Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος που ένωσε Ελληνισμό και Εκκλησία Πνευματικές Διδαχές

 



Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός (329 – 25 Ιανουαρίου 390), γνωστός και ως Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος και Γρηγόριος της Ναζιανζού, ήταν Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Θεωρείται  ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως κλασικά εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον Ελληνισμό με την πρώτη Εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Σημαντικός ήταν ο ρόλος του  στη διαμόρφωση της Τριαδικής Θεολογίας τόσο μεταξύ των Ελληνόφωνων όσο και με των Λατινόφωνων Θεολόγων και έγινε γνωστός ως «Τριαδικός Θεολόγος». Ο Γρηγόριος είναι άγιος και της Ανατολικής και της Δυτικής Χριστιανικής Εκκλησίας. Στη Ρωμαϊκή Καθολική Εκκλησία θεωρείται ως ένας από τους Δασκάλους της Εκκλησίας – στην Ανατολική Ορθόδοξη και στη Δυτική Καθολική Εκκλησία είναι γνωστός ως ένας από τους Τρεις Ιεράρχες, μαζί με το Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιωάννη το Χρυσόστομο.


Γεννήθηκε στο χωριό Αριανζός κοντά στη Ναζιανζό της νοτιοδυτικής Καππαδοκίας. Ο Γρηγόριος σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα, όπου συνάντησε και έγινε φίλος με το Βασίλειο τον Μέγα και τον Ιουλιανό. Στην Αθήνα, δάσκαλοι του ήταν οι γνωστοί ρήτορες Ιμέριος και Προαιρέσιος.


Το 361,  επέστρεψε στη Ναζιανζό και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατέρα του, ο οποίος τον ήθελε για να τον βοηθάει να φροντίζει τους τοπικούς Χριστιανούς. Όταν έφθασε στη Ναζιανζό, ο Γρηγόριος βρήκε τη Χριστιανική κοινότητα χωρισμένη λόγω των θεολογικών διαφορών και τον πατέρα του να κατηγορείται για συμμετοχή σε αίρεση από τους τοπικούς μοναχούς. Ο Γρηγόριος κατάφερε να ενώσει τους τοπικούς Χριστιανούς εκμεταλλευόμενος τις διπλωματικές και τις ρητορικές του ικανότητες.


Την ίδια ώρα, ο αυτοκράτορας Ιουλιανός δήλωσε δημοσίως πώς ήταν κατά του Χριστιανισμού. Ως απάντηση, ο Γρηγόριος έγραψε τις «Ύβρεις» κατά του Ιουλιανού, μεταξύ του 362 και του 363. Στις «Ύβρεις» καταγράφει πως ο Χριστιανισμός θα ξεπεράσει ηγέτες όπως ο Ιουλιανός με αγάπη και υπομονή. Ο Γρηγόριος πέρασε τα επόμενα χρόνια καταπολεμώντας τον Αρειανισμό, ο οποίος απειλούσε να διαιρέσει την Καππαδοκία. Χειροτονήθηκε Επίσκοπος στα Σάσιμα, το 372, από τον Βασίλειο.


Στα τέλη του 372 ο Γρηγόριος επέστρεψε στη Ναζιανζό για να βοηθήσει τον ετοιμοθάνατο πατέρα του στη διαχείριση της επισκοπής του. Αυτό δημιούργησε πρόβλημα στη σχέση του με τον Βασίλειο, ο οποίος ήθελε τον Γρηγόριο στα Σάσιμα. Ο Γρηγόριος απάντησε πώς δεν θέλει να συνεχίσει να παίζει τον ρόλο της μαριονέτας για να προωθήσει τα ενδιαφέροντα του Βασιλείου. Έστρεψε την προσοχή του στα καθήκοντα του ως βοηθός του Επισκόπου της Ναζιανζού.


Το 379, η Σύνοδος της Αντιοχείας και ο τοπικός αρχιεπίσκοπος, Μελέτιος, ζήτησαν τον Γρηγόριο να πάει στην Κωνσταντινούπολη. Παρά τους δισταγμούς του, ο Γρηγόριος δέχθηκε. Η εξαδέλφη του, Θεοδοσία, του πρόσφερε μια έπαυλη για κατοικία – αμέσως ο Γρηγόριος μετέτρεψε την έπαυλη σε Εκκλησία, την οποία ονόμασε «Αναστασία» («σκηνή για την ανάσταση της πίστης»). Εκεί είχε εκδώσει 5 ομιλίες για την Αγία Τριάδα:


Οι ομιλίες του Γρηγορίου έτυχαν καλής υποδοχής και πολλοί πιστοί πήγαιναν στην «Αναστασία» για να τον ακούσουν. Φοβούμενοι τη δημοτικότητα του Γρηγορίου, οι υποστηρικτές του Αρειανισμού αποφάσισαν να επιτεθούν. Το Πάσχα του 379, οι οπαδοί προέβησαν σε βιαιοπραγίες μέσα στην Εκκλησία, σκοτώνοντας έναν Επίσκοπο και τραυματίζοντας τον Γρηγόριο. Όταν ξέφυγε από τον όχλο, ο Γρηγόριος προδόθηκε από ένα φίλο του, τον φιλόσοφο Μάξιμο τον Κυνικό. Στην Κωνσταντινούπολη, οι ιερείς του Αρειανισμού κατέλαβαν τις πιο σημαντικές Εκκλησίες. Όταν όμως Αυτοκράτορας έγινε ο Θεοδόσιος (380), όλα πήγαν υπέρ του Γρηγορίου. Ο Αυτοκράτορας ήταν αποφασισμένος να εξαλείψει τον Αρειανισμό και έδιωξε τον Επίσκοπο Δημόφιλο, και τη θέση του έλαβε ο Γρηγόριος.


Ο Θεοδόσιος θέλησε να ενώσει την Αυτοκρατορία με τον Χριστιανισμό, και αποφάσισε να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο για να συζητήσουν τα θέματα πίστης και πειθαρχίας. Ο Γρηγόριος συμφώνησε μαζί του, καθώς ήθελε να ενώσει την Αυτοκρατορία με συνδετικό κρίκο τον Χριστιανισμό. Την άνοιξη του 381 συγκάλεσαν τη Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία συμμετείχαν 150 Επίσκοποι της Ανατολής.


Επιστρέφοντας στην Καππαδοκία ο Γρηγόριος έγινε ξανά Επίσκοπος της Ναζιανζού. Πέρασε τα επόμενα χρόνια παλεύοντας με τους αιρετικούς του Αρειανισμού και με την αρρώστια του. Άρχισε να γράφει το De Vita Sua, το αυτοβιογραφικό του ποίημα. Στα τέλη του 383, η υγεία του χειροτέρευσε και τη θέση του ανέλαβε ο Ευλάλιος. Αφού πέρασε μερικά χρόνια ειρήνης στο οικογενειακό του κτήμα, ο Γρηγόριος πέθανε στις 25 Ιανουαρίου 390.


του Κώστα ΤζίMA

Ἡ Ἀνατρεπτική Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.Πνευματικές Διδαχές



 Ώ, Συ Νυμφίε, που ομορφαίνεις την ασχήμια της νύφης!


 Ομιλία Ιω. Χρυσοστόμου : « Ότε της Εκκλησίας έξω ευρεθείς Ευτρόπιος …»


Επιλογή (από P.G. 52, 404 Α-411 Β): +Παναγιώτης Νέλλας. Μετάφραση: Ελ. Μαϊνάς.

 Πόρνη επιθυμούσε ο Θεός Ναι πόρνη. Εννοώ τη δική μας φύση. Ήταν τρανός και αυτή ταπεινή. Τρανός όχι στη θέση αλλά στη φύση. Πεντακάθαρος ήταν, ακατάστρευτη η ουσία του, άφθαρτη η φύση του. Αχώρητος στο νου, αόρατος, άπιαστος από τη σκέψη, υπάρχοντας παντοτεινά, μένοντας απαράλλακτος. Πάνω από τους αγγέλους, ανώτερος από τις δυνάμεις των ουρανών. Νικώντας τη λογική σκέψη, ξεπερνώντας τη δύναμη του μυαλού, αδύνατο να τον δεις, μόνο να τον πιστέψεις …

Έριχνε το βλέμμα του στη Γη και την έκανε να τρέμει … Ποτάμια έβγαζε στην έρημο … Κι αυτός ο τόσο μέγας και τρανός πεθύμησε πόρνη. Γιατί; Για να την αναπλάσει από πόρνη σε παρθένα. Για να γίνει ο νυμφίος της. Τι κάνει; Δεν της στέλνει κάποιον από τους δούλους του, δεν στέλνει άγγελο στην πόρνη, δεν στέλνει αρχάγγελο, δεν στέλνει τα χερουβείμ, δεν στέλνει τα σεραφείμ. Αλλά καταφθάνει αυτός ο ίδιος ο ερωτευμένος.Επεθύμησε πόρνη. Και τι κάνει; Επειδή δεν μπορούσε να ανέβει εκείνη στα ψηλά, κατέβηκε στα χαμηλά. Έρχεται στην καλύβα της. Τη βλέπει μεθυσμένη. Και με ποιό τρόπο έρχεται; Όχι με ολοφάνερη τη θεότητά του, αλλά γίνεται εντελώς ίδιος μαζί της, μήπως βλέποντάς τον τρομοκρατηθεί, μήπως λαχταρήσει και του φύγει. Τη βρίσκει καταπληγωμένη, εξαγριωμένη, από δαίμονες κυριευμένη. Και τι κάνει; Την παίρνει και την κάνει γυναίκα του. Και τι δώρα της χαρίζει; Δαχτυλίδι. Ποιο δαχτυλίδι; Το Άγιο Πνεύμα.

Έπειτα λέγει.

– Δεν σε φύτεψα στον Παράδεισο;

– Του λέγει, ναι.

– Και πώς ξέπεσες από εκεί;

– Ήλθε και με πήρε ο Διάβολος από τον Παράδεισο.

– Φυτεύτηκες στον Παράδεισο και σε έβγαλε έξω. Να, σε φυτεύω μέσα μου. Δεν τολμά να με πλησιάσει εμένα. Ο ποιμένας σε κρατάει και ο λύκος δεν έρχεται πια.

– Αλλά είμαι, λέγει, αμαρτωλή και βρώμικη.

– Μη μου σκοτίζεσαι, είμαι γιατρός.

Δώσε μεγάλη προσοχή. Κοίταξε τι κάνει. Ήλθε να πάρει την πόρνη, όπως αυτή – το τονίζω – ήταν βουτηγμένη στη βρώμα. Για να μάθεις τον έρωτα του Νυμφίου. Αυτό χαρακτηρίζει τον ερωτευμένο: το να μη ζητάει ευθύνες για αμαρτήματα, αλλά να συγχωρεί λάθη και παραπατήματα.

Πιο πριν ήταν κόρη των δαιμόνων, κόρη της Γης, ανάξια για τη Γη. Και τώρα έγινε κόρη του βασιλιά. Και αυτό γιατί έτσι θέλησε ο ερωτευμένος μαζί της. Γιατί ο ερωτευμένος δεν πολυνοιάζεται για τη συμπεριφορά του. Ο έρωτας δεν βλέπει ασχήμια. Γι’ αυτό και ονομάζεται έρωτας, επειδή πολλές φορές αγαπά και την άσχημη. Έτσι έκανε και ο Χριστός. Άσχημη είδε και την ερωτεύτηκε και την ανακαινίζει.


Την πήρε ως γυναίκα, και ως κόρη του την αγαπά, και ως δούλα του την φροντίζει, και ως παρθένα την προστατεύει, και ως παράδεισο την τειχίζει, και ως μέλος του σώματός του την περιποιείται. Τη φροντίζει ως κεφαλή της που είναι, τη φυτεύει ως ρίζα, την ποιμαίνει ως ποιμένας. Ως νυμφίος την παίρνει γυναίκα του, και ως εξιλαστήριο θύμα την συγχωρεί, ως πρόβατο θυσιάζεται, ως νυμφίος τη διατηρεί μέσα στην ομορφιά, ως σύζυγος φροντίζει να μην της λείψει τίποτα.

Ώ, Συ Νυμφίε, που ομορφαίνεις την ασχήμια της νύφης!

—-

Ἀλλ᾿ ὅπερ ἔλεγον, ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύμησε πόρνης…

Πόρνης ἐπεθύμει ὁ Θες; Ναί, πόρνης· τῆς φύσεως τῆς ἡμετέρας λέγω. Πόρνης ἐπεθύμει ὁ Θεός; Καὶ ἄνθρωπος μέν, ἐὰν ἐπιθυμήσῃ πόρνης καταδικάζεται, Θεός δὲ πόρνης ἐπιθυμεῖ; Καὶ πάνυ. Πάλιν ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ πόρνης, ἵνα γένηται πόρνος· Θεὸς δὲ ἐπιθυμεῖ πόρνης, ἵνα τὴν πόρνην παρθένον ἐργάσηται· ὥστε ἡ ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου, ἀπώλεια τῆς ἐπιθυμουμένης· ἡ δὲ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ, σωτηρία τῇ ἐπιθυμουμένῃ. Ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύμησε πόρνης; Καὶ τί; Ἵνα γένηται νυμφίος. Τί ποεῖ; Οὐ πέμπει πρὸς αὐτὴν οὐδένα τῶν δούλων, οὐ πέμπει ἀρχάγγελον, οὐ πέμπει τὰ Χερουβίμ, οὐ πέμπει τὰ Σεραφίμ· ἀλλ᾿ αὐτὸς παραγίνεται ὁ ἐρῶν. Πάλιν ἔρωτα ἀκούσας, μὴ αἰσθητὸν νόμιζε. Ἔκλεγε τὰ νοήματα ἀπὸ τῶν λέξεων, καθάπερ ἀρίστη μέλιττα ἐφιπταμένη τοῖς ἄνθεσι, καὶ τὸ κηρίον λαμβάνουσα, τὰς δὲ βοτάνας ἐῶσα.

Ἐπεθύνησε πόρνης· καὶ τί ποεῖ; Οὐκ ἀνάγει αὐτὴν ἄνω· οὐ γὰρ ἐβούλετο πόρνην εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναγαγεῖν, ἀλλὰ καταβαίνει αὐτὸς κάτω. Ἐπειδὴ αὐτὴ οὐκ ἠδύνατο ἀναβῆναι ἄνω, αὐτὸς κατέβη κάτω. Πρὸς τὴν πόρνην ἔρχεται καὶ οὐκ αἰσχύνεται· ἔρχεται εἰς τὴν καλύβην αὐτῆς. Ὁρᾷ αὐτὴν μεθύουσαν. Καὶ πῶς ἔρχεται; Οὐ γυμνῇ τῇ οὐσίᾳ, ἀλλὰ γίνεται, ὅπερ ἦν ἡ πόρνη, οὐ τῇ γνώμῃ, ἀλλὰ τῇ φύσει γίνεται τοῦτο ἵνα μὴ ἰδοῦσα αὐτὸν πτοηθῇ, ἵνα μὴ ἀποπηδήσῃ, ἵνα μὴ φύγῃ. Ἔρχεται πρὸς τὴν πόρνην καὶ γίνεται ἄνθρωπος. Καὶ πῶς γίνεται; Εἰς μήτραν κυοφορεῖται, αὔξεται κατὰ μικρὸν καὶ ἔρχεται τὴν ὁδὸν τῆς ἡλικίας τῆς ἐμῆς. Τίς; Ἡ οἰκονομία, οὐχ ἡ θεότης· ἡ τοῦ δούλου μορφή, οὐχ ἡ τοῦ Δεσπότου· ἡ σὰρξ ἡ ἐμὴ, οὐχ ἡ οὐσία ἐκείνου· αὔξεται κατὰ μικρόν, καὶ μίγνυται ἀνθρώποις· καίτοι εὑρίσκει αὐτὴν ἐλκῶν γέμουσαν, ἐκτεθηριωμένην, ὑπὸ δαιμόνων πεφορτισμένην· καὶ τί ποιεῖ; Προσέρχεται αὐτῇ. Εἶδεν ἐκείνη καὶ ἔφυγε.

Καλεῖ μάγους. Τί φοβεῖσθε; Οὔκ εἰμι κριτής, ἀλλ᾿ ἰατρός· «οὐκ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον, ἀλλ ἵνα σώσω τὸν κόσμον» (Ιω 12, 47). Καλεῖ εὐθέως μάγους. Ὠ καινῶν καὶ παραδόξων πραγμάτων. Αἱ ἀπαρχαὶ εὐθέως μάγοι. Κεῖται ἐν φάτνῃ ὁ τὴν οἰκουμένην βαστάζων, καὶ ἐσπαργάνωται ὁ πάντα περιέπων. Κεῖται ὁ ναός καὶ ἐνοκεῖ ὁ Θεός. Καὶ ἔρχονται μάγοι, καὶ προσκυνοῦσιν εὐθέως· ἔρχεται τελώνης καὶ γίνεται εὐαγγελιστής· ἔρχεται πόρνη καὶ γίνεται παρθένος· ἔρχεται Χαναναία καὶ ἀπολαύει φιλανθρωπίας. Τοῦτο ἐρῶντος, τὸ μὴ ἀπαιτῆσαι εὐθύνας ἁμαρτημάτων, ἀλλὰ συγχωρῆσαι παρανομήματα πλημμελημάτων. Καὶ τί ποιεῖ; Λαμβάνει αὐτήν, ἀρμόζεται αὐτήν. Καὶ τί αὐτῇ δίδωσι; Δακτύλιον. Ποῖον; Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον. Λέγει Παῦλος· «ὁ δὲ βεβαιῶν ἡμᾶς σὺν ὑμῖν Θεός, ὁ σφραγισάμενος ἡμᾶς, καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος» (Β´ Κορ. 1, 21-22). Πνεῦμα αὐτῇ δίδωσιν.

Εἶτα φησίν· οὐκ εἰς παράδεισόν σε ἐφύτευσα; Λέγει, ναί. Καὶ πῶς ἐξέπεσες ἐκεῖθεν; Ἦλθεν ὁ διάβολος καὶ ἔλαβέ με ἀπὸ τοῦ παραδείσου. Ἐφυτεύθης ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἔβαλέ σε ἔξω· ἰδοὺ φυτεύω σε ἐν ἐμαυτῷ, ἐγὼ σε βαστάζω. Πῶς; Οὐ τολμᾷ ἐμοὶ προσελθεῖν. Οὐδὲ εἰς τὸν οὐρανόν σε ἀνάγω· ἀλλὰ μεῖζον ἐνταῦθα τοῦ οὐρανοῦ· ἐν ἐμαυτῷ τῷ Δεσπότῃ τοῦ οὐρανοῦ βαστάζω σε. Ποιμὴν βαστάζει καὶ ὁ λύκος οὐκέτι ἔρχεται· μᾶλλον δὲ ἀφῶ αὐτὸν καὶ προσελθεῖν. Καὶ βαστάζει τὴν ἡμετέραν φύσιν· καὶ προσέρχεται ὁ διάβολος καὶ ἡττᾶται. Ἐφύτευσά σε ἐν ἐμαυτῷ. Διὰ τοῦτο λέγει «ἐγὼ ἡ ρίζα καὶ ἡμεῖς τὰ κλήματα»· καὶ ἐφύτευσεν αὐτὴν ἐν ἑαυτῷ. Καὶ τὶ λοιπόν; Ἀλλὰ ἁμαρτωλός εἰμι καὶ ἀκάθαρτος. Μὴ σοι μελέτω, ἰατρός εἰμι. Οἶδα τὸ σκεῦος τὸ ἐμὸν, οἶδα πῶς διεστράφη. Πήλινον ἦν πρὸ τούτου καὶ διεστράφη. Ἀναπλάττω αὐτὸ διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ παραδίδωμι τῷ πυρί.

Πῶς φεύγει ἡ ἀνασφάλεια, ἡ ἀπελπισία, ἡ κατάθλιψη Πνευματικές Διδαχές Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη



Ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη


 Ὅλα τὰ κακὰ αἰσθήματα, ἡ ἀνασφάλεια, ἡ ἀπελπισία, ἡ ἀπογοήτευση, ποὺ πᾶνε νά κυριεύσουν τὴν ψυχή, φεύγουν μέ… τὴν ταπείνωση.


Αὐτός πού δέν ἔχει ταπείνωση, ὁ ἐγωιστής, δέν θέλει νά τοῦ κόψεις τὸ θέλημα, νά τὸν θίξεις, να τοῦ κανεὶς ὑποδείξεις. Στενοχωρεῖται, νευριάζει, ἐπαναστατεῖ, ἀντιδρά, τὸν κυριεύει ἡ κατάθλιψη…


 Ἡ καταστάσῃ αὐτῇ θεραπεύεται μὲ τή χάρη. Πρέπει ἡ ψυχὴ νά στραφεῖ στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεραπεία θὰ γίνει μὲ τὸ ν’ ἀγαπήσει τὸν Θεὸ μὲ λαχτάρα.


Πολλοὶ ἅγιοί μας μετέτρεψαν τὴν κατάθλιψη σὲ χαρὰ μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό. Παίρνανε δηλαδὴ τὴν ψυχικὴ δύναμη, ποὺ ἤθελε νά τή συντρίψει ὁ διάβολος, καὶ τῇ δίνανε στόν Θεὸ καὶ τή μεταβάλλανε σὲ χαρᾷ καὶ ἀγαλλίαση.


 Ἡ προσευχή, ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ μεταβάλλει σιγὰ σιγᾷ τὴν κατάθλιψη καὶ τή γυρίζει σὲ χαρά, διότι ἐπιδρᾶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἐδῶ χρειάζεται νά ἔχεις τή δύναμη, ὥστε ν’ ἀποσπάσεις τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ θὰ σὲ βοηθάει νἀ ἐνωθεῖς μαζὶ Του. Χρειάζεται τέχνη.


 Ὅταν δοθεῖς στόν Θεὸ καὶ γίνεις ἕνα μαζὶ Του, θὰ ξεχάσεις τὸ κακὸ πνεῦμα, ποὺ σὲ τραβοῦσε ἀπὸ πίσω, κι ἐκεῖνο ἔτσι περιφρονημένο θὰ φύγει. Στῇ συνέχεια, ὄσο θ’ ἀφοσιώνεσαι στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τόσο δέν θὰ κοιτάζεις πίσῳ σου, γιά νά δεῖς αὐτόν πού σὲ τραβάει.


 Ὅταν σὲ ἑλκύσει ἡ χάρις, ἐνώνεσαι μὲ τὸν Θεό. Κι ὅταν ἐνωθεῖς μὲ τὸν Θεὸ καὶ δοθεῖς σ’ Ἐκεῖνον, πάνε ὅλα τ’ ἄλλα, τὰ ξεχνᾶς καὶ σώζεσαι. Ἡ μεγάλη τέχνη, λοιπόν, τὸ μεγάλο μυστικό, γιά ν’ ἀπαλλαγεῖς ἀπ’ τὴν κατάθλιψη καὶ ὅλα τ’ ἀρνητικά, εἶναι νά δοθεῖς στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.


 Ἕνα πρᾶγμα πού μπορεῖ νά βοηθήσει τὸν καταθλιπτικὸ εἶναι καὶ ἡ ἐργασία, τὸ ἐνδιαφέρον γιά τή ζωή. Ὁ κῆπος, τὰ φυτά, τὰ λουλούδια, τὰ δέντρα, ἡ ἐξοχή, ὁ περίπατος στήν ὕπαιθρο, ἡ πορεία, ὂλ’ αὐτά, βγάζουν τὸν ἄνθρωπο ἀπ’ τὴν ἀδράνεια καὶ τοῦ δημιουργοῦν ἄλλα ἐνδιαφέροντα. Ἐπιδροῦν σὰν φάρμακα.


 Ἡ ἀσχολία μὲ τὴν τέχνη, τή μουσική κ.λπ. κάνουν πολὺ καλό. Σ’ ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ δίνῳ τή μεγαλύτερη σημασίᾳ εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον γιά τὴν Ἐκκλησία, γιά τή μελέτῃ τῆς Ἁγίας Γραφῆς, γιά τὶς ἀκολουθίες. Μελετῶντας τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, θεραπεύεται κανεὶς χωρὶς να τὸ καταλάβει.


 Νά σᾶς διηγηθῶ γιά μιά κοπέλα, ποὺ ᾖλθε σ’ ἐμένανε τὸν ταπεινό. Ἔπασχε ἀπὸ φοβερὴ κατάθλιψη. Δέν κατάφερε κάτι μὲ τὰ φάρμακα. Παράτησε τὰ πάντα, τή δουλείᾳ της, τὸ σπίτι της, τὶς ἀπασχολήσεις της. Κι ἑγὼ τῆς εἶπα αὐτά πού ξέρω.


Τῆς εἶπα γιά τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ αἰχμαλωτίζει τὴν ψυχή, διότι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ γεμίζει τὴν ψυχὴ καὶ τὴν ἀλλάζει. Τῆς ἐξήγησα ὅτι εἶναι δαιμονικὴ αὐτὴ ἡ δύναμή πού καταλαμβάνει τὴν ψυχὴ καὶ μεταβάλλει τὴν ψυχικὴ δύναμη σὲ κατάθλιψη, τή ῥίχνει κάτω, τή βασανίζει καὶ τὴν ἀχρηστεύει. Τὴν συμβούλευσα ν’ ἀσχολεῖται μὲ διάφορες ἀπασχολήσεις, ὅπως, γιά παράδειγμα, μὲ τή μουσική πού τῆς ἄρεσε πρῶτα κ.λπ.


Τόνισα, ὅμως, περισσότερο τή στροφή καὶ τὴν ἀγάπη της πρὸς τὸν Χριστό. Τῆς εἶπα ἀκόμη ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία μας ὑπάρχει θεραπεία μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν προσευχή, ἀλλά πού θὰ γίνεται μὲ λαχτάρα.


 Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστικὸ τῆς θεραπείας. Αὐτὰ δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας.