πόνο;
Κι
από την άλλη: Δεν προσδοκούμε ανάσταση νεκρών; Δεν είναι ο Κύριος και
Θεός μας νικητής του θανάτου; Ζούμε ως άθεοι, μη έχοντες ελπίδα; Η
έγερση του Λαζάρου τοποθετεί το θάνατο αγαπημένων μας προσώπων στη σωστή
του βάση: έκφραση των οδυνηρών βιωμάτων μας κατά τον τρόπο που ο
καθένας μας εκφράζεται και θέλει, αλλά και βεβαίωση ότι ο αγαπημένος μας
«μεταβαίνει εκ του θανάτου εις την ζωήν», σε νέα διάσταση ζωής όπου «
δεν υπάρχει ούτε πόνος ούτε λύπη ούτε στεναγμός».
Τελειώνοντας,
θα ήθελα να επισημάνω και τη φιλία του Χριστού με το Λάζαρο ως γεγονός
που δείχνει την ανθρώπινη αυτή ανάγκη. Είναι θλιβερό να περνά η ζωή
χωρίς φιλία, χωρίς σχέση. Αυτό είναι ένας άλλος τρόπος θανάτου που
επιλέγουμε ελεύθερα, γι’ αυτό και χωρίς ελπίδα ζωής. Γιατί χωρίς φίλο,
όταν θα βιώνεις εμπειρίες ψυχικού θανάτου – απογοήτευση, απόρριψη,
μοναξιά – θα μείνεις στο θάνατο. Ο φίλος όμως – αν είναι όντως φίλος –
θα σε αναστήσει ερχόμενος κοντά σου, πονώντας και κλαίοντας μαζί σου κι
άρα παίρνοντας το δικό σου θάνατο και χαρίζοντάς σου την κοινωνία, τη
σχέση, την ελπίδα. Άρα την όντως ζωή.
http://blogs.sch.gr/kantonopou
Δυο απορίες μπροστά στο μνήμα του Λαζάρου…
Ο
Κύριος είπε στους παριστάμενους όταν επρόκειτο να αναστήσει τον Λάζαρο:
«ἄρατε τόν λίθον», σηκώστε δηλαδή την πέτρα του τάφου. Και αυτοί «ἦραν
τόν λίθον οὗ ἦν ὁ τεθνηκώς κείμενος». Αφού με ένα λόγο θα πετούσε στην
άκρη τον θάνατο και θα επανέφερε τον νεκρό στη ζωή, ήταν δύσκολο με αυτό
τον λόγο να πετάξει και την πέτρα, την πλάκα του τάφου; Ένα ερώτημα
αυτό.
Δεύτερο: αφού τον ανέστησε τον Λάζαρο,
«ἐξῆλθεν (από τον τάφο) ὁ τεθνηκώς δεδεμένος τούς πόδας και τάς χεῖρας
κειρίαις», δεμένος με επιδέσμους, όπως τον είχαν φασκιώσει πριν τον
ενταφιάσουν. Τον ανέστησε, και πόσο δύσκολο ήταν να τον παρουσιάσει
ελεύθερο από τα σάβανά του; Τον έλυσε από τα δεσμά του θανάτου. Δεν
μπορούσε να τον λύσει από τα δεσμά των ανθρώπων, αλλά είπε στους
ανθρώπους «λύσατε αὐτόν καί ἄφετε ὑπάγειν»; Δύσκολο; Όχι. Αδύνατο; Όχι.
Τι δύσκολο, τι αδύνατο υπάρχει στον Θεό;
Τίποτε, απολύτως τίποτε. Αλλά ο Θεός κάνει ο ίδιος το αδύνατο στους
ανθρώπους και αφήνει το δυνατό να το κάνουν μόνοι τους. Αδύνατο εδώ ήταν
το θαύμα, η νεκρανάσταση. Αυτό το κάνει ο Χριστός. Δυνατό ήταν να
σηκώσουν οι άνθρωποι την πλάκα του τάφου, να λύσουν τον Λάζαρο από τα
σάβανά του. Αυτά να τα κάνουν οι άνθρωποι. Να συμβάλουν κι αυτοί στο
μεγάλο καλό, να συνεισφέρουν ότι μπορούν στη μεγάλη χαρά.
Και αυτό πρέπει να γίνεται σε όλα. Ο
Θεός για τη σωτηρία μας κάνει τα αδύνατα σε μας τους ανθρώπους. Αδύνατο
σε μας ήταν να βρούμε τη σωτηρία. Ήλθε εκείνος και μας την έφερε. Είναι
αδύνατο εμείς να τον κατεβάσουμε από τον ουρανό στη γη. Ήλθε μόνος του,
απρόσκλητος, αυτεξούσιος και αυτεπάγγελτος. Ήταν αδύνατο εμείς ακόμα και
να φανταστούμε το μέσο και τον τρόπο της σωτηρίας μας. Τα βρήκε η θεία
σοφία και αγάπη και ευσπλαχνία Εκείνου. Αδύνατο σε μας το θαύμα, αδύνατη
η Χάρη, αδύνατη και η απλή προσπάθεια για τη σωτηρία μας…
Όλα αυτά τα αδύνατα, όλα αυτά και άλλα
τόσα, άλλα πολλά και αναρίθμητα αδύνατα τα έκανε ο Θεός. Αλλά άφησε και
αφήνει σε μας τα δυνατά, την πίστη, τη μετάνοια, την ομολογία, την
κατάνυξη, τον αγώνα, την προσπάθεια, την παράδοσή μας σ’ Αυτόν, την
αφοσίωση στο άγιο θέλημά Του, την αγάπη μας σ’ Αυτόν, την πλήρη και
τέλεια υπακοή μας.
Ο Θεός ανέλαβε τα αδύνατα. Σε μας άφησε
τα δυνατά για τη σωτηρία μας. Τα έχουμε όμως αναλάβει; Έχουμε αναλάβει
με πίστη και ζήλο και ενθουσιασμό και αγώνα ιερό της ψυχικής, της
αιώνιας σωτηρίας μας το έργο;
Ας το αναλάβουμε. Η Αγία και Μεγάλη
Τεσσαρακοστή βοηθά τα μέγιστα σε αυτό το μεγάλο έργο μας. Να, μας
κατευθύνει προς την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, μας παρουσιάζει τον Σωτήρα
και Λυτρωτή μας που σταυρώθηκε για να εξασφαλίσουμε την αιώνια σωτηρία
μας. Ας του προσφέρουμε, λοιπόν, τη σταθερή μας πίστη, την ολόθερμη
αγάπη μας, την αγνή ζωή και λατρεία μας και ο Κύριος κάνοντας Εκείνος τα
αδύνατα θα μας προσφέρει την αιώνια σωτηρία μας, την αιώνια δόξα και
μακαριότητα και τιμή στην ουράνια Βασιλεία Του.
Αθανασίου Σ. Φραγκοπούλου
μεταγλωττισμένο απόσπασμα
από το βιβλίο το Στάδιον των Αρετών
εκδ. Ο Σωτήρ
μεταγλωττισμένο απόσπασμα
από το βιβλίο το Στάδιον των Αρετών
εκδ. Ο Σωτήρ
Η ανάσταση του Λαζάρου: το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στον θάνατο
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ολοκληρώνεται και καταλήγει σε δυο λαμπρές, εόρτιες ημέρες, ή μάλλον σε μια διπλή εορτή. Είναι το Σάββατο του Λαζάρου, κατά το οποίο μνημονεύουμε την έγερση του επιστήθιου φίλου του Χριστού Λαζάρου, και η Κυριακή των Βαΐων,
που εορτάζουμε τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα έξι
μέρες πριν προδοθεί και υποστεί το σταυρικό θάνατο. Κατά τις δύο αυτές
λαμπρές ημέρες η Εκκλησία μάς αποκαλύπτει
το αυθεντικό νόημα της εθελούσιας θυσίας του Χριστού και του λυτρωτικού
Του θανάτου, πριν εισέλθουμε στη θλίψη και το σκοτάδι του πάθους, πριν ξαναγίνουμε μάρτυρες της οδύνης του Χριστού.
Ο Χριστός βρισκόταν μακριά από την Ιερουσαλήμ
όταν πέθανε ο Λάζαρος, και μόλις τέσσερις μέρες αργότερα έφθασε στη
Βηθανία όπου συνάντησε τις αδελφές του Λαζάρου, τη Μάρθα και τη Μαρία,
και τους στενοχωρημένους και κλαμένους φίλους του. Το ευαγγέλιο του
αγίου Ιωάννη εξιστορεί με λεπτομέρειες αυτή τη συνάντηση, αρχίζοντας από
τη συζήτησή Του με τη Μάρθα και τη Μαρία.
Και οι δυο τους λένε στο Χριστό, «Κύριε ει ης
ώδε, ουκ αν απέθανέ μου ο αδελφός» (Ιωαν. 11, 32). Και ο Χριστός απαντά:
«αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωαν. 11, 23). Άσχετα όμως από αυτή την
απάντηση, όταν είδε το κλάμα των αδελφών και των φίλων τους, ο Ίδιος
«ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν αυτόν…» (Ιωαν. 11, 36). Ο Χριστός
διέταξε να απομακρυνθεί η πέτρα που σκέπαζε τον τάφο. Και όταν
αφαιρέθηκε η πέτρα, «φωνή μεγάλη εκραύγασε Λάζαρε, δεύρο έξω, και
εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις…» (Ιωαν.
11, 43- 44). Ποιο είναι το νόημα αυτού του γεγονότος που η Εκκλησία
γιορτάζει τόσο λαμπρά, τόσο πανηγυρικά, τόσο νικητήρια το Σάββατο του
Λαζάρου; Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη θλίψη και τα δάκρυα του Χριστού
με τη δύναμη να εγείρει τους νεκρούς;
Με ολόκληρο τον εορτασμό η Εκκλησία επαναλαμβάνει πως ο Χριστός κλαίει επειδή, βλέποντας το θάνατο του φίλου Του, βλέπει επίσης και τη νίκη του θανάτου πάνω σ’ ολόκληρο τον κόσμο,
βλέπει πως ο θάνατος, που δε δημιουργήθηκε από το Θεό, σφετερίστηκε το
θρόνο Του και τώρα κυριαρχεί στον κόσμο, δηλητηριάζοντας τη ζωή,
μετατρέποντας τα πάντα σε άσκοπο ρεύμα ημερών που κυλούν ανελέητα προς
την άβυσσο. Κατόπιν έρχεται η εντολή, «Λάζαρε, δεύρο έξω»! Εδώ έχουμε το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στο θάνατο,
ακούμε μια εντολή που αναγγέλλει τον πόλεμο του Χριστού κατά του
θανάτου, μια υπόσχεση πως ο ίδιος ο θάνατος θα καταστραφεί και θα
εξαφανιστεί. Ο ίδιος ο Χριστός, που σημαίνει ο ίδιος ο Θεός, η ίδια η
αγάπη και η ζωή, για να καταστρέψει το θάνατο και το σκοτάδι του,
κατεβαίνει στον τάφο, για να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο το θάνατο,
για να τον εκμηδενίσει και να μάς χαρίσει την αιώνια ζωή την οποία ο
Θεός μάς δημιούργησε να κατέχουμε.
Από το βιβλίο
«Εορτολόγιο – Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος» Αλέξανδρος Σμέμαν Εκδ. Ακρίτας
«Εορτολόγιο – Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος» Αλέξανδρος Σμέμαν Εκδ. Ακρίτας
.
Τροπάριον τοῦ ὌρθρουΤὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος,
ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός·
ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες,
τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
.
Στιχηρὰ Ἰδιόμελα τοῦ Ἁγίου Λαζάρου
Κύριε, ἡ φωνή σου κατέλυσε, τοῦ ᾍδου τὰ βασίλεια,
καὶ ὁ λόγος τῆς ἐξουσίας σου, ἤγειρεν ἐκ τάφου τετραήμερον,
καὶ γέγονεν ὁ Λάζαρος, τῆς παλιγγενεσίας, προοίμιον σωτήριον.
Πάντα δυνατά σοι Δέσποτα, τῷ πάντων Βασιλεῖ,
δώρησαι τοῖς δούλοις σου, ἱλασμὸν καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
.
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας που περιγράφει την Ανάσταση του Λαζάρου:
κατά Ιωάννην, κεφάλαιο ια, 1-45.
Ἑρμηνεία τῆς Εἰκόνας της Αναστάσεως του Λαζάρου.
Ἡ Εἰκόνα εἶναι ζωγραφισμένη τό 1546 ἀπό τόν Θεοφάνη καί εἶναι
βασισμένη στήν Εὐαγγελική περικοπή πού ἀναφέρεται στό θαῦμα τῆς
ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἀπό τόν Χριστό (Ἰωάν. 11, 144).
Ἡ ἑορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἀνάγεται στά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί θεωρεῖται ὡς προτύπωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί μελλούσης ἀναστάσεως -κατά τήν Δευτέραν Παρουσίαν- ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ παράσταση εἰκονίζεται ἀνάμεσα σέ δυό βουνά. Στό ἕνα ἀπό αὐτά βρίσκεται λαξευμένος ὁ τάφος τοῦ Λαζάρου.
Οἱ κορυφές τῶν βουνῶν κλίνουν πρός τά μέσα, σάν νά προσπαθοῦν νά περικλύσουν τό μυστήριο, τό ὁποῖο, ἄν καί ἄλογα, παρατηροῦν μέ ἔντονο ἐνδιαφέρον, προσπαθώντας νά κατανοήσουν τά τελούμενα καί νά προσκυνήσουν τόν Κύριο τοῦ θανάτου καί τῆς ζωῆς.
Σύμφωνα μέ ἄλλους ἑρ μηνευτές, ἡ κλίση τῶν βουνῶν εἰκονίζει τό χῶρο τοῦ θανάτου, πού βασίλευε πρίν ἀπό τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός μέ μεγαλοπρέπεια καί θεϊκή δύναμη, πορεύεται μαζί μέ τούς Μαθητές πρός τόν τάφο τοῦ Λαζάρου.
Βρίσκεται ἀκόμα ἐν κινήσει, καθώς ἀντι λαμβανόμαστε ἀπό τό ὑψωμένο δεξί Του πόδι, ἐνῶ μέ τό δεξί Του χέρι πού τό τείνει ἔντονα πρός τά ἐμπρός, ἀπευθύνει τό λόγο πρός τόν νεκρό Λάζαρο «ἐν δυνάμει καί ἐξουσία» καί τόν προστάζει νά βγεῖ ἀπό τόν τάφο.
Ὁ Χριστός εἶναι ντυμένος μεγαλόπρεπα μέ τό κλασσικό ἐσωτερικό πορφυρό χιτῶνα, πού συμβολίζει τή Θεϊκή-βασιλική Του φύση. ‘Εξωτερικά φοράει τό σκουροπράσινο ἔνδυμα, μέ τό ὁποῖο συμβολίζεται ἡ ἀνθρώπινη φύση, αὐτή πού προσέλαβε, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο.
Αὐτά τά χρώματα εἶναι τά δυό βασικά πού συναντοῦμε καί στά ἐνδύ ματα τῆς Θεοτόκου, μέ τήν διαφορά ὅτι σ’ Ἐκείνην τά χρώματα τῶν ἐνδυμάτων εἶναι ἀντίστροφα, δηλαδή τό πρά σινο μέσα καί τό κόκκινο ἐξωτερικά.
Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν συνη θισμένος ἄνθρωπος (φύση χοϊκή-πρά σινο ἐσωτερικό ἔνδυμα), ἡ Ὁποία ὅμως μέ τήν ἅγια ζωή Της, θεώθηκε «κατά χάριν»(Θεϊκή φύση κόκκινο-ἐξωτερικό ἔνδυμα). Μέ τό ἐσωτερικό ἔνδυμα δηλώνεται ἡ «φύσις» καί μέ τό ἐξωτερικό «τό πρόσλημα».
Στήν εἴσοδο τοῦ κενοῦ πλέον μνη μείου ξεπροβάλλει ὁ Λάζαρος ζωντα νός καί ὀρθός, φέροντας φωτοστέφανο -δεῖγμα τῆς ἅγιας ζωῆς του- χλωμός καί μέ καταβεβλημένο πρόσωπο, πού προδίδει τήν ἐξ Ἅδου προέλευσή Του.
Ὁ Λάζαρος εἶναι ζωσμένος ἀκόμα τά συνήθη στούς Ἰουδαίους νεκρικά ὀθό νια καί τά σουδάρια, ἀπό αὐτά προσπαθεῖ ἐναγώνια νά τόν ἐλευθερώσει κάποιος νέος. Κάποιος ἄλλος ἀπό αὐτούς πού παραβρίσκονταν τήν ὥρα τοῦ, ἐνῶ ἄλλος κρατάει ἀκόμα τήν βαριά ταφόπετρα πού μόλις εἶχε ἀνασύρει.
Στά πόδια τοῦ Χριστοῦ προσπίπτουν μέ καταφανή ὀδύνη οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου Μάρθα καί Μαρία, ἔχοντας καλυμμένα τά χέρια τους, σέ ἔνδειξη τιμῆς καί σεβασμοῦ πρός τόν Μεγάλο Ἑπισκέπτη.
Ἡ στάση καί τῶν δυό ἀδελφῶν, σεμνή καί τεθλιμμένη, ἄν καί μέ διαφορετική θέση τοῦ σώματος, φανε ρώνει τήν εὐγνώμονα καί σεβαστική πρός τόν Κύριον στάση τῆς καρδιᾶς τους.
Ὁ Χριστός συνοδεύεται ἀπό τούς Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν παρόντες καί βεβαιοῦντες τό θαῦμα. Στό βάθος διακρίνονται τά κτίρια τῆς πόλης. Ἔτσι καταδείχνεται ὅτι τό θαῦμα ἔγινε ἔξω τῆς πόλεως, ὅπου συνήθως, σέ ἰδιόκτητα ἀγροκτήματα, ἦταν καί οἱ τάφοι.
Κοντά στά κτίρια παριστάνεται ἡ σκηνή τῆς προσέλευσης πλήθους ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι παραβρέθηκαν τήν ὥρα τοῦ θαύματος. ‘Από αὐτούς ὁ πρῶτος καλύπτει μέ τήν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του τή μύτη του.
Ἔτσι παριστάνεται ζωγραφικά καί ἡ βαριά μυρωδιά πού σκόρπιζε ἡ ἀρχή τῆς ἀποσύνθεσης τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Λαζάρου καί ἐπιβεβαιώνεται ὅτι τό θαῦμα εἶναι «μέγα» καί ἔγινε δημοσία.
Τό πλῆθος τοποθετεῖται πίσω ἀπό τήν κλίση τοῦ βράχου ἔτσι, ἐνῶ ἡ εἰκόνα ἔχει πολλά πρόσωπα, ὅμως διαχωρίζεται ἰσόμετρα καί γι’ αὐτό δέν κουράζει τό θεατή μέ τόν ὄγκο της.
Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου προεικονίζεται καί προαναγγέλεται τόσο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού θά ἀκολουθήσει σέ λίγο, ὅσο καί ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κάθε ἀνθρώπου, καθώς λέει καί τό τροπάριο τῶν Αἴνων πού ψάλλουμε ἐκείνη τήν ἡμέρα.
Ἡ ἑορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἀνάγεται στά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί θεωρεῖται ὡς προτύπωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί μελλούσης ἀναστάσεως -κατά τήν Δευτέραν Παρουσίαν- ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ παράσταση εἰκονίζεται ἀνάμεσα σέ δυό βουνά. Στό ἕνα ἀπό αὐτά βρίσκεται λαξευμένος ὁ τάφος τοῦ Λαζάρου.
Οἱ κορυφές τῶν βουνῶν κλίνουν πρός τά μέσα, σάν νά προσπαθοῦν νά περικλύσουν τό μυστήριο, τό ὁποῖο, ἄν καί ἄλογα, παρατηροῦν μέ ἔντονο ἐνδιαφέρον, προσπαθώντας νά κατανοήσουν τά τελούμενα καί νά προσκυνήσουν τόν Κύριο τοῦ θανάτου καί τῆς ζωῆς.
Σύμφωνα μέ ἄλλους ἑρ μηνευτές, ἡ κλίση τῶν βουνῶν εἰκονίζει τό χῶρο τοῦ θανάτου, πού βασίλευε πρίν ἀπό τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός μέ μεγαλοπρέπεια καί θεϊκή δύναμη, πορεύεται μαζί μέ τούς Μαθητές πρός τόν τάφο τοῦ Λαζάρου.
Βρίσκεται ἀκόμα ἐν κινήσει, καθώς ἀντι λαμβανόμαστε ἀπό τό ὑψωμένο δεξί Του πόδι, ἐνῶ μέ τό δεξί Του χέρι πού τό τείνει ἔντονα πρός τά ἐμπρός, ἀπευθύνει τό λόγο πρός τόν νεκρό Λάζαρο «ἐν δυνάμει καί ἐξουσία» καί τόν προστάζει νά βγεῖ ἀπό τόν τάφο.
Ὁ Χριστός εἶναι ντυμένος μεγαλόπρεπα μέ τό κλασσικό ἐσωτερικό πορφυρό χιτῶνα, πού συμβολίζει τή Θεϊκή-βασιλική Του φύση. ‘Εξωτερικά φοράει τό σκουροπράσινο ἔνδυμα, μέ τό ὁποῖο συμβολίζεται ἡ ἀνθρώπινη φύση, αὐτή πού προσέλαβε, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο.
Αὐτά τά χρώματα εἶναι τά δυό βασικά πού συναντοῦμε καί στά ἐνδύ ματα τῆς Θεοτόκου, μέ τήν διαφορά ὅτι σ’ Ἐκείνην τά χρώματα τῶν ἐνδυμάτων εἶναι ἀντίστροφα, δηλαδή τό πρά σινο μέσα καί τό κόκκινο ἐξωτερικά.
Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν συνη θισμένος ἄνθρωπος (φύση χοϊκή-πρά σινο ἐσωτερικό ἔνδυμα), ἡ Ὁποία ὅμως μέ τήν ἅγια ζωή Της, θεώθηκε «κατά χάριν»(Θεϊκή φύση κόκκινο-ἐξωτερικό ἔνδυμα). Μέ τό ἐσωτερικό ἔνδυμα δηλώνεται ἡ «φύσις» καί μέ τό ἐξωτερικό «τό πρόσλημα».
Στήν εἴσοδο τοῦ κενοῦ πλέον μνη μείου ξεπροβάλλει ὁ Λάζαρος ζωντα νός καί ὀρθός, φέροντας φωτοστέφανο -δεῖγμα τῆς ἅγιας ζωῆς του- χλωμός καί μέ καταβεβλημένο πρόσωπο, πού προδίδει τήν ἐξ Ἅδου προέλευσή Του.
Ὁ Λάζαρος εἶναι ζωσμένος ἀκόμα τά συνήθη στούς Ἰουδαίους νεκρικά ὀθό νια καί τά σουδάρια, ἀπό αὐτά προσπαθεῖ ἐναγώνια νά τόν ἐλευθερώσει κάποιος νέος. Κάποιος ἄλλος ἀπό αὐτούς πού παραβρίσκονταν τήν ὥρα τοῦ, ἐνῶ ἄλλος κρατάει ἀκόμα τήν βαριά ταφόπετρα πού μόλις εἶχε ἀνασύρει.
Στά πόδια τοῦ Χριστοῦ προσπίπτουν μέ καταφανή ὀδύνη οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου Μάρθα καί Μαρία, ἔχοντας καλυμμένα τά χέρια τους, σέ ἔνδειξη τιμῆς καί σεβασμοῦ πρός τόν Μεγάλο Ἑπισκέπτη.
Ἡ στάση καί τῶν δυό ἀδελφῶν, σεμνή καί τεθλιμμένη, ἄν καί μέ διαφορετική θέση τοῦ σώματος, φανε ρώνει τήν εὐγνώμονα καί σεβαστική πρός τόν Κύριον στάση τῆς καρδιᾶς τους.
Ὁ Χριστός συνοδεύεται ἀπό τούς Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν παρόντες καί βεβαιοῦντες τό θαῦμα. Στό βάθος διακρίνονται τά κτίρια τῆς πόλης. Ἔτσι καταδείχνεται ὅτι τό θαῦμα ἔγινε ἔξω τῆς πόλεως, ὅπου συνήθως, σέ ἰδιόκτητα ἀγροκτήματα, ἦταν καί οἱ τάφοι.
Κοντά στά κτίρια παριστάνεται ἡ σκηνή τῆς προσέλευσης πλήθους ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι παραβρέθηκαν τήν ὥρα τοῦ θαύματος. ‘Από αὐτούς ὁ πρῶτος καλύπτει μέ τήν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του τή μύτη του.
Ἔτσι παριστάνεται ζωγραφικά καί ἡ βαριά μυρωδιά πού σκόρπιζε ἡ ἀρχή τῆς ἀποσύνθεσης τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Λαζάρου καί ἐπιβεβαιώνεται ὅτι τό θαῦμα εἶναι «μέγα» καί ἔγινε δημοσία.
Τό πλῆθος τοποθετεῖται πίσω ἀπό τήν κλίση τοῦ βράχου ἔτσι, ἐνῶ ἡ εἰκόνα ἔχει πολλά πρόσωπα, ὅμως διαχωρίζεται ἰσόμετρα καί γι’ αὐτό δέν κουράζει τό θεατή μέ τόν ὄγκο της.
Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου προεικονίζεται καί προαναγγέλεται τόσο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού θά ἀκολουθήσει σέ λίγο, ὅσο καί ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κάθε ἀνθρώπου, καθώς λέει καί τό τροπάριο τῶν Αἴνων πού ψάλλουμε ἐκείνη τήν ἡμέρα.
Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, τὸ Σάββατο τοῦ Δικαίου Λαζάρου
Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, τὸ Σάββατο τοῦ Δικαίου Λαζάρου |
ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
Τροπάριον τοῦ Ὄρθρου
Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος,
ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός·
ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες,
τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στιχηρὰ Ἰδιόμελα τοῦ Ἁγίου ΛαζάρουΤὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος,
ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός·
ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες,
τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Κύριε, ἡ φωνή σου κατέλυσε, τοῦ ᾍδου τὰ βασίλεια,
καὶ ὁ λόγος τῆς ἐξουσίας σου, ἤγειρεν ἐκ τάφου τετραήμερον,
καὶ γέγονεν ὁ Λάζαρος, τῆς παλιγγενεσίας, προοίμιον σωτήριον.
Πάντα δυνατά σοι Δέσποτα, τῷ πάντων Βασιλεῖ,
δώρησαι τοῖς δούλοις σου, ἱλασμὸν καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας που περιγράφει την Ανάσταση του Λαζάρου:
κατά Ιωάννην, κεφάλαιο ια, 1-45.
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ολοκληρώνεται και καταλήγει σε δυο λαμπρές, εόρτιες ημέρες, ή μάλλον σε μια διπλή εορτή. Είναι το Σάββατο του Λαζάρου, κατά το οποίο μνημονεύουμε την έγερση του επιστήθιου φίλου του Χριστού Λαζάρου, και η Κυριακή των Βαΐων, που εορτάζουμε τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα έξι μέρες πριν προδοθεί και υποστεί το σταυρικό θάνατο.
Κατά τις δύο αυτές λαμπρές ημέρες η Εκκλησία μάς αποκαλύπτει το αυθεντικό νόημα της εθελούσιας θυσίας του Χριστού και του λυτρωτικού Του θανάτου, πριν εισέλθουμε στη θλίψη και το σκοτάδι του πάθους, πριν ξαναγίνουμε μάρτυρες της οδύνης του Χριστού.Ο Χριστός βρισκόταν μακριά από την Ιερουσαλήμ όταν πέθανε ο Λάζαρος, και μόλις τέσσερις μέρες αργότερα έφθασε στη Βηθανία όπου συνάντησε τις αδελφές του Λαζάρου, τη Μάρθα και τη Μαρία, και τους στενοχωρημένους και κλαμένους φίλους του. Το ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννη εξιστορεί με λεπτομέρειες αυτή τη συνάντηση, αρχίζοντας από τη συζήτησή Του με τη Μάρθα και τη Μαρία.
Και οι δυο τους λένε στο Χριστό, «Κύριε ει ης ώδε, ουκ αν απέθανέ μου ο αδελφός» (Ιωαν. 11, 32). Και ο Χριστός απαντά: «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωαν. 11, 23). Άσχετα όμως από αυτή την απάντηση, όταν είδε το κλάμα των αδελφών και των φίλων τους, ο Ίδιος «ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν αυτόν...» (Ιωαν. 11, 36). Ο Χριστός διέταξε να απομακρυνθεί η πέτρα που σκέπαζε τον τάφο. Και όταν αφαιρέθηκε η πέτρα, «φωνή μεγάλη εκραύγασε Λάζαρε, δεύρο έξω, και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις...» (Ιωαν. 11, 43- 44). Ποιο είναι το νόημα αυτού του γεγονότος που η Εκκλησία γιορτάζει τόσο λαμπρά, τόσο πανηγυρικά, τόσο νικητήρια το Σάββατο του Λαζάρου; Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη θλίψη και τα δάκρυα του Χριστού με τη δύναμη να εγείρει τους νεκρούς;
Με ολόκληρο τον εορτασμό η Εκκλησία επαναλαμβάνει πως ο Χριστός κλαίει επειδή, βλέποντας το θάνατο του φίλου Του, βλέπει επίσης και τη νίκη του θανάτου πάνω σ' ολόκληρο τον κόσμο, βλέπει πως ο θάνατος, που δε δημιουργήθηκε από το Θεό, σφετερίστηκε το θρόνο Του και τώρα κυριαρχεί στον κόσμο, δηλητηριάζοντας τη ζωή, μετατρέποντας τα πάντα σε άσκοπο ρεύμα ημερών που κυλούν ανελέητα προς την άβυσσο. Κατόπιν έρχεται η εντολή, «Λάζαρε, δεύρο έξω»! Εδώ έχουμε το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στο θάνατο, ακούμε μια εντολή που αναγγέλλει τον πόλεμο του Χριστού κατά του θανάτου, μια υπόσχεση πως ο ίδιος ο θάνατος θα καταστραφεί και θα εξαφανιστεί. Ο ίδιος ο Χριστός, που σημαίνει ο ίδιος ο Θεός, η ίδια η αγάπη και η ζωή, για να καταστρέψει το θάνατο και το σκοτάδι του, κατεβαίνει στον τάφο, για να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο το θάνατο, για να τον εκμηδενίσει και να μάς χαρίσει την αιώνια ζωή την οποία ο Θεός μάς δημιούργησε να κατέχουμε.
Από το βιβλίο
«Εορτολόγιο – Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος» Αλέξανδρος Σμέμαν Εκδ. Ακρίτας
Το Σάββατο του Λαζάρου – Ήπειρος
Άρθρο του Συλλόγου Ηπειρωτών Αγίων Αναργύρων «Ο ΠΥΡΡΟΣ»
Απ' τα χαράματα την ημέρα του Λαζάρου, το χωριό άλλαζε τόνο ζωής. Στις γειτονιές αντιλαλούσε ο σκοπός του Λάζαρη με τις γλυκιές και πολλές φορές παράφωνες φωνές των μικρών. Τα παιδιά από πολλές μέρες πριν βρίσκονταν στο πόδι. Έπρεπε να εξασφαλίσουν τη συντροφιά για το Λάζαρη! Ποτέ δεν πήγαινε κανένας μόνος. Έφτιαχναν συντροφιές δύο τριών ατόμων για καλύτερη απόδοση στο τραγούδι.
Τα κάλαντα αυτά ήταν η πρώτη ευκαιρία να ψάξουν οι μικροί να βρουν το Βλάμη τους κι από τότε συνδέονταν για να παραμείνουν Βλάμηδες σε όλη τους τη ζωή. Μόλις έβρισκαν τη συντροφιά, το Βλάμη, ή τους Βλάμηδες, άρχιζαν την προπαίδεια για το τραγούδισμα των καλάντων, να μάθουν και τα λόγια, να τα τραγουδούν κι ωραία.
Τρίτη φροντίδα τους ήταν να βρουν το καλάθι για τ' αυγά. Λάζαρης σήμαινε αυγά, γιατί αυγά έδιναν οι νοικοκυρές. Ύστερα κατάστρωναν το σχέδιο πορείας στα σπίτια, από που θα αρχίσουν και που θα τελειώσουν. Τα παιδιά ήξεραν ποια θα δώσει και ποια είναι τσιγκούνα, ποια θα δώσει αυγά και ποια σύκα ή καρύδια ή μύγδαλα ή ζαχαρικά αλλά και ποιες πόρτες θα βρουν κλειστές.
Το καλάθι ήταν το κυρίαρχο στοιχείο, χωρίς καλάθι δεν πήγαινε κανένας για κάλαντα. Υπήρχαν δύο είδη καλαθιών που χρησιμοποιούσαν για το Λάζαρη. Το ένα το κυλινδρικό το συνηθισμένο με το χερούλι από πάνω και το άλλο το κομψό "σπόρτα" σε σχήμα αυγοειδές με το χερούλι από πάνω κολλημένο στις δύο άκρες της έλλειψης. Τα έφτιαχναν μόνοι τους οι μεγαλύτεροι, που πήγαιναν στο σχολείο, με βέργες ιτιάς που τις μάζευαν στην Τύρια και τον Καλαμά το καλοκαίρι και τις είχαν έτοιμες για να τις χρησιμοποιήσουν. Την παραμονή το απόγευμα όλα ήταν έτοιμα. Μέσα στο καλάθι ο καθένας της παρέας έβαζε ένα αβγό, για φόλι, ώστε να βλέπουν οι κυράδες την επόμενη μέρα ότι κι οι άλλες έδωσαν αυγό για να παρακινηθούν να δώσουν κι αυτές. Για να μη σπάνε τα αυγά μέσα στο καλάθι έβαζαν λίγο κοπανισμένο λινάρι, ή λίγο μαλλί ή άν δεν είχαν απ' αυτά έβαζαν λίγα άχυρα.
Από νωρίς το πρωί παρέες – παρέες αρχίζανε να λένε τα κάλαντα διασταυρώνονταν στους δρόμους, έκαναν απολογισμούς τι μάζεψαν και τι απομένει ακόμα να μαζέψουν, ποιος μάζεψε περισσότερα και γιατί και ποιος στο τέλος θα βρεθεί με τα περισσότερα αυγά. Το μεσημέρι γινόταν η μοιρασιά με απόλυτη δικαιοσύνη, ένα σου κι ένα μου. Μετά τη μοιρασιά τα αυγά πήγαιναν στο σπίτι να παραδοθούν στη μητέρα με εξαίρεση ένα δύο που πήγαιναν στον μπακάλη του χωριού για λίγο χαλβά.
Στα κάλαντα έλεγαν πολλές φορές τα εξής λόγια σαν εισαγωγή:
Αυτού στα σπίτια τα ψηλά/ τα μαρμαροχτισμένα/ μέσα κοιμάται ο Νούτσικος με την Αρχοντοπούλα ...........................................
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια/ ήρθε κι ο Χριστός από τη Βαθανία/Μάρθα κλαίει και Μαρία/ Λάζαρον τον αδελφόν τους./ Αν εδώ ήσουν Χριστέ μου/ Κύριέ μου και Θεέ μου/δε θα πέθαιν΄ο αδελφός μου/ και ο φίλος ο δικός Σου./ Βλέπει ο Χριστός το μνήμα/ και δακρύζει παραχρήμα/ Δεύρο έξω, Λάζαρέ μου/ φίλε μου κι αγαπητέ μου./ Ήρθε ο Λάζαρος........................ Πες μας Λάζαρε τι είδες/ εις τον Άδην που επήγες./ είδα φόβους, είδα τρόμους/ είδα βάσανα και πόνους.
ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
Ο θάνατος του Λαζάρου, του φίλου του Χριστού, μας παραπέμπει στο θάνατο αγαπημένων προσώπων. Αυτό το «εδάκρυσεν ο Ιησούς» (Ιω.11.35) δείχνει τον πόνο Του για το χωρισμό, την τέλεια ανθρώπινή Του φύση, καθώς και το οδυνηρό τού θανάτου ως αταίριαστο για τον άνθρωπο.Μπροστά στον τάφο του τετραήμερου ξεδιπλώνεται το εσωτερικό του Ιησού, που χαρακτηρίζεται από αγάπη και στοργή για το πρόσωπο με την ιδιαίτερη και μοναδική σχέση της φιλίας. Γι’αυτό δεν κρύβει τη λύπη και την ταραχή Του.«Ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν» (Ιω.11,33).
Στο μεγάλο πόνο αποκαλύπτουμε το βαθύτερο εαυτό μας, χωρίς μάσκα και χωρίς κοινωνικά καλουπώματα.Η διήγηση του Ευαγγελίου για την έγερση του Λαζάρου είναι πέρα για πέρα αληθινή, όπως οποιοσδήποτε θάνατος αγαπημένου προσώπου.
Εκεί φαίνεται το γεγονός του θανάτου, τα αισθήματα των ζώντων, οι εσωτερικές τους καταστάσεις.Φαίνεται όμως και η υπέρβασή του, καθότι ο Ιησούς Χριστός, ο φίλος του Λαζάρου, δεν είναι απλά ένας σπουδαίος δάσκαλος, ένας καλός φίλος ή ακόμη και ένας με το χάρισμα της θαυματουργίας. Είναι « η ανάστασις και η ζωή» , καθώς το αποκαλύπτει στη Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου.
Γι’ αυτό «όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, κι αν πεθάνει, θα ζήσει».Η ανάσταση του Λαζάρου, μια βδομάδα πριν την ανάσταση του Κυρίου, βεβαιώνει την κοινή ανάσταση όλων των κεκοιμημένων, που θα συμβεί στη Δευτέρα Παρουσία. Μέχρι τότε ο θάνατος των αγαπημένων θα σχίζει την καρδιά, ο πόνος θα συντρίβει την ύπαρξη και η ανάγκη για επικοινωνία θα γίνεται αφόρητη. Ποιος είπε ότι το κλάμα για τον κεκοιμημένο μας είναι αμαρτία; Αμάρτησε δηλαδή κι ο Χριστός έξω από τον τάφο τού φίλου Του; Δεν είναι απάνθρωπο να καταπιέζουμε τα αισθήματά μας, βιώνοντας το μεγάλο πόνο;
Κι από την άλλη: Δεν προσδοκούμε ανάσταση νεκρών; Δεν είναι ο Κύριος και Θεός μας νικητής του θανάτου; Ζούμε ως άθεοι, μη έχοντες ελπίδα; Η έγερση του Λαζάρου τοποθετεί το θάνατο αγαπημένων μας προσώπων στη σωστή του βάση: έκφραση των οδυνηρών βιωμάτων μας κατά τον τρόπο που ο καθένας μας εκφράζεται και θέλει, αλλά και βεβαίωση ότι ο αγαπημένος μας «μεταβαίνει εκ του θανάτου εις την ζωήν», σε νέα διάσταση ζωής όπου « δεν υπάρχει ούτε πόνος ούτε λύπη ούτε στεναγμός».
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω και τη φιλία του Χριστού με το Λάζαρο ως γεγονός που δείχνει την ανθρώπινη αυτή ανάγκη. Είναι θλιβερό να περνά η ζωή χωρίς φιλία, χωρίς σχέση. Αυτό είναι ένας άλλος τρόπος θανάτου που επιλέγουμε ελεύθερα, γι’ αυτό και χωρίς ελπίδα ζωής. Γιατί χωρίς φίλο, όταν θα βιώνεις εμπειρίες ψυχικού θανάτου – απογοήτευση, απόρριψη, μοναξιά – θα μείνεις στο θάνατο. Ο φίλος όμως – αν είναι όντως φίλος – θα σε αναστήσει ερχόμενος κοντά σου, πονώντας και κλαίοντας μαζί σου κι άρα παίρνοντας το δικό σου θάνατο και χαρίζοντάς σου την κοινωνία, τη σχέση, την ελπίδα. Άρα την όντως ζωή.
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Πηγή:isagiastriados.com
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)