Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

Σ Υ Κ Ο Φ Α Ν Τ Ι Α : "Ψευδολογίας Χείμαρρος".

 



Σάντρο Μποτιτσέλι, Η Συκοφαντία του Απελλή, π. 1495, Πινακοθήκη Ουφίτσι. Έργο βασισμένο σε περιγραφή έργου του Απελλή, όπως αυτή δίνεται από τον Λουκιανό σώζεται σε αντίγραφο από τον Σάντρο Μποτιτσέλι ο οποίος το ζωγράφισε βασισμένος σε περιγραφή του Λουκιανού για τον πίνακα του Απελλή στην πραγματεία του «Περὶ τοῦ μὴ ῥᾳδίως πιστεύειν διαβολῆ» δηλαδή πως δεν θα πιστεύετε εύκολα τη συκοφαντία. Η ιστορία αναφέρεται στον ζωγράφο Αντίφιλο που ενοχλείτο γιατί ο Μακεδόνας βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος Α’ ο Λάγου έδειχνε ιδιαίτερη εκτίμηση στον Απελλή παρά σε αυτόν. Για το λόγο αυτό, ο Αντίφιλος συκοφάντησε τον Απελλή στον Πτολεμαίο ότι δήθεν συμμετείχε στη συνωμοσία του έπαρχου της Τύρου Θεοδότα εναντίον του Πτολεμαίου. Ο Πτολεμαίος εξοργίσθηκε κατά του Απελλή αλλά όταν αργότερα έμαθε την αλήθεια ντράπηκε και α) δώρισε στον Απελλή 100 τάλαντα και β) του έδωσε τον Αντίφιλο σαν δούλο. Αντιδρώντας ο Απελλής στη συκοφαντία, εξ αιτίας της οποίας κινδύνευσε, ζωγράφισε τον περίφημο πίνακα «Διαβολή» δηλαδή συκοφαντία.

 

Σ Υ Κ Ο Φ Α Ν Τ Ι Α :

"Ψευδολογίας   Χείμαρρος".

Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ. Θ.
Ιεροκήρυκος

«Λύτρωσαί με ἀπὸ συκοφαντίας ἀνθρώπων, καὶ φυλάξω τὰς ἐντολάς σου». (Ψαλμ. 118, 134).
Ο λόγος του ψαλμωδού είναι αποκαλυπτικός. Εκφράζει την απελπισμένη στάση του απλού και ανυπεράσπιστου ανθρώπου απέναντι στο θανατηφόρο δηλητήριο που ενσταλάζουν οι συκοφάντες. Όπως το δηλητήριο του φιδιού ενσταλάζεται μέσα στον ανθρώπινο αίμα χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα να αφαιρεθεί από αυτό με κανέναν τρόπο, κατά τον ίδιο τρόπο το δηλητήριο της συκοφαντίας ενσταλάζεται μέσα στις ανθρώπινες συνειδήσεις και οδηγεί στο θάνατο ανθρώπινες υπολήψεις. «Περιήλθα όλη την οικουμένη και είδα όλες τις συκοφαντίες που γίνονταν κάτω από τον ήλιο. Και να, ποτάμι τα δάκρυα που χύνουν οι συκοφαντούμενοι και δεν υπάρχει κανείς να τους παρηγορήσει», αναφέρει ο σοφός Εκκλησιαστής(Εκκλ. 4,1).
Ο λόγος του ψαλμωδού είναι πάντα επίκαιρος, διότι η ανθρώπινη φύση παραμένει η ίδια από τότε που ο άνθρωπος μεθυσμένος από τη θανατηφόρα ηδονή της εωσφορικής αυτοθεώσεως έγινε παράφρων και δέσμιος του Άδη.i Απομακρύνθηκε από το Θεό, από τότε που ο Κάιν εφόνευσε τον αδελφό του Άβελ υποκινούμενος από το φθόνο και τη ζήλεια και μέχρι τη συντέλεια του αιώνος τούτου, διότι όπως μας διδάσκει ο Μέγας Αντώνιος «η κακία ακολουθεί την ανθρώπινη φύση όπως η σκουριά το χαλκό και η ακαθαρσία το σώμα»ii. Η κακία των ανθρώπων παραμένει αιώνια. Δεν πρέπει να μας παραπλανούν τα διάφορα τεχνολογικά επιτεύγματα του ανθρωπίνου πολιτισμού. Η θανατηφόρος νόσος του φθόνου που οδηγεί στη συκοφαντία συνεχίζει να διαβρώνει τις κοινωνικές σχέσεις, δηλητηριάζει τον κοινωνικό ιστό και οδηγεί σε ανθρώπινες τραγωδίες. Ενδέχεται μάλιστα ο σύγχρονος άνθρωπος να ενθουσιάζεται από κάποιες ιδεολογικές αρχές περί αγάπης προς την ανθρωπότητα γενικά και αόριστα, παρά το γεγονός ότι στην καρδιά του φωλιάζει θανάσιμο μίσος για τον πλησίονiii. «Τα σκοτεινά νέφη του μίσους καλύπτουν από τα μάτια μας το Ουράνιον Φώς. Μόνοι τους οι άνθρωποι δημιουργούν για τον εαυτό τους την κόλασή τους..», αναφέρει ένας μεγάλος σύγχρονος πνευματικός πατέρας, ο Γέροντας Σωφρόνιος του 'Εσσεξiv.
Όσον αφορά την ετυμολογία της λέξεως συκοφαντία αυτή προέρχεται από το ουσιαστικό σύκο και το ρήμα φαίνω, φανερώνω. Έχουν προταθεί πολλές ερμηνείες. Η επικρατέστερη είναι αυτή του Ζηνόδωρου ο οποίος ισχυρίζεται ότι όταν κάποτε είχε πέσει λιμός στην Αθήνα, ο δήμος ενέκρινε ψήφισμα που απαγόρευε την εξαγωγή σύκων· όποιοι κατήγγελλαν άλλους ότι εξάγουν σύκα, ονομάστηκαν συκοφάντεςv. Ίσως οι συκοφάντες των Αθηνών δεν φανέρωναν στις αρχές μόνο αυτούς που εξήγαγαν παρανόμως τα σύκα αλλά και ίσως εκβίαζαν τους πλούσιους εμπόρους ότι θα τους καταγγείλουν ψευδώς ότι εξάγουν σύκα αν δεν τους έδιδαν ένα χρηματικό ποσόvi. Στην τρέχουσα ορολογία, συκοφαντώ σημαίνει διατυπώνω ή διαδίδω εσκεμμένα ψευδείς και κακόβουλες κατηγορίες εναντίον κάποιου για να τον μειώσω, να τον εκθέσω και ο συκοφάντης είναι αυτός που κατηγορεί κάποιον γνωρίζοντας απόλυτα ότι είναι ψευδείς οι κατηγορίες. Διαβάλλω και συκοφαντώ είναι συνώνυμα ρήματα καθώς σημαίνουν τη διάδοση ψευδών κατηγοριών. Η συκοφαντία είναι μία εσκεμμένη και προμελετημένη ενέργεια, με πλήρη διαύγεια αντίληψης και στόχου, κατά της υπόληψης και της τιμής του προσώπου, με προφορική ή γραπτή διατύπωση ψευδούς καταγγελίας ή κατηγορίας.

Συκοφαντία… Μια λέξη που προφέρεται τόσο εύκολα όσο εύκολα διαπράττεται. Μια λέξη που εμπερικλείει μια αρνητική ενέργεια, μια πράξη κατευθυνόμενη με πλήρη συνείδηση, μεθοδευμένα και στοχευμένα. Κατασκευάζει πράγματα που δεν άκουσε και ερμηνεύει πράγματα που δεν κατάλαβε. Είναι ένας διαρκής θάνατος του συκοφαντούμενου. Σύμφωνα με τον αείμνηστο γέροντα Μωυσή τον αγιορείτη, ο συκοφάντης είναι δεινός ψεύτης, κακός άνθρωπος, δόλιος και ζηλόφθονος. Πρόκειται για πρόσωπο δειλό, διαστροφικό και ακαλλιέργητο. Έχει επιπολαιότητα, ρηχότητα, μετριότητα και περιέργεια. Οι συκοφάντες χαίρονται ιδιαίτερα όταν βρίσκουν ακροατές και αναγνώστες των ψευδών τους. Παγιδεύουν απρόσεκτους και αδαείς φίλους τους οποίους δεν είναι καθόλου δύσκολο αύριο να διασύρουν κι αυτούς και να διαδώσουν ανυπόστατες κατηγορίες. Η συκοφαντία είναι χειρότερη της κατηγορίας, γιατί εσκεμμένα χρησιμοποιεί το ψεύδος εναντίον άλλου. Η εμπάθεια του συκοφάντη είναι φοβερή. Συνεργάζονται το μίσος και η κακία, η ζήλια και ο φθόνος, η εχθρότητα και η απάτηvii.

Εφευρέτης της συκοφαντίας είναι ο διάβολος όπως αναφέρει και ο άγιος Νεκτάριοςviii. Ψεύτης και πατέρας του ψεύδους, ο διάβολος αποδίδει στον εαυτό του μια φοβερή αποστολή, την αποστολή να αλλοιώνει εκ προθέσεως την αλήθεια. Ήταν αυτός ο οποίος συκοφάντησε το Θεό στην Εύα καθώς προσπάθησε να την πείσει ότι ο Θεός ψεύδονταν όταν προειδοποίησε τους πρωτόπλαστους για πνευματικό και σωματικό θάνατο σε περίπτωση παράβασης της εντολήςix. «Καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· οὐ θανάτῳ ἀποθανεῖσθε· ᾔδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ᾗ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν»(Γεν. 3,4-6). Άλλωστε η ίδια η ετυμολογία της λέξης διάβολος προέρχεται από το ρήμα δια-βάλλω, που είναι συνώνυμο με το ρήμα συκοφαντώ, και σημαίνει χωρίζω-διαιρώ και φανερώνει ότι κύριο χαρακτηριστικό του διαβόλου είναι ότι δια-βάλλει δηλαδή χωρίζει, κομματιάζει αντί να ενώσει, καταστρέφει τα πάντα, αντί να δημιουργήσει. Ο διάβολος είναι εκείνος που διαιρεί, που χωρίζει, αποκόπτει κάθε επικοινωνία μεταξύ Θεού και ανθρώπου και μεταξύ των ανθρώπων. Άλλωστε αυτό δεν κάνει και ο κάθε συκοφάντης; Μέσω της διάδοσης ψευδών ειδήσεων ενσπείρει μίσος ανάμεσα σε πατέρα και γιο, ανάμεσα στο σύζυγο και τη σύζυγο, ανάμεσα σε προϊστάμενο και υφιστάμενο. Για αυτό το λόγο μάς συμβουλεύει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «δεν θα συκοφαντήσεις, για να μην εξομοιωθείς με το διάβολο που συκοφάντησε το Θεό στην Εύα, και γίνεις καταραμένος σαν αυτόν. Ή μάλλον -εκτός αν πρόκειται να προξενηθεί κάποια βλάβη στους πολλούς - ακόμη και θα σκεπάσεις το σφάλμα του πλησίον, για να μην εξομοιωθείς με τον Χαμ, αλλά με τον Σημ και τον Ιάφεθ και να επιτύχεις την ευλογία, όπως αυτοί»x. Μάλιστα ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος φθάνει στο σημείο να ισχυρίζεται ότι ο συκοφάντης είναι χειρότερος ακόμη και από αυτόν το διάβολο διότι «ο διάβολος κατηγορεί και διαβάλλει τους ανθρώπους, κανέναν όμως από τους άλλους δαίμονες»xi, ενώ ο άνθρωπος συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του.
Η συκοφαντία, δυστυχώς, έχει γίνει σήμερα διαδεδομένος τρόπος συμπεριφοράς πολλών ανθρώπων με αποτέλεσμα να θεωρείται ως κάτι το φυσιολογικό και να μην ονομάζεται καν συκοφαντία. Μέσω της ευρείας και παγκόσμιας διάδοσης του ιντερνέτ οι συκοφάντες δεν ψιθυρίζουν πια μόνο στο αυτί ψευδείς ειδήσεις αλλά τις αναγγέλλουν μέσω του ιντερνέτ για να είναι αποτελεσματικότερος ο τρόπος καταστροφής συνειδήσεων και ταυτόχρονα να διατηρείται η ανωνυμία τους. Έχουμε δει να σπιλώνονται προσωπικότητες, υπολήψεις, οικογενειάρχες, με τραγικά πολλές φορές αποτελέσματα· άνθρωποι να χάνουν την εργασία τους, να διαλύεται η οικογένειά τους, να έχουν χάσει την υγεία τους ακόμη, δυστυχώς και να αφαιρούν την ίδια τους τη ζωή πάνω στην απελπισία για την αδικία που διαπράχθηκε εις βάρος τουςxii. Πρόκειται για ένα σύγχρονο bullying.
Η συκοφαντία είναι «ψευδολογίας χείμαρρος», θα τονίσει ο Μέγας Βασίλειοςxiii. Τα συκοφαντικά λόγια είναι διαδόσεις που δεν στηρίζονται στην αλήθεια και στην πραγματικότητα. Είναι ένα μέσον το οποίον πάντοτε οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν για να πλήξουν άλλους. Είναι μία πληγή στο σώμα της κοινωνίας. Είναι μία αρρωστημένη και παθολογική κατάσταση που φανερώνει το βόρβορο που υπάρχει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν τη συκοφαντία θυγατέρα του μίσους και του φθόνουxiv. Τα συκοφαντικά λόγια ως άλλα πούπουλα, όπως χαρακτηριστικά τα παρομοιάζουν μερικοί Άγιοί μας, που τα φυσά ο άνεμος, διασκορπίζονται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και είναι αν όχι αδύνατον, φοβερά δύσκολο να συγκεντρωθούν πάλι πίσω, όταν αποκαλυφθεί η απάτη της συκοφαντίας ή όταν ο συκοφάντης μετανοήσει και θελήσει να επανορθώσει το κακό που προκάλεσε. Πάντα θα μένουν υπολείμματα και τραύματα από μια συκοφαντία που έχει συντελεσθεί. Σ’ αυτή την πραγματικότητα και φιλοσοφία, εξάλλου, στηρίχθηκε το "δόγμα" του Γκαίμπελς που έλεγε: "ρίξτε-ρίξτε λάσπη, στο τέλος κάτι θα μείνει" και το οποίο εφαρμόζουν πιστά σήμερα, πολλά οργανωμένα συμφέροντα στους χώρους των επιχειρήσεων, της πολιτικής, της εκκλησίας και αλλαχούxv. Ενώ ο δολοφόνος σκοτώνει το σώμα, ο συκοφάντης σκοτώνει την τιμή και την υπόληψη, τα οποία είναι ανώτερα από κάθε υλικό αγαθόxvi.
Ποιό είναι όμως το κίνητρο που ωθεί τον άνθρωπο στο να συκοφαντεί τον συνάνθρωπό του και να εκτοξεύει ψέματα εναντίον του; Η ασκητική εμπειρία μάς έχει υποδείξει ότι τα κίνητρα του συκοφάντη είναι η ζήλεια, ο φθόνος, η μνησικακία, η υπερηφάνεια και τα σαρκικά πάθη. H συκοφαντία είναι το απαισιότερο φάσμα του μίσους και της κακότητας και το οδυνηρότερο τραύμα γι’  αυτόν που την υφίσταται.  H συκοφαντία είναι το αμυντικό όπλο της κατωτερότητας.  Επειδή δεν μπορεί να σκεπάσει τη γύμνωση και ευτέλειά της προσπαθεί να αμαυρώσει αυτούς που βρίσκονται πιο ψηλά για να δικαιωθεί όπως νομίζει, θα επισημάνει ο αείμνηστος και χαρισματούχος Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινόςxvii. Μας διδάσκει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Όταν μας δουν οι δαίμονες να περιφρονούμε τα πράγματα του κόσμου, ώστε να μη μισούμε εξαιτίας αυτών τους ανθρώπους και εκπέσουμε από την αγάπη, τότε παρακινούν άλλους να μας συκοφαντήσουν, ώστε, μη υποφέροντας την λύπη, να μισήσουμε εκείνους που μας συκοφάντησαν»xviii. «Οι δαίμονες μάς σπρώχνουν πιεστικά ή στο να αμαρτήσωμε ή, αν δεν αμαρτήσωμε, στο να κατακρίνωμε όσους αμάρτησαν», μας διδάσκει επίσης ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακοςxix. Σύμφωνα με τον Γέροντα Ιωσήφ Βατοπαιδινό: «O εχθρός διάβολος γνωρίζει τη σκληρότητα και την οδύνη, που προκαλεί αυτή η κακία και τη μεταχειρίζεται κατά των ισχυρών του αντιπάλων. Σκοπός του είναι να λυγίσει την καρτερία τους»xx. Αυτή είναι η πονηρία του διαβόλου. Ο συκοφάντης φθονεί την αρετή του άλλου και μισεί την αλήθεια. Μέσω της συκοφαντίας προσπαθεί να σπείρει το μίσος μεταξύ των ανθρώπων. Η θέληση του συκοφάντη συμπίπτει με τη σατανική θέληση και έτσι δαιμονοποιείται. Η συκοφαντία έχει εξάπαντος δαιμονικό και εωσφορικό χαρακτήρα. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά και ο άγιος Παΐσιος «οι συκοφάντες εργάζονται συνεργαζόμενοι με το ταγκαλάκι», δηλαδή τον διάβολοxxi.
Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει: "Δεν υπάρχει βαρύτερος πόνος της ψυχής από τη συκοφαντία, είτε στην πίστη, είτε στη διαγωγή συκοφαντείται κάποιος∙ και κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος όταν συκοφαντείται, παρά μόνο εκείνος που στρέφει τα μάτια του στο Θεό, όπως η Σωσάννα. Μόνο ο Θεός μπορεί να μας λυτρώσει από τον κίνδυνο και να φανερώσει στους ανθρώπους την αλήθεια, όπως έκανε στην περίπτωση της Σωσάννας, και να παρηγορήσει την ψυχή με την ελπίδα"xxii. Ποια ήταν όμως η Σωσάννα στην οποία αναφέρεται ο άγιος Μάξιμος; Η Σωσάννα ήταν μια ενάρετη παντρεμένη νεαρή γυναίκα την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης. Ήταν σεμνή και ταυτόχρονα πολύ όμορφη. Η ομορφιά της γοήτευσε δυο γέροντες που είχαν το αξίωμα του δικαστού οι οποίοι την εκβίασαν ότι αν δεν ενδώσει στις ανήθικες ορέξεις τους θα την κατηγορήσουν ότι είναι μοιχαλίδα και ότι απάτησε τον άντρα της και ότι δήθεν αυτοί ήταν αυτόπτες μάρτυρες της σκηνής της μοιχείας. Η Σωσάννα όμως δεν φοβήθηκε τον εκβιασμό και αρνήθηκε να παραβεί τον νόμο του Θεού και να ενδώσει στις παράνομες επιθυμίες τους. Οι δύο γέροντες δεν έμειναν άπρακτοι και την κατηγόρησαν ότι δήθεν απάτησε τον άνδρα της μ' έναν νεαρό στον κήπο του σπιτιού της και την κατεδίκασαν σε θάνατο. Ασφαλώς ο λαός που την κατεδίκασε δεν γνώριζε την αλήθεια. Ενώ λοιπόν η απόφαση ελήφθη από το δικαστήριο τότε έξαφνα το Άγιο Πνεύμα φωτίζει τον νεαρό τότε προφήτη Δανιήλ ο οποίος ζήτησε να εξετάσει έναν-έναν χωριστά τους δικαστές. Ρώτησε λοιπόν τον πρώτο γέροντα: «Κάτω από ποιο δέντρο είδες τη Σωσάννα να διαπράττει την αμαρτία;». «Κάτω από ένα σχίνο» απάντησε εκείνος. «Να που είπες ψέματα, γιατί ο άγγελος του Θεού έχει λάβει κιόλας εντολή από το Θεό να σε σχίσει στα δύο», του είπε ο Δανιήλ. Μετά απευθύνθηκε στον άλλο δικαστή χωριστά: «Εσύ κάτω από ποιο δέντρο την έπιασες;». «Κάτω από ένα πουρνάρι», απάντησε εκείνος. «Νάτο, ψέμα είπες κι εσύ, ο άγγελος του Θεού σε περιμένει με το ξίφος του για να σε κόψει στα δύο», του είπε ο Δανιήλ. Τελικά απεδείχθη η αθωότητα της Σωσάννας και οι δύο δικαστές καταδικάστηκαν σε θάνατο από τη σύναξη σύμφωνα με το νόμο του Μωυσή και έλαμψε η αλήθεια(Δαν.1.1-64). Μια άλλη διδακτική ιστορία από την Παλαιά Διαθήκη την οποία θυμόμαστε τη Μεγάλη Δευτέρα είναι αυτή του παγκάλου Ιωσήφ ο οποίος πουλήθηκε από τους ίδιους τους αδελφούς του ως σκλάβος στην Αίγυπτο (Γεν 37, 12-36). Εκεί συκοφαντήθηκε αδυσώπητα από την σύζυγο του Πετεφρή επειδή δεν ενέδωσε στις πονηρές διαθέσεις της και φυλακίστηκε(Γεν 39, 1-23). Όμως ο Θεός τον δικαίωσε και τον έκανε κυβερνήτη δίπλα στον Φαραώ της Αιγύπτου (Γεν 41, 1-46) διότι όπως λέγει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής «καλύτερα να σε αδικούν οι άνθρωποι και όχι οι δαίμονες. Εκείνος που ευαρεστεί τον Κύριο, τους νίκησε και τους δύο»xxiii. Αυτό κατόρθωσε και ο πάγκαλος Ιωσήφ. Νίκησε τις μεθοδείες του πονηρού αλλά και την πονηρία των ανθρώπων.
H συκοφαντία ως προς την κακότητα και πονηρία κατέχει την πρώτη θέση στον κατάλογο της κακοήθειαςxxiv.  Ο σοφός και μακαριστός Αγιορείτης Γέροντας Μωυσής αναφερόμενος στο μεγάλο αμάρτημα της συκοφαντίας επισημαίνει: «Ο πνευματικός νόμος συνεχίζει να λειτουργεί: Ό,τι έκανες θα πάθεις. Μερικές φορές και χειρότερα»xxv. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση της Ιεζάβελ η οποία ήταν γυναίκα του βασιλιά Αχαάβ και συκοφάντησε τον Ναβουθαί. Ο Αχαάβ ήθελε να αγοράσει το αμπέλι του Ναβουθαί. Ο Ναβουθαί όμως δεν το έδινε γιατί ήταν κληρονομιά από τους προγόνους του. Η άρνησή του προκάλεσε λύπη στον Αχαάβ (Α' Βασ. 21,4) γι’ αυτό και η γυναίκα του Ιεζάβελ ανέλαβε να ενεργήσει για να πάρει παράνομα το αμπέλι. Γράφοντας επιστολές με το όνομα του Αχαάβ τίς έστειλε στους πρεσβυτέρους και τους άρχοντες της πόλης, ζητώντας τους να βρουν δύο ψευδομάρτυρες οι οποίοι θα συκοφαντήσουν το Ναβουθαί για βλασφημία απέναντι στο Θεό και το βασιλιά. Έτσι σε μια τελετή νηστείας που διοργάνωσαν και μπροστά στο λαό συκοφάντησαν το Ναβουθαί με αποτέλεσμα να τον σκοτώσουν με λιθοβολισμό (Α' Βασιλέων 21,7-14). Όμως, όταν ο προφήτης Ηλίας, με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, κατάλαβε ότι ο Ναβουθαί συκοφαντήθηκε, κατήγγειλε και έλεγξε το άνομο βασιλικό ζεύγος(Α' Βασιλέων 21,1). Προφήτευσε ότι η τιμωρία τους θα είναι παραδειγματική. Όταν ο Αχαάβ μετέβη για να αρπάξει το αμπέλι του Ναβουθαί, ο προφήτης Ηλίας του ανήγγειλε ότι στον τόπο που τα σκυλιά έγλυψαν το αίμα του Ναβουθαί που χύθηκε με άδικο τρόπο, εκεί θα γλύψουν και το δικό του (Γ' Βασιλέων 21,1-24). Η τιμωρία όμως δεν έπληξε τον Αχαάβ διότι μετανόησε αλλά την γυναίκα του (Γ' Βασιλέων 21,25-29). Μετά τον θάνατο του Αχαάβ, η Ιεζάβελ εκδιώχθηκε από τον Ιηού ο οποίος διέταξε να την πετάξουν από το παράθυρο. Κατόπιν ο Ιηού πέρασε πάνω από το πτώμα της με την άμαξά του (Β' Βασιλέων 9,30-37) και έδωσε το πτώμα της για βορά των σκύλων εκπληρώνοντας την προφητεία του προφήτη Ηλία.
Οι άγιοι Πατέρες μας όχι μόνο επιτιμούν το πάθος της συκοφαντίας αλλά και το πάθος της κατακρίσεως. Ὁ άγιος Ιωάννης της Κλίμακος παρομοιάζει την καταλαλιά μέ «παχειά βδέλλα, πού απορροφά το αίμα της αγάπης» καθώς γεννάται από το μίσος και από την μνησικακία. Μας διδάσκει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Άκουσα μερικούς να καταλαλούν και τους επέπληξα. Και για να δικαιολογηθούν οι εργάτες αυτοί του κακού μού απήντησαν ότι το έκαναν από αγάπη και ενδιαφέρον προς αυτόν που κατέκριναν. Εγώ τότε τους είπα να την αφήσουν αυτού του είδους την αγάπη, για να μη διαψευσθή εκείνος που είπε: “Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον” (Ψαλμ. ρ΄ 5). Εάν ισχυρίζεσαι ότι αγαπάς τον άλλον, ας προσεύχεσαι μυστικά γι΄ αυτόν και άς μη τον κακολογής. Διότι αυτός ο τρόπος της αγάπης είναι ευπρόσδεκτος από τον Κύριον»xxvi. Οι ασκητές της ερήμου όχι μόνο θεωρούσαν μεγάλη αμαρτία την κατάκριση αλλά και σκέπαζαν τα αμαρτήματα του πλησίον για να μας υποδείξουν την αγάπη και τη συγχωρητικότητα και το ότι πρέπει να ασκήσουμε τον εαυτό μας στο να μην κακολογούμε και να μη λέμε ψέματα εναντίον του αδελφού μας. Αναφέρει το Γεροντικό ότι κάποιος από τους Πατέρες είδε έναν αδελφό να αμαρτάνει. Έκλαψε τότε πικρά και είπε: «Αυτός σήμερα, εγώ αύριο!», θέλοντας να δείξει πόσο ευμετάβολη είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο όλοι είμαστε επιρρεπείς προς την αμαρτίαxxvii. Ένδειξη ταπεινώσεως είναι να δούμε τα δικά μας πάθη και ελαττώματα. «Δώρησαί μοι Κύριε τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου», προσεύχεται ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας μ' ένα τρόπο απόλυτο είναι ίσως το συγκλονιστικότερο χαρακτηριστικό της ζωής τού αυθεντικού αγίου ανθρώπου και οπωσδήποτε όταν καθρεπτιζόμαστε στο συγκλονισμό που προκαλεί η συναίσθηση μιάς μοναδικής και απόλυτης αμαρτωλότητας, δεχόμαστε ισχυρό νυγμό στο βάθος της αυτογνωσίας μαςxxviii. Για αυτό το λόγο, αυτό το οποίο τονίζει η πνευματική μας παράδοση είναι να εργαζόμαστε για την καλυτέρευση του εαυτού μας και να μην περιεργαζόμαστε τα σφάλματα των άλλων. Μας διδάσκει ο άγιος Παΐσιος ότι θα πρέπει να αμφιβάλλουμε για την κρίση μας διότι αυτή δεν είναι πάντα ασφαλής. Αναφέρει τα εξής: «Δεν σκέφτομαι πάντοτε σωστά, πολλές φορές κάνω λάθος. Να, στην τάδε περίπτωση σκέφθηκα έτσι και βγήκε ότι είχα άδικο. Στην τάδε περίπτωση έκρινα και έπεσα έξω, οπότε τον αδίκησα τον άλλον. Επομένως δεν πρέπει να ακούω τον λογισμό μου. Ο καθένας μας λίγο-πολύ έχει περιπτώσεις που έπεσε έξω στην κρίση του. Αν φέρει στον νου του τις περιπτώσεις που έκρινε και έπεσε έξω, τότε θα αποφεύγει την κατάκριση. Αλλά και μια φορά να μην έπεσε έξω και να είχε δίκαιο, πού ξέρει τα ελατήρια του άλλου; Ξέρει πώς έγινε κάτι; Να μη βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα»xxix. Τα αισθητήριά μας λοιπόν συχνά κάνουν λάθος. Δεν γνωρίζουμε την πρόθεση του άλλου γι' αυτό ερμηνεύουμε λανθασμένα τη συμπεριφορά του. Άλλωστε δεν έχουμε τη δυνατότητα να κρίνουμε τον άλλο, γιατί δεν μπορούμε να μπούμε στην ψυχή του. Η κρίση είναι έργο μόνο του Θεούxxx. «Μη κατακρίνης και όταν ακόμη βλέπης κάτι με τους ίδιους τους οφθαλμούς σου, διότι και αυτοί πολλές φορές εξαπατώνται», μας διδάσκει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακοςxxxi.
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι υπεύθυνοι για τη συκοφαντία δεν είναι μόνο εκείνοι που εκτοξεύουν αυτό το δηλητήριο, αλλά και εκείνοι που το δέχονται με πολύ ευχαρίστηση ή ακόμη και αδιαμαρτύρητα και βέβαια αυτοί που είναι πρόθυμοι να διαδώσουν τις ψευδείς ειδήσεις χάριν μιας «κοινωνικής» ενημέρωσης, δηλαδή κοινώς κουτσομπολιού, κάνοντας το λάθος αυτή τη σπίθα της συκοφαντίας να την μετατρέψουν σε πυρκαγιά κάνοντας παρανάλωμα του πυρός συνειδήσεις και υπολήψεις. «Αυτόν που σου κατακρίνει τον πλησίον, ποτέ μη τον σεβασθής, αλλά μάλλον να του ειπής: “Σταμάτησε, αδελφέ. Εγώ καθημερινώς σφάλλω σε χειρότερα, και πώς μπορώ να κατακρίνω τον άλλον”; Έτσι θα έχης δύο οφέλη∙ με ένα φάρμακο θα θεραπεύσης και τον εαυτό σου και τον πλησίον», επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακοςxxxii. Γι’ αυτό το λόγο ο άγιος Αυγουστίνος σε μια του ομιλία λέγει πως ευθύνη για το λιθοβολισμό του αγίου Στεφάνου δεν είχαν μόνο αυτοί που έριχναν τις πέτρες, αλλά και εκείνοι που συνευδοκούσανxxxiii. Η συκοφαντία είναι ένας «λιθοβολισμός» της τιμής και της υπόληψης και δεν θα πρέπει να ανεχόμαστε να κατηγορούνται άδικα συνάνθρωποί μας για να μην ομοιωθούμε με αυτούς οι οποίοι αν και δεν έριξαν πέτρες εναντίον του αγίου Στεφάνου όμως αποδέχονταν την παράνομη πράξη. Ρώτησαν κάποτε τον Αββά Βαρσανούφιο: «Γέροντα· εάν ακούσω περί τινος ότι κακώς με λέγει, τι ποιήσω; Και ο Γέροντας απεκρίθη: Ευθέως ανάστα και ποίησον ευχήν πρώτον υπέρ εκείνου, και ούτως υπέρ σεαυτού, λέγων· Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τόνδε τον αδελφόν, και εμέ τον αχρείον δούλόν σου· και σκέπασον ημάς από του πονηρού, ευχαίς των σων αγίων»xxxiv. Η συκοφαντία βλάπτει λοιπόν όχι μόνο τον συκοφαντούμενο αλλά και αυτούς που δέχονται τις συκοφαντίες και βέβαια τον ίδιο τον συκοφάντη, ο οποίος επισύρει την οργή του Θεού και την αγανάκτηση των ανθρώπων. Μας διδάσκει ο άγιος Παΐσιος: «Ο άδικος άνθρωπος, όπως και κάθε ένας που αισθάνεται ένοχος, εάν δεν ζητήσει συγχώρηση ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επί πλέον από το γογγυσμό και την αγανάκτηση του αδικημένου. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον κτυπούν κύματα στριφογυρίζει και ανάπαυση δεν έχει. Είναι μυστήριο πράγμα το πως το πληροφορείται!   Ακόμη και αν ο άνθρωπος είναι αναίσθητος, πάλι υποφέρει. Το πολύ-πολύ να καταφύγει σε καμιά “ψυχαγωγία”, για να ξεχασθεί. Όταν ο αδικημένος έχει συγχωρήσει τον ένοχο, αλλά έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του, τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε ένα βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου. Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής, από τη συνείδηση»xxxv.
Γλύτωσέ με Κύριε από τη συκοφαντία των ανθρώπων και εγώ θα φυλάξω τας εντολάς σου, αναφωνεί ο ψαλμωδός. Αλλά ποιες είναι αυτές οι εντολές στις οποίες αναφέρεται ο ψαλμωδός; Είναι οι δύο εντολές που είπε ο Ιησούς επάνω στις οποίες στηρίζεται όλη η πνευματική ζωή: η αγάπη προς το Θεό και η αγάπη προς τον πλησίον(Ματθ.22, 35-40). Για την ορθόδοξη πνευματική ζωή η ηθική τελείωση δεν συνίσταται στην επίτευξη κάποιων ηθικών πράξεων, στην ηθική ευδαιμονία, αλλά στην επίτευξη ανιδιοτελούς αγάπης. Η τελεία αγάπη είναι υπεράνω παντός εν τω κόσμω συμφέροντοςxxxvi. Στη συγκεκριμένη περίπτωση που εξετάζουμε η άνευ όρων αγάπη προς αυτόν που μας συκοφαντεί. Αυτό είναι και το μεγαλείο της μωρίας του Σταυρού όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος(Α΄Κορ.1,18-24) διότι για τον κόσμο είναι πραγματικά μωρία το να καλείσαι να αγαπήσεις αυτόν που σε συκοφαντεί. Αποτελεί υπέρβαση της λογικής. Μέσα όμως σε αυτήν την υπέρβαση ευρίσκεται και η λύτρωση διότι ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μας λέγει ότι "όσο εσύ προσεύχεσαι με την ψυχή σου για χάρη εκείνου που σε συκοφάντησε, τόσο και ο Θεός πείθει για την αθωότητά σου όσους σκανδαλίστηκαν λόγω της συκοφαντίας"xxxvii και ο Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός αναφέρει ότι ενώ η συκοφαντία ως προς την κακότητα και πονηρία κατέχει την πρώτη θέση στον κατάλογο της κακοήθειας έχει όμως και την πρώτη θέση στον κατάλογο της αξιοπρέπειας και του ενάρετου βίου.  H αξιομισθία της ξεπερνά τους βαθμούς της περιεκτικής φιλοπονίαςxxxviii καθώς η υπομονή απέναντι στη συκοφαντία αποφέρει ουράνιο μισθό.
Η υπομονή στις συκοφαντίες αποτελεί μέτρο και κριτήριο της ταπεινώσεώς μας. Η ταπείνωσή μας κρίνεται από τη στάση μας απέναντι στη συκοφαντία. Στο Γεροντικό αναφέρεται πώς ταπεινόφρων δεν είναι αυτός πού αυτοεξευτελίζεται και ταπεινολογεί, αλλά εκείνος πού υπομένει με χαρά τις ατιμίες πού προέρχονται από τον πλησίον∙ και σε άλλο σημείο αναφέρεται πώς εκείνον πού τιμούν οι άνθρωποι περισσότερο απ’ όσο αξίζει ζημιώνεται, εκείνος όμως, πού δεν τον τιμούν καθόλου οι άνθρωποι, θα δοξαστεί στους ουρανούς από τον Θεόxxxix.  Μην νομίσεις πώς έχεις ταπείνωση, τονίζει ο αββάς Ισαάκ, όταν δεν ανέχεσαι την παραμικρή κατηγορίαΟ αββάς Ζωσιμάς προχωρεί πιο πέρα και λέγει τα εξής: «Αυτόν πού σ’ ενέπαιξε ή σε στενοχώρησε ή σε ζημίωσε ή οτιδήποτε κακό σου έκανε, να τον θυμηθείς ως ιατρό σου. Ὁ Χριστός τον έστειλε για να σε θεραπεύσει, μη λοιπόν τον θυμάσαι με θυμό»xl. Για αυτό και ο άγιος Παΐσιος μάς προτρέπει την κάθε θλίψη να την υπομένουμε με χαρά και «όχι μόνον πρέπει να υπομένουμε αγόγγυστα αυτόν που μας πειράζει, αλλά και να νιώθουμε ευγνωμοσύνη, γιατί μας δίνει την ευκαιρία να αγωνισθούμε στην αγάπη, στην ταπείνωση, στην υπομονή»xli. Αυτό είναι το μεγαλείο της ανιδιοτελούς χριστιανικής αγάπης!
Τελικά, το κεντρικό ζήτημα δεν είναι το να εξηγήσουμε για ποιο λόγο μας συκοφαντούν οι άνθρωποι αλλά το να φέρουμε άξια το σταυρό μας, να υπομένουμε άξια αυτή τη σκοτεινή οδύνη, μια οδύνη που στο τέλος μεταμορφώνεται σε χαρά και οδηγεί στη σωτηρία όπως ο άγιος Παΐσιος τονίζει χαρακτηριστικά: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από τη χαρά που νιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά σας λέω, τη γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένιωσα μέσα στην αδικία»xlii. Υπομένοντας τη συκοφαντία μετέχουμε στα παθήματα του Χριστού. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο ίδιος ο Χριστός συκοφαντήθηκε κατά την επίγεια παρουσία Του. Συκοφαντούσαν και τον Κύριο μερικοί σύγχρονοί του Ιουδαίοι λέγοντας: "ἰδού ἄνθρωπος φάγος καί οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καί  ἁμαρτωλῶν" (Ματθ. 11,19) και "δαιμόνιον ἔχει καί μαίνεται" (Ιω. 10,20). «Άν σκεφτόμασταν ότι ο πιο αδικημένος είναι ό Χριστός, θα δεχόμασταν με χαρά την αδικία. Οικονομάει ό Θεός να μας αδικήσουν οι άνθρωποι ή να μας πουν καμιά κουβέντα, για να εξοφλήσουμε μερικές αμαρτίες μας ή για να αποταμιεύσουμε κάτι στην άλλη ζωή», μας συμβουλεύει ο άγιος Παΐσιοςxliii. «O πιστός ας έχει ως πρότυπο τον Kύριό μας, που συγχωρούσε τους διαβολοειδείς συκοφάντες. “Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τί ποιούσι” (Λουκ. 23,34). Oσοι σήκωσαν αυτόν το βαρύτατο σταυρό κέρδισαν και τον αντάξιο μακαρισμό: “Μακάριοί εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι πάν πονηρόν ρήμα καθ  υμών, ψευδόμενοι ένεκεν εμού” (Ματ. 5,11). Ως φορείς και οπαδοί της αγάπης ανεχόμαστε και υπομένουμε τη διαβολικότερη αυτή πληγή με πρότυπο τον Kύριό μας και μαθαίνουμε ότι “ο μισθός ημών πολύς εν τοίς ουρανοίς”(Ματ. 5,12)», επισημαίνει ο μακαριστός Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινόςxliv. Ο Θεός με τον πόνο Του ως το σταυρικό θάνατο παίρνει το μέρος μας, σηκώνει το σταυρό μας, συμμερίζεται τον πόνο μας, μοιράζεται τα δεινοπαθήματά μας, αγκαλιάζει το άλγος μας, αγιάζει την οδύνη μας. Όταν δέχεσαι την αδικία και δικαιολογείς τον πλησίον σου, δέχεσαι τον πολυαδικημένο Χριστό στη καρδιά σουxlv. «Μολονότι δεν είναι εύκολο, πρέπει οπωσδήποτε να συμφιλιωθείτε με τους συκοφάντες σας» μας συμβουλεύει ο Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος. «Με μίσος στην καρδιά, δεν μπορεί να σωθεί κανείς. Γι’ αυτό οφείλουμε να αντιδρούμε με αυταπάρνηση στα εμπαθή αισθήματά μας. Έτσι εξαφανίζονται και οι θλίψεις. Η εμπάθεια, βλέπετε, είναι που γεννάει τη θλίψη. Να ζείτε και να φέρεστε φυσιολογικά. Το πώς σας βλέπουν οι άλλοι να μην το λογαριάζετε. Μόνο του Θεού η κρίση έχει βαρύτητα, ως αλάθητη. Εμείς οι άνθρωποι δεν γνωρίζουμε καλά-καλά ούτε τον ίδιο μας τον εαυτό, πολύ περισσότερο τον πλησίον», καταλήγει ο Όσιος Θεοφάνηςxlvi.
Η Αγία Γραφή τονίζει ότι η οποιαδήποτε δοκιμασία κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής γίνεται μέσο αναγωγής στον τελικό σκοπό του ανθρώπου, που είναι η Βασιλεία του Θεού. «Διὰ πολλῶν θλίψεων» εισέρχεται ο άνθρωπος στη Βασιλεία του Θεού(Πραξ. 14,22). Η ελπίδα της Βασιλείας του Θεού τον ενισχύει στις θλίψεις και δυσκολίες της ζωής και τον καθιστά διαρκώς δεκτικότερο στη χάρη του Θεούxlvii. «Ας μη λησμονούμε εκείνον πού έλεγε προς τον Κύριον: “Πόσες θλίψεις μου έδειξες! Θλίψεις πολλές και κακές! Δεν με εγκατέλειψες όμως, αλλά με επισκέφθηκες με στοργή και με εζωογόνησες και με ανύψωσες και πάλι μετά την πτώσι μου από τα βάθη της γης όπου είχα πέσει” (Ψαλμ. ο΄ , 20)», μας προτρέπει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης αναφερόμενος στον πολύπαθο Ιώβxlviii. «Θα πρέπει να θεωρείς πώς καθετί πού συναντάς στην πορεία σου, μικρό ή μεγάλο, το στέλνει ό Θεός για να σε βοηθήσει στον αγώνα σου. Μονάχα αυτός γνωρίζει ότι σού είναι ωφέλιμο και ότι χρειάζεσαι σε κάθε περίσταση: επιτυχίες, αναποδιές, πειρασμούς, πτώσεις. Τίποτε δε συμβαίνει τυχαία και χωρίς να αποτελεί πολύτιμη ευκαιρία να διδαχτείς από αυτό. Πρέπει να το αποσαφηνίσεις καλά μέσα σου αυτό, γιατί έτσι μεγαλώνει ή εμπιστοσύνη σου στον Κύριο πού αποφάσισες να ακολουθήσεις», μας συμβουλεύει ένας σύγχρονος θεολόγοςxlix. Ο πιστός που θα υπομείνει λοιπόν την μεγάλη αυτή θλίψη μόνο κερδισμένος θα βγει και αλλοίμονο βέβαια στον συκοφάντη ο οποίος δεν θα μετανοήσει εμπράκτως. Ο πιστός φροντίζει αφενός να υπομείνει την αδικία της συκοφαντίας με σιωπή, ταπείνωση και προσευχή, χωρίς να καλλιεργεί πάθος και εκδικητικότητα για τον συκοφάντη, και αφετέρου φροντίζει με τη στάση του να βοηθήσει και τον άνθρωπο που τον αδικεί, να καταλάβει το σφάλμα του και να διορθωθεί. Η μεγάλη αγάπη προς το Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποιl. Πόσος πόνος διαπέρασε την ψυχή του αγίου Νεκταρίου όταν άνθρωποι άνομοι και υποκινούμενοι από δαιμονικές δυνάμεις τον κατασυκοφάντησαν και προσπάθησαν να τον διασύρουν τόσο στην Αίγυπτο όσο και στην Ελλάδα. Όμως ο άγιος ακλόνητος στην πίστη του τα υπέμεινε όλα καρτερικά αναμένοντας το έλεος του Θεού. Πόση αγάπη είχε μέσα στην καρδιά του όταν συγχώρεσε τους διώκτες του! Πόση υπομονή επέδειξαν και οι άγιοι μας, οι Κουλακιώτες Αθανάσιος και Ιωάννης, που τιμούμε ιδιαίτερα στην περιοχή μας, όταν συκοφαντήθηκαν από τους αλλόπιστους εχθρούς της πίστεώς μας ότι δήθεν αλλαξοπίστησαν και μετά αρνήθηκαν το Ισλάμ! Έδωσαν τη ζωή τους για την χριστιανική τους πίστη! Γι’ αυτό μένουν εις τον αιώνα ως άγιοι, όπως και ο άγιος Νεκτάριος τιμάται ως άγιος ενώ οι διώκτες τους θα κληθούν να απολογηθούν ενώπιον του Κυρίου κατά την τελική κρίση διότι όπως λέγει και ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής «εκείνος που πιστεύει στο Χριστό που μιλάει για ανταπόδοση, υποφέρει κάθε αδικία πρόθυμα, ανάλογα με την πίστη του»liκαι η ανταπόδοση είναι βέβαιο ότι θα έρθει και θα αποκαλυφθεί η αλήθεια. Πάντοτε η αλήθεια αποκαλύπτεται όπως το λάδι που βάζουμε στο καντηλάκι μας ανεβαίνει στην επιφάνεια του νερού∙ κατά τον ίδιο τρόπο και η αλήθεια φανερώνεται με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο. Ποια θα είναι όμως τότε η στάση του πιστού;
Την απάντηση μάς τη δίδει ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος ο οποίος λέγει τα εξής: «Αν ποτέ συκοφαντηθείς και αποκαλυφθεί ή αθωότητα σου, μην υπερηφανευθείς. Με ταπείνωση ευχαρίστησε το Θεό πού σε λύτρωσε από τις συκοφαντίες των ανθρώπων»lii.
 



iΑρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Essex Αγγλίας 1993, σελ. 47.
iiΒλ.Συμβουλές για το ήθος των ανθρώπων σε 170 κεφάλαια, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, Αθήνα 1986, τ.1.
iiiΙωάννου Ρωμανίδη Πρωτοπρεσβυτέρου, Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σελ. 163.
ivΑρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 47.
vΒλ.https://sarantakos.wordpress.com/2011/02/28/sykophant/
viΝατάσσας Κοντολέτα, «Συκοφαντία: η μάστιγα της εποχής», στο http://www.enromiosini.gr/arthrografia/arthrografia-koinwnika/
viiΓέροντας Μωυσής , «Η συκοφαντία», στο http://ahdoni.blogspot.gr/2012/08/blog-post_1917.html
viiiΑγίου Νεκταρίου, Το γνώθι σαυτόν, Εκδ. Άθως, Αθήνα 2011.
ixΧ. Ανδρούτσου, Δογματική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, Αθήνα 2005, σελ. 127-128.
xΆγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, σελ. 278,τ.4
xiΣεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, «Ω κακίας υπερβολή», στο http://poimin.gr/o-kakias-ipervoli/
xiiΑικ. Αντωνιάδου, Περί Συκοφαντίας, στο http://www.agioskosmas.gr/periodiko
xiiiΜ. Βασιλείου, Επιστολή 223, προς Ευστάθιον, PG 32,824.
xivΣεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, «Ω κακίας υπερβολή», στο http://poimin.gr/o-kakias-ipervoli/
xvΑικ. Αντωνιάδου, «Περί Συκοφαντίας», στο http://www.agioskosmas.gr/periodiko
xvi«Ο συκοφάντης», Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία, τεύχος 76, στο http://imverias.blogspot.gr/2013/10/blog-post_2834.html
xviiΓέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Τί είναι η συκοφαντία και γιατί πρέπει να την υπομένουμε; Ερωτήσεις – Απαντήσεις, στο http://www.diakonima.gr
xviiiΑγίου Μάξιμου του Ομολογητή, ‘’Κεφάλαια περί αγάπης’’, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, τ. 2.
xixΑγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Ι΄, Περί καταλαλιάς. Μετάφραση Αρχιμ. Ιγνατίου, Έκδοσις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 1988.
xxΓέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Τί είναι η συκοφαντία και γιατί πρέπει να την υπομένουμε; Ερωτήσεις – Απαντήσεις, στο http://www.diakonima.gr
xxiΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Οικογενειακή ζωή», Τόμος Δ΄, Έκδοσις Ι. Η. Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2002.
xxiiΑγίου Μάξιμου του Ομολογητή, ‘’Κεφάλαια περί αγάπης’’, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, σελ.100, τ. 2.
xxiiiΒλ. Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών,τ.1.
xxivΓέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Τί είναι η συκοφαντία και γιατί πρέπει να την υπομένουμε; Ερωτήσεις – Απαντήσεις, στο http://www.diakonima.gr 
xxvΓέροντας Μωυσής, «Η συκοφαντία», στο http://ahdoni.blogspot.gr/2012/08/blog-post_1917.html
xxviΑγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Ι΄, Περί καταλαλιάς.΄
xxviiΤο πάθος της συκοφαντίας, Κείμενα και ερμηνευτική απόδοση Αδελφότης Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Εκδόσεις 'ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ', Σειρά 'ΣΕΛΑΣΦΟΡΑ' 2006.
xxviiiΠροσέγγιση στην ευχή του αγίου Εφραίμ του Σύρου. Αποσπάσματα από κείμενα του Μοναχού Μωϋσή, Αγιορείτου, καί του Ιωάννου Κορναράκη, Καθηγητού Πανεπιστημίου, στο http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.
xxixΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Πάθη και αρετές» , Τόμος Ε΄, Έκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ἰωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2006.
xxxΤο πάθος της συκοφαντίας, Κείμενα και ερμηνευτική απόδοση Αδελφότης Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Καρέα, Εκδόσεις 'ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ', Σειρά 'ΣΕΛΑΣΦΟΡΑ' 2006
xxxiΑγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Ι΄, Περί καταλαλιάς.΄
xxxiiΑγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Ι΄, Περί καταλαλιάς.΄
xxxiiiΣεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ, «Ω κακίας υπερβολή», στο http://poimin.gr/o-kakias-ipervoli/
xxxivΑικ. Αντωνιάδου, «Περί Συκοφαντίας», στο http://www.agioskosmas.gr/periodiko
xxxvΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Με πόνο και αγάπη για το σύγχρονο άνθρωπο», Τόμος Α΄, Κεφάλαιο Δ΄,  Έκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 1998.
xxxvi π.Ι.Ρωμανίδη, Το προπατορικόν αμάρτημα, σελ.111.
xxxviiΑγίου Μάξιμου του Ομολογητή, ‘’Κεφάλαια περί αγάπης’’, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, σελ.100, τ.2.
xxxviiiΓέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Τί είναι η συκοφαντία και γιατί πρέπει να την υπομένουμε; Ερωτήσεις – Απαντήσεις, στο http://www.diakonima.gr
xxxixΜοναχού Μωυσέως, Περί της φονεύτριας της μοναξιάς, της αγίας ταπεινώσεως, από το βιβλίο «Η κοινωνία της ερήμου και η ερημία των πόλεων» , Εκδόσεις Τήνος, Αθήναι 1987. Βλ. και http://proskynitis.blogspot.gr/2015/09/blog-post_3.html
xlΜοναχού Μωυσέως, Περί της φονεύτριας της μοναξιάς, της αγίας ταπεινώσεως, από το βιβλίο «Η κοινωνία της ερήμου και η ερημία των πόλεων» , Εκδόσεις Τήνος, Αθήναι 1987. Βλ. και http://proskynitis.blogspot.gr/2015/09/blog-post_3.html
xliΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Οικογενειακή ζωή», Τόμος Δ΄, Εκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2002.
xliiΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Πνευματικός αγώνας», Τόμος Γ΄,  Εκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2001,σελ.74-77 .
xliiiΑγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι, «Πνευματικός αγώνας», Τόμος Γ΄,  Έκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2001.
xlivΓέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Τί είναι η συκοφαντία και γιατί πρέπει να την υπομένουμε; Ερωτήσεις – Απαντήσεις, στο http://www.diakonima.gr
xlvΑγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι, «Πνευματικός αγώνας», Τόμος Γ΄,  Έκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2001,σελ.74-77.
xlviΟσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Χειραγωγία στην Πνευματική Ζωή, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Εκδ. ε΄, 2005, σελ. 18-19.
xlviiΓ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ηθική, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 493.
xlviiiΑγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος Δ΄, Περί Υπακοής.
xlixTito Colliander, Ο Δρόμος των ασκητών, (11η έκδοση), εκδ.Ακρίτας, Αθήνα 1999.
lΑγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, «Πνευματικός αγώνας», Τόμος Γ΄,  Έκδοσις Ι. Η.Αγίου  Ιωάννου Θεολόγου, Σουρωτή, Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2001,σελ.74-77.
liΒλ. Τα 200 κεφάλαια περί του πνευματικού νόμου, Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, τ.1.
liiΟσίου Εφραίμ του Σύρου, Έργα, τόμος Α’, εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 253.

πηγή φωτογραφίας http://laonikos13galanis.blogspot.gr/2014/09/352-300.html 
 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
9 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2015


 

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Μεταμόρφωση του Σωτήρος - Αλλαγὴ - μεταστοιχείωσις, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

                    

«Καὶ μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν» (Ματθ. 17,2)
 
Η σημερινὴ ἑορτή, ἀγαπητοί μου, ὀνομάζεται δεσποτική, διότι σήμερα ἑορτάζει ὁ Δεσπότης  Δεσπότης μὲ δέλτα κεφαλαῖο, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ ἐξουσιάζειτὸ σύμπαν, ποὺ κυβερνᾷ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη, τὰ ἄστρα, τοὺς γαλαξίες, ὅλο τὸν κόσμο. Μεταμόρφωσις! Σήμερα χρειαζόταν γλῶσσα Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου γιὰ νὰ ὑμνήσῃ πρεπόντως τὸ γεγονός. Ἀλλὰ καὶ γλῶσσα μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας νὰ εἴχαμε, πάλι δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ εἰσέλθουμε στὸ βαθὺ νόημα τῆς ἑορτῆς. Λίγα λόγια μόνο θὰ ποῦμε.
Κατὰ τὴν πίστι μας, ὁ Χριστὸς κατέβηκε ἀπὸ τὰ οὐράνια ἐδῶ στὴ γῆ καὶ φόρεσε σάρκα ἀνθρωπίνη ἀπὸ τὰ πάναγνα αἵματα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἔγινε ἄνθρωπος ὅπως εἴμαστε ἐμεῖς –πλὴν τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ σώσῃ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Γεννήθηκε στὴ Βηθλεέμ, ὅπως γνωρίζουμε, καὶ τὰ περισσότερα χρόνιατὰ πέρασε σ᾽ ἕνα μικρὸ καὶ ἄσημο χωριό, τὴ Ναζαρέτ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἐχθροί του, ἐμπαίζοντάς τον γιὰ τὴν καταγωγή του, τὸν ὠνόμαζαν περιφρονητικὰ «Ναζωραῖο»· «Ναζωραῖος» ἔγραφε καὶ ἡ ἐπιγραφὴ τοῦ σταυροῦ (Ἰω. 19,19).Ἔζησε φτωχὸς ὅσο κανείς ἄλλος. Ἐργαζόταν σὰν ξυλουργός, ἔφτειαχνε παράθυρα καὶ πόρτες, γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τὸν «ἐπιούσιο ἄρτο» (Ματθ. 6,11). Ἦταν τελείως ἄσημος. Ποιός φανταζόταν ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα αὐτοῦ τοῦ Ναζωραίου κρυβόταν ὁλόκληρη ἡ Θεότης;
Καὶ ὅμως ἦταν Θεός· τὸ ἀπέδειξαν τὰ θαύματά του,ἡ ἀπαστράπτουσα ζωή του, ἡ ὑπέροχη διδασκαλία του, κυρίως ὅμως τὸ σημερινὸ γεγονός.Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Κυρίου. Λίγες μέρες πρὸ τοῦ πάθους του ὁ Χριστός, γιὰ νὰ στηρίξῃτοὺς μαθητάς του –ποὺ θὰ τὸν ἔβλεπαν σὲ λίγο νὰ κρέμεται πάνω στὸ σταυρό πῆρε τὸν στενὸ κύκλο τῶν μαθητῶν, ὅπως ἀκούσαμε στὸ εὐαγγέλιο, τὸν Πέτρο τὸν Ἰάκωβο καὶτὸν Ἰωάννη. Κι ὅπως λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πῆρε μαζί του τὸν Πέτρο γιὰ τὴ θερμὴ πίστι του, τὸν Ἰάκωβο γιὰ τὴ ζωντανὴ ἐλπίδα του, καὶ τὸν Ἰωάννη γιὰ τὴ φλογερὴ ἀγάπη του. Πῆρε ἰδιαιτέρως αὐτοὺς τοὺς τρεῖς, σύμβολο τῶν τριῶν μεγάλων ἀρετῶν τοῦ εὐαγγελίου, καὶ τοὺς ἀνέβασεσ᾽ ἕνα ψηλὸ βουνό –κατὰτὴν παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας εἶνε τὸ Θαβώρ, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Ἐκεῖ –πρὸς τιμὴν τῆς πατρίδος μας–Ἕλληνες μοναχοὶ ἔκτισαν ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως ἐπάνω στὰ ἐρείπια ἄλλου ναοῦ ποὺ εἶχε κτίσει ἡ ἁγία Ἑλένη ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἐκεῖ  συρρέουν ἀπ᾿ ὅλα τὰ μέρη οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἑορτάζουν τὴ Μεταμόρφωσι (μὲ τὸ παλαιὸ ἡμερολόγιο), ὅπως καὶ στὴν κορυφὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀπ᾽ ὅπου φαίνεται ὅλο τὸ Αἰγαῖο πέλαγος.
Ἐπάνω λοιπὸν στὸ Θαβὼρ ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς μαθητάς του «μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν» (Ματθ. 17,2). Ἔλαμψε δηλαδὴ τὸ πρόσωπό του σὰν τὸν ἥλιο, καὶ τὰ ῥοῦχα του, ποὺ εἶχε ὑφάνει μὲ τὰ ἅγιά της χέρια στὸν ἀργαλειὸ ἡ ὑπεραγίαΘεοτόκος, αὐτὰ τὰ ταπεινὰ καὶ φτωχὰ ῥοῦχαἄστραψαν καὶ ἔγιναν λευκὰ σὰν τὸ χιόνι (βλ. Μᾶρκ.9,3).
Τί θέαμα ἦταν ἐκεῖνο! Ἂν εἶν᾽ ὡραῖος ὁ ἥλιος τὴν αὐγή, ἀπείρως ὡραιότερο ἦταν αὐτὸ ποὺ ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τότε οἱ τρεῖς μαθηταί.Ἔμειναν ἔκθαμβοι. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό· ἔγινε καὶ κάτι ἄλλο, πολύ σπουδαῖο. Συγχρόνως παρουσιάστηκαν δύο μεγάλες προσωπικότητες τῆς παλαιᾶς διαθήκης· ὁ Μωϋσῆς, ποὺ εἶχε πεθάνει 1.500 χρόνια πρὸ Χριστοῦ, καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ εἶχε φύγει ἀπὸ τὸν κόσμο 800 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Αὐτοὶ οἱ δύο φάνηκαν νὰ συνομιλοῦν μὲ τὸ Χριστὸ γιὰ τὸ σωτήριο πάθος του (βλ. Ματθ. 17,3. Λουκ. 9,30-31). Αὐτὸ φανερώνει, πόσο πλανᾶται ὁ ὑλισμὸς ποὺ λέει πὼς ὁ ἄνθρωπος τελειώνει σὰν τὸ ζῷο. Ὄχι. Τὸ σῶμα φθείρεται, γίνεται «σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία» (Νεκρ. ἀκ., μακαρ.), ἀλλὰ ἡ ψυχὴ μένει ἀθάνατη. Καὶ ἀπόδειξις ἡ συνομιλία μὲ τοὺς δύο αὐτοὺς ἄνδρες, ποὺ δείχνει ὅτι ὁ Χριστὸς «ζώντων καὶ νεκρῶν κυριεύει» (ἑσπερ.),εἶνε ὁ Κύριος ζώντων καὶ νεκρῶν.Ὅταν ὁ Πέτρος εἶδε ὅλ᾽ αὐτά, τόσο ἐνθουσιάστηκε ὥστε εἶπε· Κύριε, νὰ φτειάξουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα μία γιὰ τὸ Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία –λησμονώντας τελείως τὸν ἑαυτό του. Δὲν τὸν ἐνδιέφερε ἂν ὁ ἥλιος ἔκαιγε ἐκεῖ τὶς πέτρες κι ἂν τὸ χειμῶνα θὰ πέφτῃ χιόνι· ἕνα μόνο ἤθελε, ν᾽ ἀπολαμβάνῃ τὴ δόξα τῆς μορφῆς τοῦ Χριστοῦ μας.
Ὥσπου νὰ πῇ ὅμως τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Πέτρος,τοὺς σκέπασε νεφέλη φωτεινή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀκούστηκε φωνή· «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5). Αὐτό, μὲ λίγα λόγια, εἶνε τὸ γεγονὸς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα.
Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, ἀγαπητοί μου, ἐκτὸς τῶν ἄλλων δείχνει ὅτι ὁ Χριστός,ποὺ ἀξίωσε τοὺς τρεῖς μαθητὰς νὰ δοῦν –ὅσο μποροῦσαν–τὴ δόξα του, ἔχει καὶ τὴ δύναμι νὰ μεταμορφώνῃ τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως μεταμορφώθηκε ὁ ἴδιος, ἔδειξε τὸ σῶμα του σὲ μία ἔκπαγλο μορφή, στὸ «ἀρχαῖον κάλλος» (Νεκρ. ἀκ., εὐλογ.), ἔτσιμπορεῖ νὰ μεταμορφώσῃ κ᾽ ἐμᾶς. Τὸ θέμα εἶ νε θεολογικό, κάπως δύσκολο, ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶνε ἡ οὐσία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς.Ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, λόγῳ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ, ἔπαθε ἀλλοίωσι· ἡ θεία εἰκόναποὺ ὑπῆρχε μέσα του ἀμαυρώθηκε, παραμορφώθηκε, ἔπαθε παραμόρφωσι. Τί θὰ πῇ παραμόρφωσις. Ὅπως λ.χ. μερικὰ ἀναρχικὰ στοιχεῖα στὴν Ἀθήνα πηγαίνουν τὴ νύχτα σ᾿ ἕνα ἀπὸ τὰ ἀγάλματα τῶν ἡρώων τοῦ 1821 καὶ τὸ μουντζουρώνουν, τοῦ κόβουν τὴ μύτη ἢ τὰ αὐτιά, κάτι τέτοιο ἔπαθε καὶ ὁ ἄνθρωπος. Δὲν εἶνε πλέον ὅπως βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Θείου καλλιτέχνου. Αὐτὸ βλέπουμε καὶ στὴ σημερινὴ κοινωνία. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει φύγει μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ διατηρεῖ μόνο τὴν ἐξωτερικὴ μορφή· μέσα εἶνε θηρίο ἀνθρωπόμορφο, τὸ ἀγριώτερο ἀπ᾿ ὅσα γεννᾷ ἡ φύσις, ὅπως εἶπαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας. Ἔγινε ἀπαίσιος. Ὁ Δαυῒδ θρηνεῖ καὶ λέει· «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε· παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀ νο ήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς»(Ψαλμ. 48,13,21). Καὶ ὁἱερὸς Χρυσόστομος ἐρωτᾷ· Πῶς νὰ σὲ ὀνο-μάσω ἄνθρωπο, ὅταν ἐσὺ εἶσαι πονηρὸς σὰντὴν ἀλεποῦ, ἅρπαγας σὰν τὸ γεράκι, αἱμοβό-ρος σὰν τὸ λύκο, λαίμαργος σὰν τὸ χοῖρο, ἀσελγὴς σὰν τὸν τράγο, φαρμακερὸς σὰν τὴνὀχιά, ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα;…Ἀμαυρώθηκε μέσα μας ἡ θεία εἰκόνα.
Καὶ τώρα τί εἶνε ἀνάγκη· ἀπὸ τὴν παραμόρφωσι νὰ πᾶμε στὴ μεταμόρφωσι, νὰ ἐπανέλθουμε στὸ «ἀρχαῖον κάλλος» ποὺ εἴχαμε στὸν παράδεισο. Πῶς γίνεται αὐτό; Μυστήριο καὶ θαῦμα, ποὺ μπορεῖ νὰ κάνῃ μόνο ὁ Χριστός.Πῶς; Θὰ φέρω δυὸ - τρία παραδείγματαἀ-πὸ τὴ φύσι. Βλέπουμε μιὰ ἀηδιαστικὴ κάμπιανὰ μεταμορφώνεται καὶ νὰ γίνεται χρυσαλλίδα. Λένε ἐπίσης οἱ φυσικοί, ὅτι μέσ᾿ στὰ σπλάχνα τῆς γῆς ὑπάρχει κάρβουνο ποὺ μετὰ  ἀπὸ μεγάλη ἐπεξεργασία γίνεται –τί; διαμάντι. Ἐλᾶτε σεῖς νὰ τὸ ἐξηγήσετε. Θέλετε κι ἄλλο παράδειγμα; Πάνω στὴν κοπριὰ φυτρώνει ἕ-να ῥόδο ποὺ εὐωδιάζει. Πῶς γίνονται αὐτὲς οἱ μεταβολές, αὐτὲς οἱ μεταστοιχειώσεις;
Τὴ λέξι «μεταστοιχείωσις» ἀκοῦμε καὶ σὲ κάποιο τροπάριο τῆς ἑορτῆς (ἀπόστ. ἑσπερ.). Ἔ λοιπόν,αὐτὸς ποὺ κάνει τὴν κοπριὰ ῥόδο, τὸ κάρβουνο διαμάντι, τὴν κάμπια ὡραία πεταλούδα, αὐτὸς ποὺ κάνει τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ στὴ φύσι, αὐτὸς κάνει καὶ τὸ ἀκόμη μεγαλύτερο θαῦμα· παίρνει τὸν παραμορφωμένο ἄνθρωπο, τὸ θηρίο, τὸ τέρας, τὸ ῥάκος, τὸ βδέλυγμα, τὸ «ἔκτρωμα» ποὺ ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὸν παλαιὸ ἑαυτό του (Α΄ Κορ. 15,8), καὶ τοῦ δίνει μιὰ ἀπερίγραπτη ὡραιότητα. Ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπὸ τὸ «παρὰ φύσιν» καὶ πηγαίνει στὸ «κατὰ φύσιν», κι ἀπ᾽ τὸ «κατὰ φύσιν» φτερουγίζει στὸ «ὑπὲρ φύσιν», στὰ μεγάλα ὕψη· γίνεται ἐπίγειος ἄγγελος καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος.
Ἂς σκεφτοῦμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, σοβαρὰ ἐπάνω στὸ μεγάλο αὐτὸ μυστήριο. Τότε θὰ ἑορτάσουμε σωστὰ καὶ θὰ αἰσθανθοῦμε τὸ μυστήριο τῆς θείας Μεταμορφώσεως, ὅταν ὁ καθένας μας, ὄχι ταπεινολογώντας ἀλλὰ μὲ βαθειὰ συναίσθησι, πῇ· Χριστέ μου, ἐγὼ εἶμαι ἡ βρωμερὴ κάμπια, πάρε με καὶ κάνε με πεταλούδα· ἐγὼ εἶμαι τὸ μαῦρο κάρβουνο, πάρε με καὶ κάνε με διαμάντι· ἐγὼ εἶμαι ἡ κοπριὰ τοῦ διαβόλου, πάρε με καὶ κάνε με τριαντάφυλλο.Αὐτὴ τὴ δύναμι τῆς Μεταμορφώσεως βεβαιώνουν αἰῶνες ὁλόκληροι μὲ πλήθη ἁγίων. Μερικοὶ φωνάζουν «ἀλλαγή», «μετασχηματισμό», νέα κοινωνία μὲ ἰσότητα δικαιοσύνη ἐλευθερία. Ἀλλ᾽ αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ ἔρχεται μόνο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ.Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀλλάζει, ὅταν γίνῃ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Τὴ δύναμι αὐτὴ τὴν ἔχει ἕνας μόνο, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰςπάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Απομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναΐσκο Μεταμορφώσεως τοῦ Ὑψώματος 1020 Φλωρίνης τὴν 6-8-1983μὲ ἄλλο τίτλο.

Μεταμόρφωσις του Σωτήρος - Η φωνὴ απὸ τον ουρανὸ, του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

         



«Αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. 17,5)
Ἂς ἀνεβοῦμε, ἀδελφοί μου, ἂς ἀνεβοῦμεκ᾿ ἐμεῖς σήμερα στὸ ὄρος Θαβώρ. Ὄχι σωματικῶς, ἀλλὰ ψυχικῶς· ἂς ἀνεβοῦμε νοερῶς, διὰ τῆς πίστεως. Καὶ τότε μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως θὰ δοῦμε τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

 
Ὡραία εἶνε ἡ ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου· ἀλλὰ πιὸ ὡραῖα εἶνε ὅταν ἀνατέλλει στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς καὶ φέγγει τὸ γλυκύ του φῶς. Ὡραῖα εἶνε τὰ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ· ἀλλὰ πιὸ ὡραῖαεἶνε τὰ πνευματικὰ ἀστέρια. Καὶ σήμερα κοντὰ στὸν πνευματικὸ ἥλιο, τὸ Χριστό, παρουσιάστηκαν πέντε ἄστρα . Τρία ἄστρα εἶνε οἱ μαθηταί· ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης.Αὐτοὶ οἱ τρεῖς, ὅπως λένε οἱ πατέρες, ἐκπροσωποῦν τὴν στρατευομένη Ἐκκλησία. Τὰ ἄλλα δύο ἄστρα εἶνε ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ εἶχαν φύγει πρὶν πολλὰ χρόνια ἀπὸ τὴ ζωή. Ἡ παρουσία τους ἀποδεικνύει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν πεθαίνει. Ὁ Μωυσῆς εἶχε ζήσει 1.500 χρόνια, ὁ δὲ Ἠλίας 850 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Καὶ ὅμως βλέπουμε σήμερα στὸ θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως νὰ συνομιλοῦν αὐτοὶ οἱ δύο μὲ τὸν Κύριο. Ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας ἐκπροσωποῦν τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία.
Στρατευομένη καὶ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία βρίσκεται ἐπάνω στὴν κορυφὴ τοῦ Θαβώρ.Ἐκεῖ, λέει τὸ εὐαγγέλιο, ἔλαμψε τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου «ὡς ὁ ἥλιος», καὶ τὰ «ἱμάτια α τοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς» (Ματθ. 17,2). Καὶ μέσα ἀπὸ τὴ νεφέλη τὴ φωτεινή, ποὺ τοὺς ἐπισκίασε, ἀκούστηκε κάποια γνώριμη φωνή. Ἡ φωνή, ποὺ κατὰ τὴ βάπτισι εἶχε ἀκουστῆ στὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἐπαναλαμβάνεται τώρα στὸΘαβώρ· «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός,ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (ἔ.ἀ. 17,5). Εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Τί μᾶς συνιστᾷ ἡ φωνὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ; Νὰἔχουμε τὰ αὐτιά μας ἀνοιχτὰ γιὰ νὰ ἀκοῦμε τὸν Χριστό. Διότι ὁ Χριστὸς εἶνε ὄχι ἁπλῶς ἄνθρωπος, ἀλλὰ Θεός. Εἶνε τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πρό-σωπα τῆς ἁγίας Τριάδος. Ἐφ᾿ ὅσον λοιπὸν ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός, πρώτη ὑποχρέωσί μας εἶνε νὰ τὸν προσκυνοῦμε. «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ» . Δευτέρα δὲ καὶ σπουδαιοτέρα ὑποχρέωσί μας εἶνε νὰ ἐκ-τελοῦμε στὴ ζωή μας κατὰ γράμμα καὶ νὰ ἐφαρμόζουμε ὅλες τὶς ἐντολές του, μικρὲς καὶμεγάλες.
Κλεῖστε πρὸς στιγμὴν τὰ μάτια σας καὶ φανταστῆτε. Μπορεῖτε νὰ συλλάβετε, τί θὰ ἦταν αὐτὸς ὁ κόσμος, ἐὰν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στὴ γῆ ἐφάρμοζαν τὴν ἐντολὴ τοῦ οὐρανοῦ «Αὐτοῦ ἀκούετε» (ἔ.ἀ.) ; Πώ - πώ τί θὰ ἦταν αὐτὸς ὁ κόσμος· παράδεισος θὰ ἦταν!
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Νὰ ἐκτελῆτε ὅ,τι λέει ὁ Χριστός. Ἐὰν γινόταν αὐτό, θὰ ἐκπληρωνόταν ἡ προφητεία ποὺ λέει· «Ἐὰν θελήσετε νὰμ᾽ ἀκούσετε, θὰ φᾶτε τῆς γῆς τὰ ἀγαθά· ἐὰν ὅμως δὲν θελήσετε καὶ δὲν μ᾽ ἀκούσετε, μάχαιρα θὰ σᾶς καταφάῃ»(Ἠσ. 1,19). Ἐὰν ἀκούγαμετὸ Χριστό, θὰ τρώγαμε, ὅπως λένε, μὲ χρυσᾶ κουτάλια.Τώρα, κόλασι ἔγινε ἡ γῆ. Καὶ ἔγινε κόλασι, γιατὶ στὴν ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν ν᾽ ἀκούσουν τὸ Χριστό.Μοῦ ἔλεγαν, ὅτι ὡρισμένοι ἀκοῦνε τὸ ῥαδιόφωνο ὧρες ὁλόκληρες, ἀλλὰ ἂν καμμιὰ φορὰ βάλῃ κανένα κήρυγμα, ἔστω καὶ μικρὸ καὶ σύντομο, ἀμέσως μὲ μανία τὸ κλείνουν.
Δὲν θέλουν ν᾿ ἀκούσουν τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, μισοῦν τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου. Μοιάζουν αὐτοί, ὅπως λέει ὁ ψαλμῳδός, μὲ κάποιο φαρμακερὸ φίδι ποὺ λέγεται ἀσπίς. Ὅταν ὁ ἐπαοιδός, ὁ μάγος, παίζῃ μουσική, ὅλα τὰ φίδια μαζεύονται κοντά του καὶ τιθασεύονται. Ἀρέσκονται στὸ τραγούδι τοῦ θηριοδαμαστοῦ τὰ φίδια· ἀλλὰ ἕνα φίδι δὲν ἀκούει καθόλου.Κλείνει τ᾿ αὐτιά του καὶ φεύγει μακριά. Αὐτὸτὸ φίδι εἶνε ἡ ἀσπίς. «…Ὡσεὶ ἀσπίδος κωφῆς καὶ βυούσης τὰ ὦτα αὐτῆς»(Ψαλμ. 57,5) . Ἀσπίδεςεἶνε οἱ ἄνθρωποι αὐτοί. Μισοῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Βρισκόμαστε στὴν ἐποχή, ποὺ προφήτευ-σε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Οἱ ἄνθρωποι, εἶπε ,στοὺς ἐσχάτους καιροὺς θὰ κλείσουν τ᾿ αὐτιά τους μὲ βουλοκέρι, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦνε τὴ φωνὴ τῆς ἀληθείας, τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιά τους στοὺς μύθους, στὴ φωνὴ τοῦ διαβόλου(βλ. Β΄ Τιμ. 4,4). Τὸ πρωὶ δὲν ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Τὸ βράδι ὅμως, ἑκατομμύριαἄνθρωποι, ἀνοίγουν τὶς τηλεοράσεις καὶ τὰῥαδιόφωνα, γιὰ νὰ δοῦν καὶ ν᾿ ἀκούσουν ὅλες τὶς βλακεῖες, ὅλες τὶς ἀσχημίες, ὅλα τὰ ἄτοπα καὶ ἁμαρτωλὰ πράγματα.
Ἔχουν κλείσει λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι τ᾿ αὐτιάτους στὴ φωνή τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό.Μισοῦν καὶ καταδιώκουν τοὺς κήρυκες τοῦ εὐαγγελίου· ἂν ἦταν δυνατόν, νὰ τοὺς ἐξοντώσουν ὅλους, γιὰ νὰ μὴν ἀκούγεται ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στὴ γῆ. Σ᾿ αὐτὴ τὴν ἐποχὴζοῦμε, ἀγαπητοί μου.
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Μᾶς ἔδωσε αὐτιὰ ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἀκοῦμε τὸ λόγο του καὶ νὰ τὸν ἐφαρμόζουμε. Ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι στὴν ἐποχήμας ἔγιναν κουφοί, ἀδιάφοροι καὶ ἀναίσθητοι. Κλείνουν τ᾿ αὐτιά τους στὸ Θεό, καὶ τ᾿ ἀνοίγουν στὸν διάβολο. Ἀλλὰ μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο, τῆς ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς, ὑπάρχουν, ναί ὑπάρχουν, καὶΧριστιανοὶ ποὺ ἀκοῦνε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἄγνωστοι Χριστιανοί. Στὴν Ἀλβανία ἀχούρια ἔκαναν τὶς ἐκκλησιὲς οἱ ἄθεοι, καὶ ἔλυωναν τὶς καμπάνες, καὶ καταδίωκαν τοὺς Χριστιανούς· ἀλλὰ τὴ νύχτα οἱ πιστοὶ κατέβαιναν στὰ ὑπόγεια καὶ προσκυνοῦσαν τὶς εἰκόνες,καὶ τὴν Κυριακὴ ἄνοιγαν τὰ ῥαδιόφωνα ν᾿ ἀκούσουν τὴ θεία λειτουργία, καὶ ἔκλαιγαν.
Τώρα ἐμεῖς γίναμε ἀναίσθητοι. Καὶ ἂν ἐκκλησιαζώμαστε, τυπικὰ καὶ ἀδιάφορα ἐκκλησιαζόμαστε· χωρὶς αἴσθημα, χωρὶς συγκίνησι, χωρὶς ἀγάπη καὶ λατρεία πρὸς τὸ Θεό. Ἐνῷ στὶς χῶρες ὅπου καταδιώκεται ὁ χριστιανισμός, ὅσοι πηγαίνουν στὴν ἐκκλησία, πηγαίνουν πραγματικὰ γιὰ τὸ Θεό. Θὰ ἔρθουν ὅμως χρόνιακαὶ σ᾿ ἐμᾶς, ποὺ δὲν θὰ μποροῦμε νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία . Θὰ τιμωρηθοῦμε, γιατὶ περιφρονήσαμε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ.Τώρα δὲν μᾶς στοιχίζει τίποτε ὁ Χριστός.Διασκέδασι· πᾶμε στὰ πανηγύρια, ἀνεβαίνουμε στὸ βουνό, παίρνουμε καθαρὸ ἀέρα, ἀγναντεύουμε τὰ πελάγη. Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀκίνδυνος χριστιανισμός. Ἀλλὰ ἔρχονται ἡμέρες,ποὺ τὸ νὰ εἶνε κανεὶς Χριστιανὸς θὰ στοιχίζῃ πάρα πολύ· καὶ τότε θὰ φανοῦν οἱ πραγματικοὶ Χριστιανοί.
«Αὐτοῦ ἀκούετε». Ποιός λοιπὸν ἔχει αὐτὶγιὰ ν᾿ ἀκούσῃ; Ἕνας ποὺ εἶνε κουφός, ὅ,τιμουσικὴ καὶ νὰ τοῦ παίξῃς, Μπετόβεν νὰ παίξῃς, δὲν καταλαβαίνει καὶ δὲν αἰσθάνεται τίποτε. Ὅπως λοιπὸν ὁ κουφὸς δὲν εἶνε εἰς θέσιν ν᾿ ἀκούσῃ καὶ νὰ καταλάβῃ τίποτε κι ἀπὸτὴν πιὸ ὡραία μουσικὴ κι ἀπὸ τὸ καλύτερο βιολί, ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι σήμερα εἶνε κουφοὶ καὶ ἀδιάφοροι καὶ ἀναίσθητοι. «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θε-οῦ» (Λουκ. 11,28). Ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι; Ὑπάρχουν. Καὶ ἄντρες καὶ γυναῖκες, καὶ παιδιὰ καὶ γέροι, καὶ ἀγράμματοι καὶ ἐγγράμματοι καὶ ἐπιστήμονες. Λίγοι εἶνε, ὅμως ὑπάρχουν. Ἀλλὰἡ μικρὴ αὐτὴ ἡ μειοψηφία δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἀπογοητεύῃ. Θὰ ἔρθῃ ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία μὲ βροντὲς καὶ ἀστραπὲς θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος. Ὅταν θὰ πέφτουν κεραυνοὶ κιἀστροπελέκια, θ᾿ ἀνοίξουν τ᾿ αὐτιά· τότε ὅμως θὰ εἶνε ἀργά. Τώρα δὲν ἀκοῦνε, ὅπως δὲν ἄκουγαν καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ Νῶε. Κανείς δὲν ἄκουγε τὸ Νῶε. Τὸν κορόϊδευαν. Ὅτανὅμως ἄνοιξαν οἱ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦκαὶ πλημμύρησε ἡ γῆ, τότε ἄνοιξαν τὰ μάτια τους καὶ τ᾿ αὐτιά τους· ἀλλὰ ἦταν ἀργά. Θ᾿ ἀνοίξουν λοιπὸν τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος ὅταν θ᾿ ἀκούσουν τὶς βροντὲς καὶ τὶς ἀστραπὲς καὶ τὴ φοβερὴ καταστροφὴ τοῦ κόσμου,τότε ποὺ θὰ λαλήσῃ ὁ Θεός. Ἀλλὰ τί τὸ ὄφελος; Τότε δὲν θὰ ἔχῃ καμμία ἀξία.
Σήμερα λοιπόν, ποὺ ἑορτάζουμε τὴ Μεταμόρφωσι τοῦ Σωτῆρος, ἂς παρακαλέσουμε τὸ Θεό, ν᾿ ἀνοίξη τ᾿ αὐτιὰ τῆς ἀνθρωπότητος,ν᾿ ἀνοίξῃ τ᾿ αὐτιά μας, γιὰ νὰ ἀκούσουμε τὰλόγια τοῦ Χριστοῦ, νὰ τὰ ἐφαρμόσουμε μικροὶ καὶ μεγάλοι. Κι ὅταν τὰ ἐφαρμόσουμε,τότε θὰ εἴμαστε ἄξιοι μακαρισμοῦ. Γιατὶ εἶπεὁ Κύριος «Μακάριοι», καλότυχοι, – ποιοί; Ὄχιοἱ πλούσιοι, ἀλλὰ «οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,28).
Εἴθε μεταξὺ τῶν ἐκλεκτῶν τῆς εὐλογημένης αὐτῆς μερίδος, ἐκείνων ποὺ ἀκοῦνε τὸλόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐφαρμόζουν, νὰ εἶστε κ᾿ ἐσεῖς ὅλοι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ ἀκοῦτε καὶ διαβάζετε τὰ λόγια αὐτά.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Χαίροις της Κριμαίας ο θείος ποιμενάρχης Λουκά των Ορθοδόξων ο νέος άγιος.




Χαίροις επισκόπων ο κοινωνός της Ρωσίας πάσης ο θεόσοφος ιατρός χαίροις της Κριμαίας ο θείος ποιμενάρχης Λουκά των Ορθοδόξων ο νέος άγιος.


Ηύγασας ως ήλιος παμφαής εν Συμφερουπόλει τας χορείας των ευσεβών και της αθεΐας εμείωσας το σκότος, εν χώρα της Ρωσίας Λουκά αοίδιμε.

Έχων την σοφίαν παρά Θεού των νενοσηκότων εθεράπευες τα δεινά και τους πεπτοκότας εν λάκκω των αθέων τη ση δυνάμει Πάτερ Λουκά εξήρπασας.

(Από τον Παρακλητικό κανόνα του Αγίου Λουκά του Ιατρού)

Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Άμα, μας ξεχνάτε, πέφτουμε χαμηλά....


 Πόσο απαραίτητο είναι να προσευχόμαστε και να κάνουμε στην Εκκλησία τα μνημόσυνα για τις ψυχές των κεκοιμημένων, το αποδεικνύουν και τα ακόλουθα δύο περιστατικά. Τα διηγήθηκαν δυο ευσεβείς και καλλιεργημένες προσκυνήτριες από γειτονικό χωριό. Η μία είπε:

“Πάνω στον χρόνο που κοιμήθηκε η μητέρα μου, λησμόνησα την ημέρα που έπρεπε να γίνει το μνημόσυνο. Το βράδυ την είδε στον ύπνο της η κόρη μου ( η εγγονή της ) και της είπε με παράπονο και στενοχωρημένη:

- Πες στην μάνα σου, γιατί με ξέχασε; Ούτε ένα κερί; Εγώ την άφησα στο πόδι μου. Όταν μας ξεχνάτε , πέφτουμε χαμηλά!
Πράγματι, η μητέρα μου φρόντιζε πολύ τα καθήκοντά της έναντι των κεκοιμημένων.

Την άλλη μέρα, όταν άκουσα το μήνυμά της από το στόμα της κόρης μου, αμέσως έβρασα σιτάρι και το πήγα στην Εκκλησία να μνημονευθή”.
Η άλλη κυρία είπε κάτι σχετικό:

“Λησμόνησα να κάνω τα χρυσά κόλλυβα για την μητέρα μου. ( Στην Ρούμελη “χρυσά κόλλυβα” λένε τα κόλλυβα που γίνονται το Σάββατο της εβδομάδας της Πεντηκοστής, όπου τελειώνει η αναστάσιμη χάρι που δίδεται στις ψυχές των κεκοιμημένων, σύμφωνα με παράδοση της Εκκλησίας μας. ) . Το βράδυ την βλέπω στον ύπνο μου ότι στεκόταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και μ’ ένα κουτάλι έτρωγε κόλλυβα από ξένα πιάτα που ήσαν τοποθετημένα εκεί.

- Καλέ μητέρα, τρως ξένα κόλλυβα; Την ρώτησα .

Κι εκείνη απάντησε:

- Τι να κάνω, κόρη μου, αφού δεν μου έφτειαξες εσύ;

Το παράπονό της μ’ άγγιξε στην καρδιά. Από τότε ποτέ δεν παρέλειψα τα καθήκοντά μου έναντι των κεκοιμημένων.”

“Τι να κάνω θειά; Ψάχνω να βρω δυό σπυριά σιτάρι να φάω!”

Σ’ έ να χωριό της Ρούμελης έφυγε για τον Ουρανό ένας αρκετά νέος άνθρωπος. Όταν ήρθε ο καιρός να γίνει το μνημόσυνο των σαράντα ημερών, για να τιμήσουν, όπως νόμιζαν τον νεκρό, παρήγγειλαν οι συγγενείς τον δίσκο των κολλύβων σ’ ένα καλό ζαχαροπλαστείο της γειτονικής πόλεως. Κι εκεί, για να ευχαριστήσουν τους πελάτες τους, και τι δεν έβαλαν επάνω στον δίσκο! Ζαχαρένια στολίδια και λουλούδια, ζάχαρες, κρέμες κ.λ.π. Όλα, εκτός από σιτάρι!

Έγινε το μνημόσυνο και το βράδυ μία θεία του κεκοιμημένου τον είδε στον ύπνο της να πετάει με αγανάκτηση επάνω απ’ τον δίσκο όλα αυτά τα περιττά στολίδια.

- Κώστα μου! Του είπε, γιατί πετάς τα στολίδια από τον δίσκο σου;

Τότε εκείνος την κοίταξε αυστηρά και της είπε:

- Τι να κάνω, καημένη θειά; Ψάχνω να βρω δυο σπυριά σιτάρι να φάω!

Ας το λάβουμε υπ’ όψιν μας αυτό, διότι τα κόλλυβα πρέπει να γίνονται με σιτάρι. Ο στολισμός ας είναι λιτός. Ο Κύριος είπε: “ ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει, ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ πολὺν καρπὸν φέρει” (Ιωάν. 12,24 ) .

Πηγή: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Ουράνια μηνύματα
Θαυμαστά γεγονότα»
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
ΔΩΡΙΔΑ 2009    
- See more at: http://perivolipanagias.blogspot.gr/2015/05/blog-post_595.html#sthash.OCcrOUWb.dpuf

Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Τά Ἅγια Λείψανα ). Ποιός εἶναι ὁ σκοπός ὕπαρξης τῶν Ἁγίων Λειψάνων στήν Ὀρθοδοξία μας καί πῶς μποροῦμε νά σταθοῦμε καί νά ἀξιοποιήσουμε τήν ἰαματική τους Χάρη καί εὐλογία. Συνέντευξη μέ τόν μακαριστό γέροντα π.Ἰάκωβο Τσαλίκη, προηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Δαυίδ Εὐβοίας.

Τά Ἅγια Λείψανα ). Ποιός εἶναι ὁ σκοπός ὕπαρξης τῶν Ἁγίων Λειψάνων στήν Ὀρθοδοξία μας καί πῶς μποροῦμε νά σταθοῦμε καί νά ἀξιοποιήσουμε τήν ἰαματική τους Χάρη καί εὐλογία. Συνέντευξη μέ τόν μακαριστό γέροντα π.Ἰάκωβο Τσαλίκη, προηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Δαυίδ Εὐβοίας.
 
Τό ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα εἶναι ἀπό τήν ἐκπομπή Ράδιο-Παράγκα τοῦ ραδιοφωνικοῦ σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τήν ἐκπομπή παρουσίαζε ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος.
 
 
π. Ἰάκωβος: Μιά μέρα θ᾽ ἀναστηθοῦν π. Κωνσταντῖνε μου, κατά τή βουλή καί τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πού μᾶς εἶπε καί ὁ Χριστός μας «καί πάντες ἀναστήσονται». Καί ὅτι ὀστέα γυμνά ἐκβλύζουν ἰάματα, ἀλλά μέσα σ᾽ αὐτά τά λείψανα, τά ἱερά, κατοικοῦσε ἤ κατοικεῖ ψυχή ἀθάνατος κι ὅσο καί νά φθαροῦν μέσα στό χῶμα καί μέσα στή γῆ κάποτε μιά μέρα θά λάβουν ζωή αὐτά τά λείψανα καί τά ὀστά αὐτά, πάτερ Κωνσταντῖνε, καί θά ἀναστηθοῦν καί θά παρουσιαστοῦν πάλι στόν Δεσπότη Χριστό ὅπως, μέ συγχωρεῖτε, ἤμασταν καί πρῶτα ἀλλά καί μέ τό σῶμα, κι ὅτι θά λάβουν ζωή τά λείψανα αὐτά.
π.Κ.Σ.: Πάτερ Ἰάκωβε, ἔχετε ἐκεῖ τά λείψανα τοῦ ὁσίου Δαυίδ. Μήπως μπορεῖτε νά μᾶς πεῖτε μερικά πράγματα γιά τήν ἐνέργεια πού κάνουν τά λείψανα αὐτά.
π. Ἰάκωβος: Πατέρα Κωνσταντῖνε, τά ἅγια λείψανα τοῦ ὁσίου Δαυίδ τά βλέπετε γυμνά ὀστέα. Ἀναβλύζουν ἰάματα καί δίδουν θεραπεία καί θεραπεύουν κάθε κακή ἀρρώστια, ὅπως τόσα καί τόσα πράγματα πού βλέπουμε στίς μέρες μας, αὐτά πού σᾶς ἔλεγα προηγουμένως στόν ὅσιο καί στόν ἅγιο Δαυίδ ἀλλά καί στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Ρῶσσο.
Πάτερ Κωνσταντῖνε μου, ἐδῶ ὁ ἅγιος Δαυίδ, τά λείψανά του, ἔχουν θαυματουργική δύναμη, διότι μέσα σ᾽ αὐτά κατοικοῦσε ἡ ἀθάνατος ψυχή καί κατοικοῦσε πάτερ μου, κατοικεῖ, καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Λοιπόν, κάνουν πολλά θαύματα ὅταν σταυρώσουμε ἕναν ἄνθρωπο μέ τήν ἁγία του κάρα. Θεραπεύει ἀπό καρδιά, πού ἔρχονται στό μοναστήρι πολλοί ἄνθρωποι πονεμένοι, ἀπό καρκίνο, ἀπό διάφορες κακές ἀρρώστιες καί δύσκολες, καί θεραπεύει πάτερ μου κάθε κακή ἀσθένεια. Καί βλέπουμε ὅτι μέσα σ᾽ αὐτά τά ὀστά, τά ἅγια λείψανα, κατοικεῖ πάτερ μου, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, πάτερα Κωνσταντῖνε. Καί εἶναι πολύ θαυματουργός ὁ Ἅγιος καί κάνουν πάντα τά θαύματά τους οἱ Ἅγιοι ὅταν κι ἐμεῖς ἔχουμε πίστιν Θεοῦ. Πῶς λέγει ὁ Χριστός μας «ἔχετε πίστιν Θεοῦ, αἰτεῖτε καί δοθήσεται». Εἶναι, πάτερ μου, ζωντανή ἡ χάρις τῶν Ἁγίων καί τά ἱερά λείψανα ἔχουν θαυματουργική δύναμη καί δίνουν, πάτερ μου, ἰάσεις καί δίνουν, πάτερ μου, ἁγιασμό καί στό σῶμα καί στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.
π.Κ.Σ.: Πάτερ Ἰάκωβε εὐχαριστῶ πάρα πολύ γι᾽ αὐτά πού μᾶς εἴπατε γιά τά ἅγια λείψανα καί δέν ξέρω ἄν εἴχατε κάτι ἄλλο νά μοῦ πεῖτε γιά τούς ἀκροατές μας. Πῶς μποροῦν νά αἰσθανθοῦν μπροστά στά λείψανα καί πῶς μποροῦν νά ἀξιοποιήσουν τήν ἰαματική τους χάρη καί τήν εὐλογία.
π. Ἰάκωβος: Πατέρα Κωνσταντῖνε, τά ἅγια λείψανα ἔχουν χάρη ἀπό τόν Θεό. Ἄς ποῦμε, βλέπετε ἦταν κι αὐτοί ἄνθρωποι στή γῆ ἀλλά... καθώς καί τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσου, ὅπως ὁ θεῖος Ἰωάννης ὁ Ρῶσσος πρό ὀλίγων ἡμερῶν εἶχε πεῖ ὅτι «νομίζουν πώς κοιμᾶμαι μέσα στή λάρνακα, πεθαμένος καί κοιμᾶμαι ἤ εἶμαι νεκρός. Ἐγώ ὅμως εἶμαι ζωντανός», μέ συγχωρεῖτε, «κι ὅτι αὐτοί νομίζουν πώς βλέπουν καί κοιμᾶμαι καί δέν ὑπολογίζουν οἱ Χριστιανοί. Ἀλλά ἄκουσε πάτερ μου νά σοῦ πῶ», λέει, «πολλή ἁμαρτία στόν κόσμο, πολλή ἀσέβεια καί πολλή ἀπιστία». Γι᾽ αὐτό εἶχε πεῖ, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσσος, δέν τά λέω ἐγώ γιατί εἶμαι... μέ συγχωρεῖτε βλέπω φαντασίες, ἀλλά πάτερ μου, εἶπε ὁ θεῖος Ἰωάννης ὁ Ρῶσσος, ὅτι πρέπει νά γίνει πόλεμος, διότι πάτερ μου, πολλή ἁμαρτία στόν κόσμο.
Βλέπετε, πατέρα Κωνσταντῖνε μου ὅτι εἶχε κηρυχθεῖ ὁ πόλεμος, οἱ πλημμύρες, οἱ καταστροφές, τόσα καί τόσα κακά πού ἔγιναν ἐδῶ στήν Εὔβοια. Ἀλλά ἡ χάρις του εἶναι πολύ μεγάλη. «Νομίζουν οἱ χριστιανοί ὅτι ἐγώ κοιμᾶμαι στή λάρνακα. Ἐγώ τούς πάντας βλέπω καί εἶναι μέσα τό σῶμα μου, ἀλλά ἐγώ πολλές φορές ἐξέρχομαι». Ἦταν, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, ἔξω ἀπό τή λάρνακά του ὁ ἅγιος καί λέει αὐτοί δέν μέ βλέπουν, ἐγώ τούς βλέπω καί τούς ἀκούω τί λένε. Καί πάλι, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, εἰσῆλθε μέσα στή λάρνακά του καί ξάπλωσε σάν ἕνας ἄνθρωπος. Διότι ἔχουν, πάτερ μου, ζωήν αἰώνιον αὐτά τά λείψανα τῶν ἁγίων μας. Καί σ᾽ αὐτά τά κόκκαλα μέσα τά πεθαμένα, πού λέμε ἐμεῖς πεθαμένα, πατέρα Κωνσταντῖνε, ὑπάρχει ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, καί τό Πνεῦμα, πάτερ μου, καί ἡ ψυχή ἡ ἀθάνατος.
π.Κ.Σ.: Πάτερ Ἰάκωβε Χριστός ἀνέστη κι εὐχαριστοῦμε πάρα πολύ γιά ὅλα.
π. Ἰάκωβος: Πατέρα Κωνσταντῖνε μου νά μᾶς ἔρθεις νά σέ δοῦμε.
π.Κ.Σ.: Νά εὔχεστε νά ἔρθουμε σύντομα.
π. Ἰάκωβος: Εὐχαριστοῦμε πολύ πατέρα Κωνσταντῖνε, πάντως, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, τά ἱερά λείψανα ἔχουν τήν ἰαματική χάρη, ὅτι ὀστέα γυμνά ἐκβλύζουν ἰάματα καί θεραπεύουν κάθε κακή ἀρρώστια καί κάθε πονεμένο ἄνθρωπο. Διότι βλέπουμε, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, πρό ὀλίγου, ...τώρα μπορεῖ νά σέ κουράζω...
π.Κ.Σ.: Ὄχι, θέλω ν᾽ ἀκούσω πολλά ἀπό σᾶς...
π. Ἰάκωβος: Πρό ὀλίγου ἦταν ἕνας νέος ἀπό τήν πατρίδα τοῦ ἁγίου, τή Λοκρίδα, κι αὐτός ὁ νέος περίμενε τέσσερις ἡμέρες στή μονή καί μοῦ λέγει, πάτερ, μοῦ λέγει, πόσο καλό κάνει ἡ Ἐκκλησία. Ἐγώ πήγαινα, λέει, εἰκοσιπέντε χρόνια στήν Ἐκκλησία ἔμενα λιγάκι κι ἔφευγα. Ἐδῶ, πάτερ μου, κάθησα τρεῖς ἡμέρες στό μοναστήρι σας καί, πάτερ μου, καθόμαστε σ᾽ ὅλη τή Λειτουργία, ἀλλά τί ὡραῖα γράμματα πάτερ μου, λέει. Θά κατοικήσει, λέει, μέσα στό σῶμα μου, ὁ Θεός καί ὁ ἅγιος Δαυίδ. Καί εἴδαμε τή μεταμέλεια τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ, τοῦ νεαροῦ, πατέρα Κωνσταντῖνε μου, εἴδαμε τή μετάνοιά του, κι ἀμέσως βλέπετε, ἔπεσε ὁ σπόρος εἰς ἀγαθήν γῆν καί ὁ καλός ὁ λόγος. Καί χαιρόμεθα πατέρα Κωνσταντῖνε μου, διότι ἔρχονται πονεμένες ψυχές καί ἄνθρωποι μέ ἁμαρτίες καί μέ σφάλματα καί γίνονται ἀπό παλαιοί ἄνθρωποι νέοι ἄνθρωποι.
Καί εὐχαριστῶ πάρα πολύ τήν ἀγάπη σας, πού μ᾽ ἀκούσατε πατέρα Κωνσταντῖνε μου...
π.Κ.Σ.: Βεβαίως, βεβαίως, μάλιστα...
π. Ἰάκωβος: Εὐχαριστοῦμε πολύ καί μέ τό καλό, εὔχομαι καλή δύναμη. Μέ τό καλό νά μᾶς ἔλθετε στήν ἁγία Μονή, μέ τό καλό πάντοτε νά ἐξυπηρετεῖτε τό ποίμνιό σας ἐκεῖ καί νά διδάσκετε τόν λόγον τῆς ἀληθείας...

Τρίτη 21 Απριλίου 2015

Μαξίμου του Ομολογητού: Γιατί ο Θεός επιτρέπει την εξουσία ανθρώπου επί άνθρωπο

 



Μαξίμου του Ομολογητού: Γιατί ο Θεός επιτρέπει την εξουσία ανθρώπου επί άνθρωπο
Μαξίμου του Ομολογητού
Στην παρακάτω επιστολή που απευθύνει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής προς τον κουβικουλάριο Ιωάννη, εξηγεί θεολογικά το γιατί ο Θεός επιτρέπει την εξουσία ανθρώπου επί άνθρωπο. Παρατίθεται εδώ επειδή αποτελεί την ορθόδοξη οπτική του θέματος και δίνει την ορθόδοξη απάντηση στις θεωρίες  του Wyclif για το dominium,  που εξετάστηκαν αλλού. Να σημειωθεί ότι ο λόγος του αγίου Μαξίμου είναι θεολογικός και σε καμιά περίπτωση δεν εισάγει πολιτική θεωρία.
Ι’. ΠΡΟΣ ΙΩΑΝΝΗΝ ΚΟΥΒΙΚΟΥΛΑΡΙΟΝ[i]
Επειδή μου παραγγείλατε να σας γράψω τον λόγο για τον οποίο ο Θεός έκρινε δίκαιο ν’ αποφασίσει να ορίσει οι άνθρωποι να εξουσιάζονται από άλλους ανθρώπους, ενώ όλοι έχουν την ίδια φύση, και αποδεικνύει αυτή όλους, όσοι τη μετέχουν σύμφωνα με το απλό νόημά της, ομότιμους, θα πω σύμφωνα με τη δύναμή μου, χωρίς να κρύψω τίποτε, όσα έμαθα από σοφούς και μακαρίους άνδρες, περικόπτοντας για συντομία τα πολλά, όσα είναι ενδεχόμενο να λεχθούν για το θέμα. Λόγος αληθινός, όπως λένε, υπαγορεύει μυστικά, ότι ο άνθρωπος, που του έλαχε κατά χάρη του Δημιουργού του Θεού, η κυριαρχία όλου του ορατού κόσμου, εξαιτίας της κακής χρήσης των έμφυτων δυνάμεων της νοερής ουσίας που έχει, τρέποντας τις κινήσεις του προς τα παρά φύση, εισήγαγε για τον εαυτό του και όλον αυτόν τον κόσμο την αλλοίωση και τη φθορά σύμφωνα με τη δίκαιη κρίση του Θεού, για να μην φυλαχθεί αθάνατη για πάντα στις κινήσεις του η δύναμη της ψυχής, πράγμα βέβαια που είναι όχι μόνο το έσχατο σκαλί της κακίας και η ολοφάνερη έκπτωση της αληθινής οντότητας του ίδιου του ανθρώπου, αλλά και σαφής άρνηση της θείας αγαθότητας.
Γι’ αυτό και ο πολύμοχθος και πολυστένακτος αυτός βίος των ανθρώπων με τον πολύ παραλογισμό και την πολλή αταξία της ύλης που είναι η τροφός του, που φέρει και φέρεται πότε έτσι και πότε αλλιώς, και για να μιλήσω ακριβέστερα, φέρνοντας μαζί του στην κάθε φορά του όλους τους ανθρώπους, τους κάνει όλους μετόχους των ίδιων των δεινών του, και δεν αφήνει κανέναν απολύτως ελεύθερο από την ταραχή του. Και αυτό το πράγμα διατυπώθηκε σύμφωνα με τον τρόπο που πρέπει στη σοφία του Θεού, ώστε μαθαίνοντας κάποτε, έστω και αργά, τον παρόντα βίο, που τον ποθούμε και τον αγαπούμε παράλογα, με τις κατά περίπτωση ταλαιπωρίες που μας προκαλεί, και πόσο μας βλάπτει η φιλία προς αυτόν, να κατανοήσομε ότι πολύ πιο χρήσιμος από την αγάπη προς αυτόν είναι ο χωρισμός μας από αυτόν, και να κατακυρώσομε δίκαια το μίσος μας εναντίον του, και, αφού ξεφύγομε από την ανάμιξη και την ταραχή των ορατών, να μεταθέσομε με σωφροσύνη τόν πόθο μας στην ακλόνητη ταυτότητα των νοητών.
Αλλά επειδή με όλα τα κτυπήματα και τα μύρια δεινά που υποφέρομε, δεν ανεχόμαστε να διαλύσομε το δεσμό φιλίας μαζί του, διατύπωσε προνοητικά ο Θεός, σαν σοφός και αγαθός, το νόμο της βασιλείας για τους ανθρώπους, αναστέλλοντας έτσι από πολύ ενωρίς τη πολλή λύσσα της κακίας που είχε προβλεφθεί ότι θα συνέβαινε στη ζωή εξαιτίας της άνεσης, για να μη γίνουν οι άνθρωποι, σύμφωνα με το νόμο των ψαριών της θάλασσας, τροφή ο ένας του άλλου, αφού δεν θα υπήρχε κανένας επικεφαλής να εμποδίζει την άδικη επίθεση του δυνατότερου εναντίον του ασθενέστερου. Γι’ αυτό ίσχυσε για κάποιο διάστημα, όπως ήταν φυσικό, αναγκαστικά στο γένος των ανθρώπων η βασιλεία, λαμβάνοντας από τον Θεό σοφία κι εξουσία, και επιτράπηκε να χωριστεί η ισότιμη φύση σε άρχουσα και αρχόμενη, ώστε με τη μία να δέχεται όσους πείθονται νόμιμα στους θεσμούς της φύσης, και με την άλλη να τιμωρεί δίκαια όσους από αυθάδεια δεν θέλουν να υπακούσουν σ’ αυτούς, και βάσει αυτού χαρίζει τη δικαιοσύνη σε όλους ως επιβράβευση του πόθου και του φόβου, με την οποία εξαφανίζεται η ανωμαλία και η διαφορά της γνώμης του καθενός και αναδεικνύεται περίλαμπρα γαλήνια και ήμερη η ισότητα της φύσης όλων. Αυτό δεν θα γινόταν ποτέ, αν ο φόβος δεν τιμωρούσε την αλόγιστη ορμή των πολλών προς την αταξία και δεν οδηγούσε με την βία προς την ημερότητα των φρονίμων. Γιατί αυτό που ο λόγος έχει να πείθει τους φρονίμους να τον αποδέχονται θέλοντας, αυτό ο φόβος συνήθως αναγκάζει τους ανόητους να το υπομένουν μη θέλοντας.
Γι’ αυτή την αιτία εγώ διδάχθηκα ότι έχει επιτραπεί να εισέλθει στο βίο των ανθρώπων ο θεσμός της βασιλείας και δέχομαι την εξήγηση ως αληθινή και δάσκαλο της αιτίας. Αν όμως είναι κι άλλος λόγος αίτιος της κατά τη θεία Γραφή, αυτόν μπορούν να τον αντιληφθούν όσοι έχουν καθαρή διάνοια. Όμως κι αυτός που ανέφερα δεν απάδει εντελώς στο σκοπό της θείας Γραφής. Γιατί κι εκείνη, σ’ ανθρώπους που αρνούνται τη βασιλεία του Θεού, διηγείται ότι ο Θεός επιτρέπει να έχουν βασιλιάδες έστω κι από αυτούς τους ίδιιους, μη τυχόν η αταξία της αναρχίας προκαλέσει πολυαρχία και εξαιτίας της δημιουργηθεί στάση καταστρεπτική σ’ ολόκληρο το γένος των ανθρώπων, μη έχοντας εμπιστευθεί σε κανέναν από αυτούς με απόφασή του την επιμέλειά τους, και έτσι με το λόγο οδηγεί στην ημερότητα όσους πείθονται στο λόγο, ενώ με τον φόβο της δύναμης τιμωρεί όσους μηχανεύονται την πονηρία και καταστρέφουν το έμφυτο αγαθό της γνώσης μέσα τους μ’ ελεύθερη γνώμη τους και με τους παρά φύση τρόπους τους.
Όποιος λοιπόν από τους βασιλείς ενδιαφέρθηκε να φυλάξει μ’ αυτόν τον τρόπο το νόμο της βασιλείας, αποδείχθηκε πάνω στη γη αληθινά δεύτερος θεός, επειδή έγινε πιστότατος υπηρέτης του θείου θελήματος, και δεχόμενος ως βασιλιά του τον Θεό, του έλαχε δίκαια ο κλήρος να γίνει βασιλιάς των ανθρώπων. Όποιος όμως απέκρουσε αυτόν τον θεσμό, και αποφάσισε οπωσδήποτε να είναι βασιλιάς για χάρη του εαυτού του και όχι για χάρη του Θεού, είναι φυσικό να κάνει τα αντίθετα από αυτούς˙ ν’ απομακρύνει δηλαδή με βία τυραννική από κοντά του τους αγαθούς και να τους θέτει μακριά από κάθε βουλή και αρχή, και να προσπαθεί να τραβήξει με δύναμη κοντά του τους πονηρούς και να τους κάνει κύριους όλης της εξουσίας του, πράγμα που είναι το τελευταίο βάραθρο απώλειας και εκείνων που εξουσιάζουν και εκείνων που εξουσιάζονται. Σ’ εμάς όμως είθε να δώσει ο Θεός να είναι αυτός βασιλιάς μας με τη θέλησή μας, με την εκπλήρωση των ζωοποιών του εντολών, και να τιμούμε επάξια όσους βασιλεύουν στη γη με το θέλημά του, επειδή είναι φύλακες των θείων διαταγμάτων του.
(Μετ. Ιγνάτιο Σακαλής, Μαξίμου του Ομολογητού Επιστολές, στην Σειρά Φιλοκαλία των Νηπτικών και Ασκητικών, των εκδόσεων ΕΠΕ, τομ. 15Β σσ. 139-143)


[i]  Κουβικουλάριος (cibicularius) ήταν ο θαλαμηπόλος ή κοιτωνίτης. Αυτός ήταν ευνούχος αυλικός και είχε ως προϊσταμένη αρχή τον Πριμικήριον του Ιερού Κουβουκλ(ε)ίου. Ο Πριμικήριος υπαγόταν στον Πραιπόσιτο του Ιερού Κουβουκλ(ε)ίου (Praepositus Sacri Cubiculi), αξίωμα που αντικατέστησε το παλαιότερο ρωμαϊκό «a cubiculo» (επί του κοιτώνος). Η αντικατάσταση έγινε τον Δ’ α. και ενώ αρχικά ο Πραιπόσιτος ήταν κατώτατο οφφίκιο υπαγόμενο στον Castrensis Sacri Palatii, στην συνέχεια ανέβηκε ιεραρχικά και ο Πραιπόοσιτος γίνεται ο ισχυρότερος άνδρας της αυλής. Την εποχή του αγίου Μαξίμου η δύναμη του Πραιποσίτου έχει ατονήσει και έχει αντικατασταθεί από τον Πριμικήριο, αξίωμα το οποίο περί τον Η’ αι. εξελίσσεται σε αυτό του Παρακοιμώμενου. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η κλάση των κουβικουλάριων ήταν πολλά υποσχόμενη για πολιτική σταδιοδρομία. (Κ. Πλακογιαννάκης, Τιμητικοί τίτλοι και ενεργά αξιώματα στο Βυζάντιο, Θεσ/νικη 2001, σ. 65-67).

Από την Πατερική σοφία περί αμαρτίας και μετανοίας

 


Από την Πατερική σοφία περί αμαρτίας και μετανοίας
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΣΟΦΙΑ
Οι διάφοροι πειρασμοί μάς παραχωρούνται για να ταπεινωθούμε, και αφού συγχωρεθούν οι αμαρτίες μας με την εξομολόγηση να αποκτήσουμε χαριτωμένη όψη.  (Ισαάκ ο Σύρος)

Μετάνοια είναι να μην ξαναπέφτουμε στα ίδια λάθη.  (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Είδα άνθρωπο που φανερά αμάρτησε, αλλά μυστικά μετανόησε. Και αυτόν που εγώ τον κατέκρινα ως ανήθικο, ο Θεός τον θεωρούσε αγνό, διότι με την μετάνοιά του Τον είχε εξευμενήσει πλήρως.  (Ιωάννης της Κλίμακος)

Κανένας δεν πρέπει να απογοητεύεται για την σωτηρία του… Αμάρτησες; Μετανόησε. Χιλιάδες φορές αμάρτησες; Χιλιάδες φορές μετανόησε. (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Η μετάνοια είναι το πλοίο. Ο θείος φόβος οι κωπηλάτες. Και η αγάπη είναι το θεϊκό λιμάνι. (Ισαάκ ο Σύρος)

Προτιμώ άνθρωπο που αμάρτησε, αλλά γνωρίζει ότι αμάρτησε και μετανοεί, περισσότερο από άνθρωπο που δεν αμάρτησε και θεωρεί τον εαυτό του ως δίκαιο. (Αββάς Σαρματάς)

Αν βλέπεις τον αδελφό σου στον δρόμο της αμαρτίας, ρίξε στους ώμους του τον μανδύα της αγάπης σου. (Ιωάννης ο Χρυσόστομος)

Το να πέσει κανείς στην αμαρτία είναι ανθρώπινο. Το να επιμένει όμως να παραμένει κάτω από την εξουσία της αμαρτίας, δεν είναι ανθρώπινο αλλά σατανικό. (Ιωάννης της Κλίμακος)
Αρχιμανδρίτου Ελπιδίου Βαγιαννάκη
Ιστορίες Μετανοίας
Εκδόσεις "ΦΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ"